Ενώ η μελέτη διαπίστωσε αυξημένα επίπεδα νικοτίνης στα περισσότερα παιδιά καπνιστών, κατέληξε επίσης ότι η εξέταση για το κατά πόσο υπάρχει νικοτίνη στο αίμα τους, είναι αρκετή για να αλλάξει φαινομενικά τη συμπεριφορά των γονέων, πριν ακόμα τους ανακοινωθούν τα αποτελέσματα.
«Εάν τα παιδιά εξετάζονται σε νεαρή ηλικία για νικοτίνη, τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να διαμορφώσουν τη συμπεριφορά των γονέων», δήλωσε στους Times η καθηγήτρια Λόρα Ρόουζεν, η οποία ήταν επικεφαλής της μελέτης για 140 οικογένειες.
«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ένα παιδί έχει νικοτίνη στον οργανισμό του, είτε οι γονείς καπνίζουν στο σπίτι, είτε στο μπαλκόνι. Αυτή η διαπίστωση θα μπορούσε να κάνει τους γονείς να σκεφτούν μία, δύο και πιθανώς 20 φορές πριν καπνίσουν μπροστά στα παιδιά τους, σε εσωτερικούς ή εξωτερικούς χώρους».
Η μελέτη της (όπου και δημοσιεύτηκε), διαπίστωσε ότι περίπου 7 στα 10 παιδιά, με καπνιστή γονέα, είχαν νικοτίνη μέχρι και στα μαλλιά τους.
«Αυτός είναι ένας βιοδείκτης που δείχνει ότι τα παιδιά έχουν σωρευτικές συνέπειες από το παθητικό κάπνισμα», δήλωσε η Ρόζεν, χαρακτηρίζοντας το εύρημα «ανησυχητικό».[...] Ένα από τα κύρια εμπόδια για την προστασία των παιδιών από το παθητικό κάπνισμα είναι ότι οι γονείς συχνά αρνούνται τον αντίκτυπό του, δήλωσε η Ρόζεν, ιδρύτρια του Ερευνητικού Φόρουμ Ελέγχου Καπνού του πανεπιστημίου της. Πρόσθεσε ότι τείνουν να υποτιμούν την έκταση και τις προφυλάξεις που απαιτούνται όταν καπνίζουν για να προστατεύσουν τα παιδιά.
Πηγή: timesofisrael.com