«Ο μπαμπάς ήταν 63 ετών όταν του είπαν ότι έχει καρκίνο. Κανείς στην οικογένεια δεν το πίστευε. Ήταν πάντοτε υγιής, φανατικός αντικαπνιστής, γυμναζόταν καθημερινά και πρόσεχε τη διατροφή του.
Η μαμά δεν έχει διαγνωστεί επίσημα με τη νόσο Αλτσχάιμερ, αλλά τα πρώτα συμπτώματα εμφανίστηκαν όταν έγινε 60 χρονών. Δεν μας έκανε εντύπωση. Η γιαγιά μας είχε και εκείνη Αλτσχάιμερ και έζησε με αυτό για σχεδόν 10 χρόνια πριν πεθάνει.
Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να χάσεις έναν γονέα, αλλά μέχρι και σήμερα μου κάνει εντύπωση η διαφορά μεταξύ της απώλειας του πατέρα μου και αυτής της μητέρας μου.
Η ασθένεια της μαμάς με λύγισε. Ήταν επώδυνο να τη βλέπω να ''σβήνει'' μπροστά στα μάτια μου[...] Άρχισα να την χάνω, όταν άρχισε να χάνει τα λόγια της. Επαναλάμβανε την ίδια ιστορία ξανά και ξανά και πολύ συχνά στεκόταν σε μια γωνιά χωρίς να ξέρει τι πρέπει να κάνει.
Θύμωνα που δεν πήγαινε στον γιατρό και ένιωθα αβοήθητη, καθώς μέναμε σε διαφορετική πολιτεία. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο εκτός από το να της τηλεφωνώ κάθε μέρα για να κουβεντιάζω μαζί της και να την ενθαρρύνω να βγαίνει έξω και να κάνει πράγματα με φίλους. Προσπαθούσα να έρθουμε πιο κοντά όπως είχα κάνει και με τον μπαμπά μου πριν φύγει από τη ζωή.
Κάποια στιγμή άρχισα να αναρωτιέμαι αν πραγματικά ήξερε ποια ήμουν όταν της τηλεφωνούσα. Ήταν πρόθυμη να μιλήσει, αλλά δεν μπορούσε πάντα να ακολουθήσει μια συζήτηση. Μπερδευόταν όταν της έλεγα για τις εγγονές της. Δεν τις θυμόταν...
Όταν την επισκέφτηκα τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα. Χανόταν στην πόλη που γνώριζε σαν την παλάμη της και το να πάμε κάπου έξω να φάμε της προκαλούσε πανικό. Με σύστηνε ως την αδερφή της ή τη μητέρα της.
Είναι συγκλονιστικό το πόσο άδεια ένιωθα που δεν με αναγνώριζε. Το ήξερα ότι κάποια στιγμή αυτό θα συνέβαινε, αλλά με διέλυσε. Πώς είναι δυνατόν να ξεχνάς το ίδιο σου το παιδί;
Όσο οδυνηρό κι αν ήταν να βλέπω τον πατέρα μου να πεθαίνει, ήξερα τι αντιμετώπιζε. Ήταν μαζί μου μέχρι το τέλος.
Στην περίπτωση της μαμάς μου όλα είναι...διαφορετικά. Οι αιματολογικές της εξετάσεις είναι μια χαρά, το ίδιο και το εγκεφαλογράφημα. Όμως ποτέ δεν ξέρω τι θα συναντήσω όταν την επισκέπτομαι.
Έχει χάσει τόσα πολλά κομμάτια του εαυτού της που δεν ξέρω αν υπάρχει στ' αλήθεια. Δεν μπορεί να δουλέψει, να οδηγήσει ή να μιλήσει στο τηλέφωνο. Δεν μπορεί να καταλάβει την πλοκή ενός μυθιστορήματος, να πληκτρολογήσει στον υπολογιστή ή να παίξει πιάνο. Κοιμάται 20 ώρες την ημέρα και τον υπόλοιπο χρόνο κοιτάζει έξω από το παράθυρο.
Όταν τη βλέπω είναι πάντοτε ευγενική και γλυκιά, αλλά δεν με ξέρει. Είναι πολύ μοναχικό να σε ξεχνάει η ίδια σου η μαμά.
Ήξερα ότι θα έχανα τον πατέρα μου από καρκίνο. Μπορούσα να προβλέψω πώς και πότε θα συνέβαινε. Είχα χρόνο να θρηνήσω και το πιο σημαντικό, ήξερε ποια ήμουν μέχρι το τέλος.
Η απώλεια της μαμάς μου με σκοτώνει και μπορεί να διαρκέσει χρόνια! Πώς μπορώ να θρηνήσω κάποιον που είναι ακόμα εδώ; Μερικές φορές φαντασιώνομαι ότι θα υπάρξει μια μαγική στιγμή που θα κοιτάξει στα μάτια μου και θα ξέρει ακριβώς ποια είμαι, που θα είναι πάλι η μαμά μου. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν θα συμβεί...».
Πηγή: healthline.com