Αφαντασία, η τύφλωση του μυαλού
Η κατάσταση που ονομάζουμε πλέον αφαντασία παρατηρήθηκε και καταγράφηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 19ου αιώνα, έπρεπε όμως να φτάσουμε στο 2005 για να μελετηθεί σοβαρά. Το 2015 δημοσιεύθηκε η πρώτη μελέτη με τη συμμετοχή ενός ικανού αριθμού ανθρώπων που δήλωσαν ότι αδυνατούν να φανταστούν ανακαλώντας ή δημιουργώντας εικόνες.
Τελικά, η φράση «τύφλωση του μυαλού» ίσως είναι η πιο κατάλληλη μεταφορά για να αντιληφθεί κανείς αμέσως τι ακριβώς είναι η αφαντασία. Με δυο λόγια, είναι η αδυναμία κάποιου να σχηματίσει εικόνες με το μυαλό του κατά βούληση, ακόμα και όταν αφορούν όχι κάτι γενικό (ένα άλογο π.χ.), αλλά τα πιο οικεία πράγματα ή πρόσωπα.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί να σκεφτεί έναν δικό του άνθρωπο φέρνοντας ταυτόχρονα το πρόσωπό του στο μυαλό του. Δεν τον έχει ξεχάσει, βεβαίως, αλλά δεν μπορεί να ανακαλέσει την εικόνα του ανθρώπου αυτού από τη μνήμη του. Ακόμα και όταν πρόκειται για το ίδιο του το παιδί.
Πώς είναι να ζεις χωρίς να «κάνεις εικόνες»
Για τους αφαντασιακούς, φαίνεται ότι η κατάστασή τους είναι κάτι που έρχετια εντελώς φυσικά και είναι δύσκολο να αντιληφθούν πώς είναι να «κάνεις εικόνα» τα πάντα κατά βούληση. Έχουν μάθει εξαρχής να σκέφτονται και να φαντάζονται διαφορετικά, χωρίς αυτό να τους στερεί κάποια δυνατότητα.
Απ’ ότι διαπιστώνεται, άλλωστε, η αφαντασία δεν είναι μια συμπαγής κατάσταση που εμφανίζεται σε όλους με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Δεν αδυνατούν όλοι οι αφαντασιακοί να ανακαλέσουν την όψη των συγγενών τους από τη μνήμη τους ή εικόνες από τις εμπειρίες τους. Επίσης, δεν περιορίζεται πάντα στην αδυναμία οπτικοποίησης, αλλά και στην ανάκληση στοιχείων που αφορούν τις άλλες αισθήσεις.
«Αντιλαμβάνομαι μια γεύση μόνο τη στιγμή που τρώω», λέει ένας αφαντασιακός σε αφιέρωμα του BBC, «ξέρω ακριβώς τι μου αρέσει όταν διαβάζω ένα μενού, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν ξέρω γιατί μου αρέσει».
Είναι εφικτή μια «θεραπεία»;
Γνωρίζουμε ακόμη πολύ λίγα για την γεννεσιουργό αιτία της αφαντασίας, ώστε να μιλάμε για «θεραπεία», αν και δεν φαίνεται να είναι κάτι που δυσχεραίνει τη ζωή όσων το βιώνουν. Είναι μια κατάσταση που μπορεί να υπάρχει εκ γεννετής, αλλά να εμφανιστεί και αργότερα είτε για παθολογικούς είτε για ψυχολογικούς λόγους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, πάντως, δείχνει να αποτελεί έναν διαφορετικό τρόπο αντίληψης και όχι μια υστέρηση που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Όχι σε όλους, τουλάχιστον.
Μιλώντας στο BBC, μια καθηγήτρια δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δήλωσε πως όταν ήταν μαθήτρια της ήταν αδύνατο να κάνει πράξεις με το μυαλό της και ένιωθε πως όλοι γύρω της «κλέβουν» με κάποιο τρόπο. Σήμερα, που διδάσκει σε παιδιά, περισσότερο απ’ όλα την δυσκολεύει το να θυμάται τα πρόσωπά τους, αφού πάσχει και από προσωπαγνωσία.
Αντί για θεραπεία, αυτό που ίσως μπορεί να γίνει με την αφαντασία είναι κάποιος να εξασκήσει εκείνους τους «μυς» του εγκεφάλου που δείχνουν να έχουν ατροφήσει. Υπάρχει το παράδειγμα ενός 31χρονου που δεν μπορούσε να φανταστεί τη γυναίκα και το παιδί του. Ακολουθώντας μια σειρά από τεχνικές και ασκήσεις, η ικανότητα του να φαντάζεται με εικόνες βελτιώθηκε αισθητά χωρίς, βέβαια, να έχει απαλλαγεί εντελώς από την πρότερη αδυναμία του.