«Πριν από 7 χρόνια σαν σήμερα έμαθα ότι είμαι έγκυος.
Μέσα στο δωμάτιο ενός κυκλαδίτικου ξενοδοχείου, με αυτή την ίδια θέα που βλέπω τώρα.
Τα κλάμματα έβαλα.
Κλάμματα των οποίων τα δάκρυα έκρυβαν το κάθε ένα από αυτά από λίγο ή πολύ, συγκίνηση, χαρά, ανακούφιση, τρόμο, φόβο, άγχος, απορία, ενθουσιασμό, δισταγμό.
Δεν ήμουν από εκείνες τις γυναίκες που η μητρότητα ήταν όνειρο ή αυτοσκοπός τους.
Η συνάντησά μας με τη μητρότητα ηταν ξαφνική, θα έλεγα μοιραία. Εκείνη το αποφάσισε για μένα. Αυτή με βρήκε.
Αλλά μίλησε μέσα μου, από τη πρώτη στιγμή που αντίκρισα τις δυο μπλε γραμμούλες.
Της άνοιξα τη πόρτα να περάσει παρακολουθώντας την αποσβολωμένη να μπαίνει στη ζωή μου.
Και να τακτοποιεί την εγκατάσταση της όπως ακριβώς θα εκανε ένας απρόσκλητος μουσαφίρης που ήρθε για να μείνει, χωρίς καν να ρωτήσει τον σπιτονοικοκύρη αν μπορεί.
Και κάπως έτσι μαγικά ήταν σαν να μετατράπηκε η χρόνια αντίσταση που είχα για τη μητρότητα σε μια βαθιά επιθυμία.
Σαν να αντιστάθμιζα τόσα χρόνια την ανείπωτη, ενδόμυχη ανάγκη μου να συναντήσω τη κόρη μου, με μια επίμονη άρνηση γι αυτό το καρμικό γεγονός.
Και μετά ήρθε το λουλούδι μου.
Αυτή η ολοκληρωμένη πολύπλευρη προσωπικότητα να ταράξει συνθεμελα την ύπαρξη μου.
Με όλα τα καλά, τα υπέροχα, τα δύσκολα, τα ακραία, τα πρωτόγνωρα , τα απρόοπτα κ τα αναμενόμενα της.
Και ενώ τη γνώρισα τη μητρότητα ακόμα τη φοβάμαι. Ακριβώς, επειδή κάθε μέρα τη μαθαίνω καλύτερα.»