Τρέχω τόσο πολύ να τα προλάβω όλα, που νιώθω ότι δεν προλαβαίνω να γνωρίσω τα παιδιά μου. Δεν ξέρω ούτε τι σκέφτονται, ούτε τι νιώθουν. Ξέρω πως τους αρέσει ο αρακάς και ότι θέλουν το τοστ τους με διπλό τυρί, αλλά δεν έχω ιδέα τι συζητάνε με τους φίλους τους, εάν αγαπούν την άνοιξη και τί συγκράτησαν απ’ το βιβλίο που τους διάβασα. Πασχίζω να τους μάθω ιστορία ή μαθηματικά, αλλά δεν προλαβαίνω να τους δείξω τα όσα συμβαίνουν στο «εδώ και τώρα» . Ξοδεύω χρόνο για να’ χουν ρούχα καθαρά, αλλά δεν βρίσκω λίγες ώρες να μάθω τι έχουν στην ψυχή τους. Παρατηρώ προσεχτικά εάν βουρτσίζουν με επιμέλεια τα δόντια τους, αλλά όχι εάν τα μάτια τους χαμογελούν. Δεν βρήκα ούτε και σήμερα τον χρόνο να παίξω έστω πέντε λεπτά μαζί τους και να τους πω πως «είμαι εδώ» όχι μονάχα για τα δύσκολα και τα καθημερινά, αλλά και για τα όμορφα και τα διασκεδαστικά.
Τρέχω τόσο πολύ να τα προλάβω όλα, που νιώθω πως ο σύζυγός μου είναι ξένος. Ζω με έναν άνθρωπο που επιστρέφει κάθε απόγευμα απ’ τη δουλειά και συζητάμε μόνο για όλα τα πρακτικά που αφορούν το σπίτι ή τα παιδιά. Ξέρω πως το γραφείο τον ζορίζει, αλλά δεν έχω ιδέα για την κούραση ή την πίεση που κουβαλά. Δεν ξέρω εάν είδε κάτι όμορφο σήμερα το πρωί ή εάν άκουσε τους τελευταίους μήνες το αγαπημένο του τραγούδι. Ξέρω πως είναι πάντα εδώ κοντά, αλλά δεν ξέρω εάν είναι ευτυχισμένος. Δεν βρήκα ούτε και σήμερα τον χρόνο να του πω ότι τον αγαπώ κι αυτό είναι άδικο για όλους.
Τρέχω τόσο πολύ να τα προλάβω όλα, που νιώθω πως πλέον δεν γνωρίζω ούτε και μένα. Κοιτάζω στον καθρέφτη μου και βλέπω μία γυναίκα που μου μοιάζει. Δεν είναι εγώ, δεν έχουμε κοινά, ούτε θυμίζει την κοπέλα που ήμουνα παλιά. Τα όνειρά μου σκονισμένα στο πατάρι μαζί με την φοιτητική κιθάρα μου κι όλα τα «θέλω» μου χωμένα στο μπαούλο με κάποιες παιδικές μου αναμνήσεις. Όχι, δεν με γνωρίζω πια. Ξέρω ότι μ’ αρέσει να φοράω το ζεστό λευκό παλτό μου το χειμώνα, αλλά δεν ξέρω τι «ζεσταίνει» τις κενές και κουρασμένες μου στιγμές. Δεν βρήκα ούτε και σήμερα μια ώρα για να μείνω λίγο μόνη μου, να με κοιτάξω ουσιαστικά, να με φροντίσω.
Τρέχω τόσο πολύ να τα προλάβω όλα, που τελικά δεν προλαβαίνω να ζήσω. Δεν απολαμβάνω μία εκδρομή με τα παιδιά, δεν μιλάω όπως παλιά στον άνθρωπό που κάποτε αγάπησα πολύ, δεν βρίσκω χρόνο για τους φίλους μου, δεν προλαβαίνω να ασχοληθώ μαζί μου. Ο χρόνος είναι αδυσώπητος και σκέφτομαι πως κάτι πάει πολύ λάθος…. Ίσως να φταίει το σύστημα ή οι ρυθμοί όπως τους έχουμε ορίσει. Ίσως να φταίω εγώ και ο λάθος χειρισμός του χρόνου μου. Ό,τι κι αν φταίει, το αποτέλεσμα είναι ότι δεν ζω. Κι αυτό θέλω να το αλλάξω.
Θέλω να ζήσω, να βγαίνει ο ήλιος το πρωί και να χαμογελώ. Θέλω να έχω τον χρόνο σύμμαχο και οδηγό και όχι εχθρό μου. Περνάνε τα λεπτά, τα χρόνια, η ζωή και ακόμα δεν βρήκα ούτε ένα δευτερόλεπτο να δείξω στα παιδιά μου ότι η ζωή αξίζει όταν προσφέρουμε ή όταν αγαπάμε με τις πράξεις μας. Δεν βρήκα ούτε και σήμερα καιρό να δω εάν ο καθρέφτης μου απεικονίζει εμένα και όχι μία ξένη που τρέχει να τα προλάβει όλα και τελικά ξεχνάει να ζήσει…