«Αν ποτέ κάποιος μου έλεγε “θα ήθελα να σε δω να ανεβάζεις σιγά σιγά την μπλούζα σου και να χαϊδεύεις την κοιλιά σου”, ξέρω πολύ καλά τι θα του έλεγα και που θα τον έστελνα.
Αυτές τις μέρες όμως, δεν είμαι μια 37χρονη γυναίκα και μητέρα που τριγυρίζει ανέμελη στο διαδίκτυο. Αντ’ αυτού, παίζω τον ρόλο ενός 11χρονου κοριτσιού, αθώου και ευάλωτου σε κάθε λογής θηρευτές του διαδικτύου. Παίζω αυτόν τον ρόλο γιατί είναι η δουλειά μου: “Ψαρεύω” και ξεσκεπάζω παιδόφιλους.
Τα μηνύματα ξεκινούν συνήθως σε χαλαρό ύφος. Τα σημάδια, βέβαια, είναι εκεί, αφού οι θηρευτές δηλώνουν “κυνηγοί ταλέντων” ή “φωτογράφοι”. Άλλοτε, πάλι, το πάνε πιο μακριά, αφού προσποιούνται ότι είναι κοριτσάκια, συνομήλικά μου, που θέλουν να κάνουν διαδικτυακές φίλες. Σε κάθε περίπτωση, η κουβέντα ξεκινά από κάτι φαινομενικά αθώο και εξελίσσεται σ’ αυτό που λέμε “προετοιμασία του θύματος”.
Ο σκοπός δεν είναι πάντα ο ίδιος: άλλοτε είναι για τον εαυτό τους κι άλλοτε για το κέρδος, δηλαδη για πορνογραφία. Σε πιο επικίνδυνες περιπτώσεις, μπορεί να αποσκοπούν και σε μια διά ζώσης συνάντηση για περαιτέρω εκμετάλλευση του θύματος.
Η αλήθεια είναι ότι αυτό που κάνω δεν “συνηθίζεται” ποτέ και κάθε φορά που “χτυπάει” ένα τέτοιο μήνυμα στον υπολογιστή μου, νιώθω το ίδιο τρομοκρατημένη, σα να ήμουν εγώ το κοριτσάκι που υποδύομαι. Δυστυχώς, στην εταιρεία μου βλέπουμε συνεχώς τέτοια μηνύματα να στέλνονται σε πραγματικά παιδιά και όχι απλές διαδικτυακές περσόνες σαν τις δικές μου. Κι όπως οι περσόνες μου, έτσι και τα υποψήφια θύματα διαφέρουν στην ηλικία, το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, την οικογενειακή κατάσταση, την καταγωγή και τα χαρακτηριστικά. Παρ’ όλ’ αυτά οι κίνδυνοι που κρύβουν οι αντίστοιχες εμπειρίες τους είναι οι ίδιοι για όλα αυτά τα παιδιά και καταλήγουν πάντα στο ίδιο αίτημα, την σεξουαλικη έκθεση κι εν δυνάμει εκμετάλλευση.
Αν αναρωτιέστε πώς γίνεται όλο αυτό σε μια εποχή που η επικοινωνία δεν γίνεται πια μόνο γραπτώς, η απάντηση βρίσκεται στην τεχνολογία. Πίσω από μένα και τους συναδέλφους μου υπάρχει ένα τεχνικό τιμ που μας βοηθά να χτίσουμε καλά τις περσόνες μας και να μεταμορφωνόμαστε σ’ αυτές για φωτογραφίσεις και βίντεο-κλήσεις.
Όταν η δουλειά τελειώνει, επιστρέφω στην αληθινή μου ταυτότητα, στο σπίτι και την οικογένειά μου. Φυσικά, το πρόγραμμα που ακολουθώ είναι εκείνο των θηρευτών, οι οποίοι πηγαίνουν στη δουλειά τους, επιστρέφουν στην οικογένειά τους, βάζουν τα παιδιά τους για ύπνο κι ύστερα κάθονται στον υπολογιστή τους και αναζητούν θύματα.
Κάποιες νύχτες, λοιπόν, ένα απ’ τα υποψήφια θύματα είμαι εγώ. Θήραμα και θηρευτής μαζί.
Ακούω και λέω πράγματα που είναι δύσκολο να καταπιώ, αν φανταστώ το παιδί μου – ή ένα οποιοδήποτε παιδί – στη θέση μου. Βιώνω βήμα βήμα τη χειραγώγηση που εφαρμόζει ένας τέτοιος άνθρωπος για να καθοδηγήσει το θύμα του προς τη συμπεριφορά που θέλει και πιστέψτε με, δεν του παίρνει ώρες ή μέρες να πετύχει τον στόχο του. Αρκεί μισή ώρα για να αποκτήσει έναν σχετικό έλεγχο πάνω στο θύμα του και να προχωρήσει στο παρασύνθημα.
Είμαστε μια γενιά γονιών που τα παιδιά τους μεγαλώνουν στην εποχή των οθονών, του ίντερνετ και των κινητών και είναι αβάσταχτο να νιώθεις ανήμπορος απέναντι στους αόρατους κινδύνους που κρύβει η χρήση τους. Παρ’ όλ’ αυτά, είναι μέρος της ζωής μας και είναι δική μας δουλειά ως γονείς να περιφρουρούμε την ασφάλεια των παιδιών μας και να τους μαθαίνουμε πως να αναγνωρίζουν τους κινδύνουν και να προφυλάσσονται απ’ αυτούς.
Για παράδειγμα, οι ρυθμίσεις ασφαλείας και ιδιωτικότητας είναι πολύ σημαντικές για να διατηρούμε έναν σχετικό έλεγχο στην online δραστηριότητα του παιδιού. Δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε όμως – αφενός, γιατί οι ρυθμίσεις αυτές αλλάζουν πολύ εύκολα και αφετέρου, επειδή δεν αποτρέπουν πάντα την ανταλλαγή προσωπικών μηνυμάτων μεταξύ δύο χρηστών.
Απ’ την άλλη, έχει μεγάλη αξία να μιλάμε ανοιχτά με τα παιδιά μας γύρω απ’ τη χρήση των συσκευών και τους κινδύνους που ελοχεύουν και να ζητάμε κάποιες βασικές πληροφορίες (χωρίς πίεση ή υπερβολές) για το που και πως κινούνται στο διαδίκτυο και με ποιους συναναστρέφονται. Και φυσικά, αναλόγως την ηλικία, να θέτουμε κάποια όρια και να τα τηρούμε ευλαβικά.
Κι είναι εξαιρετικά κρίσιμο, τα παραπάνω να εφαρμοστούν με μέτρο και σεβασμό στην εμπιστοσύνη που μας δείχνει το παιδί, ώστε να μην την υπονομεύσουμε και βρεθούμε στο άλλο άκρο: το παιδί να φοβάται να μας αποκαλύψει κάτι που το ανησυχεί (ή να μην το κάνει από αντίδραση). Σε κάθε περίπτωση, δίνουμε στο παιδί να καταλάβει ότι θα είμαστε δίπλα του ό,τι και αν συμβεί, χωρίς όρους και επιπλήξεις και πως μπορεί πάντα να απευθυνθεί σε μας χωρίς δισταγμό.
Και πως πάνω από ρυθμίσεις ασφαλείας, όρια και απαγορεύσεις, βρίσκεται η δική μας αγάπη: η μέγιστη ασπίδα προστασίας απέναντι σε κάθε κακό.»
Πηγή: goodmorningamerica.com