«Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που με χτύπησε. Ήταν ένα πρωί που τα παιδιά, έλειπαν στο σχολείο και εμείς είχαμε έναν ανόητο καβγά για το ποιος θα πάει στο σουπερμάρκετ.
Δεν πρόλαβα να αντιδράσω. Το χαστούκι ήταν γερό και ένιωσα το αριστερό μου μάγουλο να μουδιάζει. Στα οκτώ χρόνια που ήμασταν μαζί ποτέ δεν είχε σηκώσει χέρι πάνω μου. Ήταν οξύθυμος και έβριζε, αλλά ποτέ δεν με είχε χτυπήσει.
Μετά το χαστούκι ήρθε η σιωπή. Κοιταζόμασταν για αρκετή ώρα, χαμένοι και οι δυο. Έφυγε απ' την κουζίνα, αλλά εγώ έμεινα εκεί. Το ίδιο βράδυ μου ζήταγε συγγνώμη και έκλαιγε σαν μωρό παιδί.
''Δεν ξέρω τι με έπιασε. Συγγνώμη. Δεν θα συμβεί ξανά. Συγγνώμη''
Το έλεγε ξανά και ξανά με δάκρυα στα μάτια. Τον πίστεψα. Δεν έπρεπε...
Δύο χρόνια μετά από αυτό το περιστατικό με χτυπούσε και με έβριζε με την παραμικρή αφορμή. Κάποιες φορές μάλιστα, μπροστά στα παιδιά μας.
Όταν τον έπιανε η μανία του, κρύβονταν στο δωμάτιό τους και ήξερα ότι έτρεμαν από τον φόβο τους. Η καρδιά μου είχε σπάσει, το σπίτι μας είχε διαλυθεί και τα παιδιά μου ζούσαν υπό το καθεστώς του φόβου, αλλά εγώ δεν έφευγα.
Φοβόμουν και ήμουν άνεργη. Όλο μου το είναι εξαρτιόταν απ' αυτόν τον άνθρωπο. Ήμουν ντροπιασμένη, απελπισμένη και αβοήθητη.
Μέχρι που ένα βράδυ το ποτήρι ξεχείλισε...
Σιδέρωνα όταν άκουσα τις κραυγές του γιου μου. Έτρεξα στο σαλόνι και είδα το παιδί μου πεσμένο στο πάτωμα με τα χέρια σε θέση άμυνας. Εκείνος στεκόταν απειλητικά πάνω του. Τον είχε χτυπήσει. Η κόρη μου με κοίταζε παγωμένη σε μια γωνία.
Εκείνο το βράδυ ήταν η τελευταία φορά που αυτός ο άνθρωπος σήκωσε χέρι πάνω μας. Την επόμενη μέρα όσο έλειπε στη δουλειά, μάζεψα λίγα πράγματα των παιδιών και φύγαμε.
Μια καλή μου φίλη δέχτηκε να μας φιλοξενήσει μέχρι να δούμε τι θα κάνουμε. Το μετά ήταν δύσκολο και επίπονο. Αστυνομίες, περιοριστικά μέτρα, δικηγόροι και μια αβεβαιότητα που σου ρούφαγε την ψυχή.
Έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε. Τα παιδιά μου είναι πλέον χαρούμενα, ανεξάρτητα και κάνουν τη ζωή τους. Εγώ είμαι ταμίας σε ένα κατάστημα και ζω μια ήσυχη ζωή.
Δεν έφτιαξα ξανά τη ζωή μου. Δεν νομίζω ότι μπορώ να εμπιστευτώ πια κανέναν. Το μόνο που ξέρω είναι ότι έσωσα εμένα και τα παιδιά μου. Και αυτό μου αρκεί.
Το να φύγεις από μια κακοποιητική σχέση είναι πάρα πολύ δύσκολο και μόνο όταν το έχεις ζήσει, το καταλαβαίνεις. Όμως πρέπει να δαμάσεις τον φόβο σου και να το κάνεις. Για το καλό σου. Γιατί δεν το αξίζεις. Γιατί δεν θα αλλάξει.»