«Όταν ήμουν μικρό κορίτσι, ήμουν διαρκώς αγχωμένη και μπερδεμένη. Δεν καταλάβαινα ότι δεν ήταν φυσιολογικό να νιώθω έτσι και πίστευα ότι ήταν δικό μου το φταίξιμο.
Έπειτα από πολλά χρόνια, πολλή ψυχοθεραπεία και αφού χρειάστηκε να γνωρίσω καλά τον εαυτό μου, συνέδεσα όλα αυτά τα συναισθήματα με την σχέση μου με τη μητέρα μου. Έτσι, άρχισα σιγά-σιγά να διαπραγματεύομαι αυτό που πάντα ήταν μια σχέση γεμάτη ένταση και δυσφορία, μια σχέση που θεωρούσα ότι θα έπρεπε να είναι εύκολη.
Ξέρω, ξέρω: Για πολλές γυναίκες η σχέση μαμάς-κόρης δεν είναι εύκολη. Η δική μας, όμως, έδειχνε εξαιρετικά δύσκολη.
Στα 20 μου, όταν άρχισα την ψυχοθεραπεία και άρχισα να βλέπω όσα δεν λειτουργούσαν στη σχέση μας, έκανα το μοναδικό πράγμα που μου φαινόταν λογικό εκείνη την περίοδο: Την έβγαλα από την ζωή μου. Ήταν δύσκολο –πολύ, πολύ δύσκολο. Ήταν δύσκολο κάθε μέρα, αλλά πολύ περισσότερο στις γιορτές και στα γενέθλια. Πάλευα με τεράστιες ενοχές και τρομερή λύπη, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσα να κατανοήσω την κατάσταση. Ήμουν ο χειρότερος άνθρωπος του κόσμου που δεν μιλούσα στην ίδια μου τη μητέρα; Γιατί όλοι οι άλλοι είχαν τόσο καλή σχέση με τις δικές τους μαμάδες; Τι πήγαινε στραβά μ’εμένα;
Με την πάροδο του χρόνου, καθώς “δούλευα” με τον εαυτό μου, έγινα σταδιακά λίγο πιο πρόθυμη να ξαναχτίσω τη σχέση μου με τη μητέρα μου. Το έκανα, όμως, με πλήρη συνείδηση, γνωρίζοντας σε τι έμπλεκα, θέτοντας σκοπίμως όρια και προσεγγίζοντας κάθε συναναστροφή μας επιφυλακτικά.
Το να έρθω ξανά σε επαφή μαζί της, σίγουρα μετρίασε τις ενοχές μου και με βοήθησε να νιώθω κάπως πιο… φυσιολογική. Αλλά όταν γινόμουν ειλικρινής με τον εαυτό μου, συνειδητοποιούσα ότι ήμουν συναισθηματικά εξαντλημένη. Ήμουν διαρκώς έτοιμη να σηκώσω τείχη, και παρόλο που τα πράγματα έδειχναν φαινομενικά «καλύτερα», ήμουν ξανά παγιδευμένη σε μία μόνιμη κατάσταση υπερέντασης, ένα αίσθημα που ήξερα καλά από τα παιδικά μου χρόνια.
Ωστόσο, έλεγα στον εαυτό μου ότι τα πράγματα είναι καλύτερα. Σωστά;
Το περασμένο καλοκαίρι ταξιδέψαμε με την οικογένειά μου για να την επισκεφθούμε, και ξαφνικά ένιωσα να βρίσκομαι στην ίδια απροσδόκητη θέση –να νιώθω εντελώς παγιδευμένη. Καθώς οι διακοπές μας συνεχίζονταν, ένιωθα όλο και χειρότερα. Δεν ήταν κάτι καινούργιο αυτό για εμένα, αλλά πλέον ήμουν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος από ό,τι ήμουν στα 20. Και είχα μια οικογένεια που με χρειαζόταν. Δεν μπορούσα απλά να μη μιλάω και να κλείνομαι στον εαυτό μου. Έτσι, πήρα μια απόφαση.
Εξαφάνισα τη μητέρα μου.
Δεν θα πω ότι ήταν εύκολο, αλλά ήταν πολύ πιο εύκολο από αυτό που έκανα όταν ήμουν 20. Ειλικρινά, ήταν πολύ μεγάλη ανακούφιση το να την αφήσω πίσω μου. Σταμάτησα να προσπαθώ να βάλω τα σωστά όρια. Σταμάτησα να προσπαθώ για μία υγιή σχέση. Σταμάτησα να προσπαθώ να την μετατρέψω στη μητέρα που χρειαζόμουν. Απλά την διέγραψα.
Σίγουρα, υπάρχουν μέρες που αυτό κάπως με στεναχωρεί, όμως τον περισσότερο καιρό αποδέχομαι πλήρως την κατάσταση. Όταν είμαι λυπημένη, τα συναισθήματά μου περιστρέφονται ουσιαστικά γύρω από την απώλεια του να μην έχω μια συναισθηματικά διαθέσιμη μητέρα στη ζωή μου. Ειδικά τώρα που είμαι κι εγώ μαμά. Δεν είναι, όμως, εύκολο να αντιμετωπίζεις μία τοξική σχέση που σε εξαντλεί συναισθηματικά και μπορεί να αποβεί καταστροφική ακόμα και για την ψυχική σου υγεία. Δεν είμαι πια ένα μπερδεμένο παιδί. Είμαι μια υπεύθυνη ενήλικας, με δική μου οικογένεια.
Από τότε που βρέθηκα σε εκείνη τη συγκεκριμένη κατάσταση πέρσι το καλοκαίρι -μια πολύ οικεία κατάσταση, που με έκανε να νιώθω μπερδεμένη, ανισόρροπη, ντροπιασμένη και πληγωμένη, παρόλο που δεν είχα κάνει τίποτα λάθος και το πρόβλημα δεν είχε να κάνει με εμένα- ήξερα ότι είχε έρθει η ώρα. Μπλόκαρα τον αριθμό της. Έθεσα συγκεκριμένη λειτουργία ώστε να μη λαμβάνω τα μηνύματά της. Σταμάτησα να την έχω φίλη στο Facebook. Δεν απαντώ στις κάρτες και στα δώρα της.
Τον τελευταίο χρόνο, η αυτοπεποίθησή μου έχει εκτοξευτεί. Ξεκίνησα μια νέα επιχείρηση με την κολλητή μου. Γράφω ξανά. Χωρίς τη μητέρα μου στη ζωή μου, νιώθω πιο “ελαφριά” και ελεύθερη να είμαι αυτή που θέλω πραγματικά. Νιώθω πλέον ότι υπάρχει αρκετός χώρος στον κόσμο για όλα αυτά που του φέρνω –μεγάλα συναισθήματα, άγρια πίστη, βαθιά ενσυναίσθηση, ισχυρό επιχειρηματικό ένστικτο και μερικές σπίθες δημιουργικότητας.
Από τότε που έβγαλα από τη ζωή μου τη μητέρα μου, μπορώ πια να είμαι ο εαυτός μου.»
Πηγή: scarymommy.com