Μ. Μάζαρης: «το σχολείο δεν είναι πια όπως το ξέραμε και φταίμε όλοι»

Μ. Μάζαρης: «το σχολείο δεν είναι πια όπως το ξέραμε και φταίμε όλοι»

Τα παρακάτω λόγια του δασκάλου Μάριου Μάζαρη, δίνουν σε γονείς, εκπαιδευτικούς και κράτος τροφή για σκέψη. Διαβάστε τα προσεχτικά!

Μου το γράφουν συνέχεια οι συνάδελφοι και το παρατηρώ κι εγώ: το σχολείο πια δεν είναι όπως το ξέραμε. Όσοι εργαζόμαστε σε αυτό για περισσότερα από δέκα χρόνια, βλέπουμε μια κοινωνία που αλλάζει. Δεν θα πω αν αλλάζει προς το καλύτερο ή το χειρότερο, αλλά με το χέρι στην καρδιά, θα πω ότι μετασχηματίζεται σε μια κοινωνία που δυσκολεύεται να συνυπάρξει.

Είναι δύσκολο να αποδοθούν ευθύνες χωρίς να εξετάσουμε το συνολικό πλαίσιο. Αν πούμε ότι φταίνε οι γονείς, θα είναι άδικο να μη σκεφτούμε τον αγώνα που δίνουν καθημερινά για να τα βγάλουν πέρα. Αν πούμε ότι φταίει το κράτος, θα είναι σαν να υποτιμούμε την προσωπική ευθύνη. Αν ρίξουμε το βάρος στο σχολείο, θα είναι σαν να φορτώνουμε στις πλάτες μας όλη την ευθύνη του κόσμου. Η αλήθεια είναι πως η ευθύνη βαραίνει όλους.

Χαρακτηριστικό σύμβολο της αλλαγής αυτής είναι, σχηματικά, το «καλαμάρι». Το «Παιχνίδι του Καλαμαριού» (Squid Game) ήρθε στη ζωή μας τα τελευταία χρόνια ως τηλεοπτική σειρά από τη Νότια Κορέα, σημειώνοντας παγκόσμια επιτυχία. Την έχω δει; Όχι. Θέλω να τη δω; Επίσης όχι. Πώς την έμαθα; Από τα παιδιά.

Με μια γρήγορη αναζήτηση, διαπιστώνω ότι η σειρά απαγορεύεται σε ηλικίες κάτω των 16 ετών λόγω σκληρών σκηνών και των μηνυμάτων που μεταδίδει. Γιατί, λοιπόν, σχεδόν όλα τα παιδιά του δημοτικού (6-12 ετών) τη γνωρίζουν; Γιατί ντύνονται με αποκριάτικες στολές εμπνευσμένες από αυτήν ή παίζουν στα διαλείμματα παιχνίδια βασισμένα στη σειρά;

Δεν έχω απαντήσεις. Όπως δεν έχω απαντήσεις για το γεγονός ότι πολλά παιδιά κοιμούνται μετά τα μεσάνυχτα και έρχονται στο σχολείο νυσταγμένα, αντί να κοιμούνται στις 9, όπως συστήνεται. Ούτε για το ότι έχουν κινητά από τα 5, τα 7 ή τα 9 τους χρόνια. Ούτε για το ότι έχουν λογαριασμούς σε TikTok, YouTube και άλλες πλατφόρμες, αν και είναι παράνομο για ανηλίκους. Ούτε για το ότι γνωρίζουν βρισιές που ούτε εμείς δεν ξέρουμε. Ούτε για το ότι ακούν τραγούδια που ούτε εμείς τολμάμε να ακούσουμε, ενώ ταυτόχρονα βαριούνται τα μαθήματα, τη μελέτη και την προσπάθεια.

Έχουν εθιστεί στις οθόνες, στην επιβεβαίωση και στην αδρεναλίνη, στα υλικά αγαθά και την κατανάλωση. Το σχολείο, όμως, απαιτεί κόπο· είναι «βαρετό» και «παλιό».

Κανείς δεν μας προετοίμασε για το ότι θα ερχόταν η μέρα που τα παιδιά θα μας έλεγαν:
— «Κύριε, με είπε π@!!!#$στη.»
— «Κύριε, μου έβρισε τη μάνα.»
— «Μου έδειξε το μόριό του.»
— «Με κλώτσησε.»
— «Με… με… με…»

Και η κοινωνία απλώς κρίνει:
— «Το σχολείο δεν κάνει τίποτα.»
— «Οι εκπαιδευτικοί είναι άχρηστοι.»
— «Τους πληρώνουμε και φοβούνται.»

Η αλήθεια είναι ότι και οι εκπαιδευτικοί φοβούνται. Σπουδάσαμε ένα επάγγελμα που απευθύνεται σε παιδιά, αλλά τα παιδιά δεν υπάρχουν πια. Στη θέση τους υπάρχουν μικρογραφίες ενηλίκων: με άπειρες δραστηριότητες, συναίσθημα που δεν εκφράζεται, οργή, θυμό, κατασκευασμένες επιθυμίες, σεξουαλικά υπονοούμενα, χορούς πάνω σε τραπέζια και κινητά που περιέχουν τα πάντα. Και όλα αυτά, από παιδιά νηπιαγωγείου.

Το σχολείο έχει γίνει το «Παιχνίδι του Καλαμαριού». Αναρωτιόμαστε ποιος θα επιβιώσει: οι μαθητές, οι δάσκαλοι, οι γονείς ή η κοινωνία;

Δεν το γράφω για να απογοητεύσω. Αντίθετα, το γράφω για να τονίσω πόσο δύσκολη έχει γίνει η δουλειά του δασκάλου. Και πως η μόνη λύση που βλέπω είναι να σηκώσουμε τα μανίκια και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Όλοι.

 

v