Ζητήσαμε την βοήθεια της παιδοψυχολόγου κ. Μαρίας Σαράντη σχετικά με το πώς πρέπει να διαχειριζόμαστε τέτοιες παιδικές ερωτήσεις προκειμένου να κάνουμε τα παιδιά να νιώθουν αυτοπεποίθηση και ασφάλεια για το περιβάλλον και τον περίγυρό τους.
«Γιατί πεθαίνουμε;»
Τα ερωτήματα που σχετίζονται με τον θάνατο προκύπτουν συνήθως στην ηλικία των 7-8 ετών, όμως μπορεί να «έρθουν» και νωρίτερα αν το παιδί αντιληφθεί τον θάνατο κάποιο οικείου προσώπου.
Μαζί με το επίπονο αίσθημα της απώλειας που μπορεί να νιώσει το παιδί για τον συγκεκριμένο θάνατο είναι πιθανό να προκύψουν και δυσάρεστα συναισθήματα άρνησης, ανασφάλειας, ενοχής και θυμού μέχρι να αποδεχθεί τελικά το παιδί το γεγονός. Όλα αυτά είναι φυσιολογικά και είναι σημαντικό να παροτρύνουμε το παιδί να εξωτερικεύσει όλα αυτά που σκέφτεται και νιώθει προκειμένου να γνωρίζουμε πώς ακριβώς αντιλαμβάνεται το γεγονός αλλά και για να το κατευθύνουμε σε σκέψεις που θα το ηρεμήσουν και θα το ανακουφίσουν.
«Ο τρόπος που πρέπει ένας γονιός να μιλήσει στο παιδί για τον θάνατο έχει καταρχήν να κάνει με την θρησκευτική πεποίθηση του κάθε γονιού», λέει η κ. Σαράντη. Αν, δηλαδή, το παιδί μεγαλώνει σε έντονα χριστιανικό περιβάλλον ο γονιός μπορεί στην ερώτηση «γιατί πεθαίνουμε;» να απαντήσει ότι «όλοι οι άνθρωποι κάποια στιγμή φεύγουμε για να συναντήσουμε τον Θεούλη». Καλό είναι να αποφύγουμε απαντήσεις όπως «ο Θεούλης τον/την πήρε κοντά του», γιατί είναι πιθανό το παιδί να νιώσει άνευ λόγου μίσος απέναντι στα ‘πιστεύω’ της οικογένειας, ενώ μία απάντηση όπως «ο τάδε έφυγε και δεν θα επιστρέψει’ ίσως δημιουργήσουν στο παιδί έντονα αισθήματα ανασφάλειας.
Αν δεν θέλουμε να δώσουμε μία απάντηση με θρησκευτικές προεκτάσεις στο παιδί μπορούμε, μιλώντας όσο πιο απλά γίνεται, να εξηγήσουμε με ειλικρίνεια τι συνέβη στο άτομο που πέθανε. Σημαντικό είναι να χρησιμοποιούμε ξεκάθαρο λεξιλόγιο, όπως «πέθανε» και «θάνατος» και όχι διφορούμενες λέξεις, όπως «έφυγε», «χάθηκε», «πήγε στον ουρανό» κ.λ.π. για να μην δημιουργήσουμε σύγχυση στο παιδί.
Αν αντιλαμβανόμαστε ότι το παιδί μπορεί να νιώθει ενοχές για τον θάνατο κάποιου κοντινού προσώπου το διαβεβαιώνουμε ότι τίποτα από αυτά που μπορεί να σκέφτεται δεν ισχύει και επισημαίνουμε ότι δεν θα μπορούσε κανείς να κάνει κάτι για να αποτραπεί αυτός ο θάνατος.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να ακούσουμε προσεκτικά αυτά που έχει να πει το παιδί, να απαντήσουμε με σαφήνεια τις ερωτήσεις του και να εξηγήσουμε στο παιδί τι θα γίνει από εδώ και πέρα για να το βοηθήσουμε να νιώσει ασφάλεια γιατί έχουμε τον έλεγχο των πραγμάτων. Η ζωή συνεχίζεται με ελπίδα και αυτό πρέπει να το τονίσουμε στο παιδί.
«Τι είναι το σεξ;»
Η συζήτηση για το σεξ σε πολύ μικρές ηλικίες πρέπει να αρχίσει μόνο αν το παιδί κάνει κάποια σχετική ερώτηση, λέει η ειδικός. Αν όμως το παιδί έχει φτάσει στην εφηβεία και δεν έχει ακόμα ρωτήσει κάτι σχετικό θα πρέπει από μόνοι μας να του ανοίξουμε κουβέντα για το θέμα –δεν χρειάζεται να πάρει απαντήσεις μόνο από την τηλεόραση και το ίντερνετ. Ιδιαίτερα αν πρόκειται για κορίτσι η κουβέντα θα πρέπει να γίνει όταν θα ξεκινήσει η περίοδος.
Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να λέμε στα παιδιά ψέματα του τύπου «τα παιδιά τα φέρνει ο πελαργός» για να εξηγήσουμε γιατί οι άνθρωποι κάνουν σεξ, αν και ο λόγος αναπαραγωγής μπορεί να είναι μία καλή απάντηση. «Μία αλήθεια σε σχέση με την ύλη, το σώμα, τις αναζητήσεις είναι μία καλή αρχή για να ξεκινήσουμε να μιλάμε για το σεξ», λέει η κ. Σαράντη.
Προτείνει στους γονείς να αγοράσουν ένα απλό βιβλίο με εικόνες για το ανθρώπινο σώμα και να εξηγήσουν βήμα-βήμα αλλά με πολύ απλά λόγια πώς γίνεται η αναπαραγωγή, αλλά και να επισημάνουν πως αντίστοιχα λειτουργούν και τα ζώα. Σημαντικό είναι να μη δείξουν ότι ντρέπονται και νιώθουν αμηχανία –να απενοχοποιήσουν, δηλαδή, το σεξ στα μάτια των παιδιών σαν κάτι πολύ φυσικό. Τέλος, οι γονείς πρέπει να λένε τα ίδια πράγματα για το σεξ είτε το παιδί τους είναι κορίτσι είτε είναι αγόρι.
«Γιατί με χτύπησε;»
Ένα τεράστιο κεφάλαιο στην ζωή των παιδιών είναι η βία, είτε αυτή προέρχεται ως μακρινή εικόνα από την τηλεόραση, είτε ως προσωπική εμπειρία. Ξεκινώντας από τους εξωγενείς παράγοντες, η κ. Σαράντη συμβουλεύει τους γονείς να ελέγχουν αυτά που βλέπουν τα μικρά παιδιά στην τηλεόραση, ώστε να μην έρχονται σε επαφή με σκηνές βίας και φυσικά να μην αφήνουν τα μικρά παιδιά να βλέπουν θρίλερ.
Αν το παιδί επιδεικνύει βίαιη συμπεριφορά αυτό πιθανώς έχει να κάνει με το ότι γίνεται παραλήπτης βίαιης συμπεριφοράς στο σπίτι, αν π.χ. το χτυπάνε οι γονείς του ή αν βλέπει τους γονείς να χτυπούν ο ένας τον άλλον. Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα ξεκινά από τους γονείς και θα πρέπει να ζητήσουν βοήθεια από ειδικό τόσο για την μεταξύ τους σχέση όσο και για την συμπεριφορά του παιδιού. Το παιδί κάνει πάντα αναπαραγωγή των πραγμάτων που ζει στο σπίτι και στον έξω κόσμο.
Μπορεί, όμως, το παιδί να αντιμετωπίζει βίαιη συμπεριφορά στο σχολείο. Να δέχεται επίθεση από συμμαθητές του ή να γίνεται μάρτυρας βίαιης συμπεριφοράς προς άλλα παιδιά. «Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει καταρχήν να μιλήσουμε στο παιδί για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Να του εξηγήσουμε ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα στο σώμα του άλλου. Να του εξηγήσουμε ότι ο λόγος είναι πάντα προτιμότερος από την πράξη όταν κάτι μας θυμώνει», λέει η κ. Σαράντη.
Στην συνέχεια θα πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς ποιος είναι ο «θύτης» της βίας: Είναι κάποια ομάδα παιδιών; Είναι ένα μεμονωμένο παιδί; Θα πρέπει επίσης να μάθουν γιατί συμβαίνουν αυτά τα περιστατικά και φυσικά να απευθυνθούν τόσο στους δασκάλους του σχολείου όσο και στον σύλλογο γονέων ή απευθείας στους γονείς των παιδιών που ξεκινούν την βία.
«Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να προστατεύουμε τα παιδιά μας από την βία. Να μην παροτρύνουμε να απαντά το παιδί με βία αλλά αν αυτή δεν σταματήσει και το παιδί νιώσει ότι κινδυνεύει να του μάθουμε να υπερασπίζεται τον εαυτό του», συμπληρώνει η κ. Σαράντη.
«Γιατί δεν έχουμε χρήματα;»
Οι περισσότερες οικογένειες στην σημερινή Ελλάδα βιώνουν οικονομικές δυσκολίες που είναι σχεδόν αδύνατο να μην υποπέσουν στην αντίληψη των παιδιών. «Δεν θα πρέπει, όμως, τα παιδιά να μπαίνουν στην αγωνία των παιδιών για τα χρήματα», λέει η κ. Σαράντη, «γιατί κάτι τέτοιο μπορεί να τους δημιουργήσει μεγάλες ανασφάλειες».
Οι γονείς, ανεξάρτητα από την οικονομική τους κατάσταση, είναι υπεύθυνοι να προστατεύσουν τα παιδιά από τον φόβο και το άγχος που μπορεί να δημιουργήσει η έλλειψη χρημάτων. Ανάλογα, λοιπόν, με την ηλικία του παιδιού θα πρέπει οι γονείς να εξηγήσουν στο παιδί με απλά λόγια και με ειλικρίνεια ότι τα πράγματα θα είναι για κάποιο καιρό περιορισμένα, αλλά δεν θα πρέπει να σπείρουν τον πανικό. Καλό είναι, λοιπόν, οι γονείς να απομακρύνουν τα παιδιά από οικονομικές συζητήσεις και να μην χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως «θα πεινάσουμε» ή «θα καταστραφούμε».
Είναι, τέλος, σημαντικό να προσπαθήσουν να διατηρήσουν το πρόγραμμα των παιδιών όσον αφορά την εκπαίδευσή τους, το φαγητό τους, τον ύπνο και το παιχνίδι τους, καθώς η καθημερινή αυτή ρουτίνα δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας στα παιδιά (διαβάστε περισσότερα στα Σχετικά Άρθρα).
Επικοινωνία πάνω από όλα
Οι απορίες, οι φόβοι και τα άγχη είναι φυσικά επακόλουθα της πνευματικής ανάπτυξης των παιδιών –όσο, μάλιστα, αυτά θα μεγαλώνουν οι ερωτήσεις θα γίνονται πιο πολύπλοκες, θα τους απασχολεί π.χ. η διαχείριση της σχέσης τους με τους φίλους και το άλλο φύλλο, η σχέση των γονιών μεταξύ τους.
Πηγή: In2life.gr