«Αν σήμερα είμαι μια καλή μαμά, το οφείλω στον υπέροχο άνθρωπο που έχω για πατέρα!»

«Αν σήμερα είμαι μια καλή μαμά, το οφείλω στον υπέροχο άνθρωπο που έχω για πατέρα!»

Κακά τα ψέματα, το τι είδους γονείς γινόμαστε έχει να κάνει και με το τι είδους γονείς έχουμε, αφού εκείνοι είναι τα πρότυπά μας καθώς μεγαλώνουμε και χτίζουμε σιγά σιγά τη δική μας προσωπικότητα. Καμιά φορά μάλιστα, η επιρροή τους είναι διαφορετική από αυτήν που θα περιμέναμε. Όπως στην περίπτωση αυτής της γυναίκας που, έχοντας πια δικά της παιδιά, αποδίδει τις αρετές της ως μαμά, όχι στη μητέρα, αλλά στον πατέρα της!

«Ο γιος μου λατρεύει να ακούει ιστορίες απ’ τα παιδικά μου χρόνια πριν κοιμηθεί. Κάποιες μάλιστα τις έχω πει δεκάδες φορές κι όμως, δεν σταματά να βρίσκει καινούργιο ενδιαφέρον στις λεπτομέρειες και να ζητά διευκρινίσεις για όλα. Ώσπου τον παίρνει ο ύπνος και οι απαντήσεις αναβάλλονται για το επόμενο βράδυ…

Για μένα πάλι, αυτό που έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι πως ο μεγάλος πρωταγωνιστής σ’ αυτές τις ιστορίες είναι ο πατέρας μου. Κάπως έτσι, οι βραδινές μου αφηγήσεις έγιναν αφορμή να θυμηθώ καλύτερα, όχι εκείνον – δόξα τω Θεώ, είναι ακόμη μαζί μας – αλλά την παρουσία του στη ζωή μου όταν ήμουν παιδί και να ζυγίσω την επιρροή του στον τρόπο που μεγαλώνω τα παιδιά μου σήμερα, κάποιες δεκαετίες αργότερα.

Το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο νου σ’ αυτές τις αναπολήσεις, είναι η στάση ζωής του – εκείνος ο συνδυασμός πειθαρχίας, τρυφερότητας και προσήλωσης σ’ αυτό που θεωρούσε σωστό ή καλύτερο. Ήταν για μας ένας πραγματικός φάρος, πάντα σταθερός και “φωτεινός”, κι αναρωτιέμαι συχνά αν εγώ έχω πάρει κάτι απ’ όλ’ αυτά. Ή αν μπορώ να τα εφαρμόσω, έχοντας εκείνον ως παράδειγμα.

Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Δηλαδή, αν ξύνω τη μύτη μου όταν οδηγώ με τον ίδιο τρόπο όπως θυμάμαι εκείνον να το κάνει, σίγουρα έχω πάρει λίγες απ’ τις ατελείωτες αρετές του.

Ναι, ατελείωτες!

Ο πατέρας μου είναι ένας άνθρωπος που μας έχει επηρεάσει όλους βαθιά – ακόμη και η μητέρα μου άλλαξε δίπλα του – και μας έμαθε άπειρα πράγματα πολύ πριν τα μάθουμε απ’ τα βιβλία. Μας τα έμαθε με τον καλύτερο τρόπο: παίζοντας, πλάθοντας ιστορίες, οργανώνοντας εξορμήσεις στην πόλη ή στη φύση που, στα παιδικά μας μάτια, ήταν αληθινές περιπέτειες.

Και φυσικά, συζητώντας. Με τον πατέρα μου καμία στιγμή και καμία δραστηριότητα δεν ήταν διαδικαστική. Η διαδρομή προς το σχολείο ήταν αφορμή να θυμηθούμε τι μάθαμε την προηγούμενη μέρα ή να αναλύσουμε το σχολικό μας σύστημα, η αναμονή στον γιατρό να μιλήσουμε για ότι μας κάνει να νιώθουμε όμορφα, η βόλτα για παγωτό να του εκμυστηρευθούμε όσα μας τρομάζουν κ.ο.κ.

Και καθώς μεγαλώναμε, άλλαζε τη συνταγή του. Λιγότερο παιχνίδι, περισσότερη συζήτηση, πάντα στη σωστή βάση και πάντα με σκοπό να μας ακούσει πρώτα και ύστερα να μας συμβουλέψει ή και να μας διορθώσει, αν χρειαζόταν.

Κάπως έτσι, έχτισε μαζί μας μια σχέση βαθιάς εμπιστοσύνης κι ήταν σίγουρος πως δεν θα του κρύβαμε ποτέ τίποτα και δεν θα φοβόμασταν να ζητήσουμε τη βοήθεια ή την καθοδήγησή του, όσο μεγάλοι κι αν είμαστε.

Εντάξει, ο αδερφός μου είναι αγόρι και του έλεγε τα πάντα. Αλλά εκείνος ήταν παρών και στις δικές μου μάχες με την εφηβεία και τις αλλαγές της. Με ενημέρωσε για όλα ώστε να μην αιφνιδιαστώ, χωρίς να νιώθει πως έμπαινε σε ξένα χωράφια – πως αυτά δεν είναι, τάχα, αντρικές δουλειές.

Για να μην τα πολυλογώ, οι αφηγήσεις των παιδικών μου χρόνων μου θύμησαν για ποιο λόγο νιώθω τόση ασφάλεια, απλώς και μόνο ακούγοντας τη φωνή του πατέρα μου στο τηλέφωνο.

Και κατάλαβα πως, αν είμαι μια καλή μάνα για τα παιδιά μου, το οφείλω σε μεγάλο βαθμό σ’ εκείνον, στον τρόπο που μας μεγάλώσε, τις αξίες που μας μεταλαμπάδευσε και το δυνατό, άσβεστο παράδειγμά του που με καθοδηγεί σωστά και σταθερά έως τα σήμερα.»

v