Καταρχάς, υπάρχουν περί τα 150 είδη κουνουπιών «εκεί έξω», τα οποία διαφέρουν μεταξύ τους ανάλογα με την επιμονή τους στο τσίμπημα, τις συνήθειές τους, την ικανότητά τους να μεταφέρουν ασθένειες και την πτητική τους ικανότητα.
Τα πιο κοινά κουνούπια του γένους Culex τσιμπούν επίπονα και επίμονα και συχνάζουν στα σπίτια προκειμένου να τσιμπήσουν τους ενοίκους τους. Τσιμπούν το σούρουπο και όταν έχει πέσει ο ήλιος και μπορούν να διασπείρουν τον ιό του Δυτικού Νείλου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι πολύ ικανά στο πέταγμα και δεν μπορούν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις. Τέλος, προτιμούν να τσιμπούν π.χ. πουλιά παρά ανθρώπους. Ένα άλλο κοινό είδος είναι τα Aedes. Kάποια από αυτά μεταφέρουν τον Κίτρινο Πυρετό και τον Δάγκειο Πυρετό. Τρέφονται νωρίς το πρωί, το απόγευμα και το σούρουπο, καθώς και τις πρωινές ώρες, όταν έχει συννεφιά ή αν βρεθείτε σε ένα σκοτεινό μέρος. Γενικά δεν συχνάζουν σε σπίτια, ωστόσο προτιμούν να τσιμπούν ανθρώπους παρά άλλα θηλαστικά.
Τέλος, ένα ακόμα πολύ συνηθισμένο είδος κουνουπιών είναι τα Anopheles, τα οποία είναι υπεύθυνα για την μετάδοση της ελονοσίας. Ο λόγος που μεγάλο μέρος του πληθυσμού της γης έχει γλυτώσει από την συγκεκριμένη νόσο, παρά τα συχνά τσιμπήματα αυτών των κουνουπιών είναι το κλίμα. Όπως λένε οι επιστήμονες, η ελονοσία εμφανίζεται μόνο σε μέρη όπου η μέση θερμοκρασία είναι πάντα άνω των 18 βαθμών Κελσίου. Τα κουνούπια αυτά πεθαίνουν σε θερμοκρασίες κάτω των 18 βαθμών και γι'αυτό συναντώνται κυρίως σε περιοχές όπως η Κένυα και πολύ σπάνια στον δυτικό κόσμο.
Ποιους ανθρώπους προτιμούν τα κουνούπια
Τα διαφορετικά αυτά είδη κουνουπιών δεν διαφέρουν μόνο στα σημεία που αναφέρθηκαν παραπάνω, αλλά και στο τι τα έλκει στο τσίμπημά τους. Για να εντοπίσουν τα κουνούπια τα θηράματά τους χρειάζονται διοξείδιο του άνθρακα, ζέστη, υγρασία, μυρωδιά και όραση. Όταν, λοιπόν, μας μυρίζουν, διεγείρεται μέσα τους ένα αριθμός χημικών. Μελέτη του 2000 αναγνώρισε 346 χημικά που εκλύει η μυρωδιά του ανθρώπινου χεριού, εκ των οποίων τα 277 μπορεί να προσελκύσουν κουνούπια.
Τα πιο χαρακτηριστικά χημικά που χρησιμοποιούν τα κουνούπια για να αναγνωρίσουν και να τσιμπήσουν τους ανθρώπους περιλαμβάνουν το L-γαλακτικό οξύ, την αμμωνία, τα καρβοξυλικά οξέα και την οκτενόλη, και όλα αυτά σε συνδυασμό μεταξύ τους. Σε πειράματα, οι επιστήμονες βρήκαν ότι προσθέτοντας L-γαλακτικό οξύ στη μυρωδιά ενός ανθρώπου που κατά κανόνα δεν έλκει τα κουνούπια, τον έκανε πιο ελκυστικό σε αυτά του είδους Aedes. Επιπλέον, η παρουσία διοξειδίου του άνθρακα κάνει το είδος αυτό πιο ευαίσθητο στις ανθρώπινες μυρωδιές.
Μελέτη του 1999 βρήκε ότι τα κουνούπια που μεταφέρουν ελονοσία δεν έλκονται από τον φρέσκο ανθρώπινο ιδρώτα, παρά μόνο αν το άτομο δεν έχει κάνει μπάνιο για μία-δύο ημέρες. Κατά την διάρκεια των δύο αυτών ημερών, τα βακτήρια του ιδρώτα πολλαπλασιάζονται και το pH της επιδερμίδας αλλάζει από όξινο σε αλκαλικό, σηματοδοτώντας την αποσύνθεση του ιδρώτα σε αμμωνία –και έτσι προσελκύονται τα κουνούπια. Επιπλέον, η ίδια μελέτη σημειώνει ότι τα κουνούπια της ελονοσίας συρρέουν με τη μυρωδιά του δανέζικου τυριού Limburger, η μυρωδιά του οποίου μοιάζει με αυτήν της... «ποδαρίλας». Μάλιστα, τα κουνούπια αυτά είναι ικανά να τσιμπήσουν και το τυρί αυτό, και τα ανθρώπινα πόδια που μυρίζουν έντονα, αλλά ακόμα και κάλτσες που μυρίζουν αν τις έχει κανείς φορέσει για πολλές ημέρες.
Βέβαια, η συμβουλή «έχε τα πόδια σου ...καθαρά» θα σας προστατεύσει μόνο έναντι των κουνουπιών της ελονοσίας, καθώς όλα τα άλλα κουνούπια δεν επηρεάζονται ιδιαίτερα από την μυρωδιά των ποδιών. Αν, όμως, πρόκειται να ταξιδέψετε σε τροπικά μέρη, το να διατηρήστε όσο πιο καθαροί γίνεται θα σας βοηθήσει να αποφύγετε πολλά τσιμπήματα. Τα κουνούπια της Ευρώπης και της Αμερικής, ωστόσο, δεν ενδιαφέρονται για το πόσο καθαροί είστε.
Παρ'όλα αυτά, το γεγονός ότι τα βακτήρια του ανθρώπινου δέρματος παίζουν ρόλο στην προσέλκυση κουνουπιών δημιουργεί μία εικόνα αναφορικά με τις γευστικές προτιμήσεις τους. Συγκεκριμένα, μεταξύ των καρβοξυλικών οξέων που αναφέρθηκαν παραπάνω, τα οποία προκαλούν τα κουνούπια, υπάρχουν ορισμένα λιπαρά οξέα που σχετίζονται με την μυρωδιά του ανθρώπινου δέρματος. Ο ίδιος ο ιδρώτας είναι άοσμος μέχρι τα βακτήρια να ενεργήσουν σε αυτόν και να τον κάνουν να μυρίσει. Έτσι, τα βακτήρια μεταβολίζοντας τον ιδρώτα μας, στέλνουν στα κουνούπια το σήμα ότι... είμαστε εδώ για να τσιμπήσουν!
Ένα ακόμα συστατικό του ανθρώπινου ιδρώτα που προσελκύει τα κουνούπια είναι γενετικό. Παρόλο που κάποιοι επιστήμονες υποστηρίζουν πως άτομα που τα κουνούπια δεν βρίσκουν ελκυστικά, απλά παράγουν λιγότερο διεγερτικές μυρωδιές, μια άλλη θεωρία λέει ότι τα ίδια αυτά άτομα παράγουν συστατικά που εμποδίζουν την ικανότητα των κουνουπιών να αναγνωρίσουν τα θηράματά τους. Μελέτη του 2008 αναγνώρισε πέντε τέτοια χημικά που παράγονται από τους ανθρώπους και που απωθούν τα κουνούπια.
Αντίστροφα, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι γενετικά καταδικασμένοι να έλκουν τα κουνούπια.
Τι μπορούν να κάνουν για να αποφεύγουν όσο γίνεται το τσίμπημά τους; Οι ειδικοί λένε ότι βοηθά να κάνουν μπάνιο το σούρουπο, όταν τα κουνούπια κάνουν επιδρομή και αναζητούν μυρωδιά ιδρώτα που έχει «μείνει» για ώρες, ή να τρίβουν το δέρμα τους με αντιμικροβιακά φυτά, όπως το φασκόμηλο, για να περιορίζουν τις ενέργειες της μικροχλωρίδας του δέρματος. Ενδεχομένως, βέβαια, το καλύτερο που έχουν να κάνουν να είναι η χρήση κάποιο καλού αντικουνουπικού καλλυντικού.
Δείτε εδώ πώς θα φτιάξετε μόνοι σας φυσικά αντικουνουπικά.
Επίσης, αν υποφέρετε από επιδρομές κουνουπιών και για να αποφύγετε τα χημικά αντικουνουπικά, μπορείτε να τοποθετήσετε στο σπίτι σας φυτά όπως ευκάλυπτο λεμόνι, καθώς και δεντρολίβανο, λεμονιά και φλισκούνι. Αντικουνουπικές ιδιότητες έχουν επίσης η κανέλα, η κιτρονέλλα και το θυμάρι, καθώς και το κύμινο και το λεμονόχορτο.
Τα έλαια όλων των παραπάνω φυτών μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην δημιουργία φυσικών αντικουνουπικών, όμως καθώς αυτά εξατμίζονται γρήγορα, θα πρέπει κανείς να τα εφαρμόζει ξανά και ξανά στην επιδερμίδα του. Οι ειδικοί λένε ότι αν δοκιμάσετε να προσθέσετε μερικές σταγόνες βανιλίνης σε ένα «σπιτικό» αντικουνουπικό, μπορεί να παρατείνετε την επίδραση των συστατικών του.
Πηγή: salon