Έχετε ανεβάσει τις «Μικρές κυρίες», την «Καλύβα του μπαρμπα-Θωμά», το «Με οικογένεια» και πέρσι τον «Θησαυρό της Βαγίας» που σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Φέτος, αποφασίσατε να μεταφέρετε ακόμα 2 αριστουργήματα της παιδικής λογοτεχνίας στο θέατρο: Τον «Μάγκα» της Πηνελόπης Δέλτα και τα «Χρυσά Κουπιά» της Μαρίας Παπαγιάννη. Με τι κριτήριο επιλέγετε τα έργα που ανεβάζετε;
Είναι δύο τα κριτήρια για την επιλογή έργων: να «μιλά» το κείμενο στην ψυχή μου, να μού δημιουργεί, δηλαδή, συναισθήματα που να θέλω να τα μεταδώσω στα παιδιά και το δεύτερο, δεν σας κρύβω, είναι η πρόκληση. Η πρόκληση να μεταφέρεις ένα σπουδαίο λογοτεχνικό έργο στη σκηνή, χωρίς εκπτώσεις στους χαρακτήρες, τις εικόνες και τα μηνύματα που έχει. Ο «Μάγκας», για παράδειγμα, ήταν μια μεγάλη πρόκληση. Πρωταγωνιστής είναι ένας σκύλος. Θα μπορούσε να βγει μια καρικατούρα στη σκηνή. Χρειάστηκε πολλή δουλειά με τους συνεργάτες μου για να κερδίσουμε το ρίσκο και να βγει τελικά αυτό το αξιολάτρευτο πλάσμα, όπως μας λένε παιδιά, γονείς και εκπαιδευτικοί.
Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με το παιδικό και εφηβικό θέατρο;
Από φοιτήτρια είχα στο μυαλό μου το παιδικό και εφηβικό θέατρο. Συνδύαζε τις δύο μεγάλες μου αγάπες: το θέατρο και την παιδαγωγική. Μέσα από το παιδικό και εφηβικό θέατρο μπορείς να «διδάξεις» ή -πιο σωστά- να «επικοινωνήσεις» αξίες, νοήματα και αρετές. Να χαράξεις δρόμους με τρόπο μοναδικό, ευχάριστο αλλά και πολύ πιο δυνατό από τις σελίδες ενός βιβλίου ή το μάθημα στην τάξη. Το θέατρο γεννήθηκε στην κλασική Αθήνα ως βασικό στοιχείο εκπαίδευσης και συνοχής της κοινωνίας. Είναι ένας ρόλος που συνεχίζει να κρατά και σήμερα.
Πόσο απαιτητικό είναι το παιδικό κοινό;
Απίστευτα απαιτητικό. Τα παιδιά έχουν μέσα του μία αλήθεια που δεν μπορούν να καταπιέσουν. Δεν μπορείς να ξεγελάσεις τα παιδιά. Εάν δεν τους αρέσει αυτό που τούς προτείνεις, θα το δείξουν αυθόρμητα. Θα στριφογυρίζουν στα καθίσματα, θα μιλάνε με τους διπλανούς τους ή και θα ζητήσουν από τους συνοδούς τους να φύγουν στη μέση της παράστασης. Δεν υπάρχει η συμβατική «ευγένεια» του ενήλικου κοινού. Αυτό είναι σπουδαίο για όσους κάνουμε παιδικό και νεανικό θέατρο. Γνωρίζουμε αμέσως εάν και πού έχουμε κάνει λάθος και σπεύδουμε να το διορθώσουμε.
Ποιο είναι το βασικό μήνυμα που θέλετε να περάσετε στους μικρούς θεατές με τον «Μάγκα» και ποιο με τα «Χρυσά Κουπιά»;
Ο «Μάγκας» έχει μέσα του τον αυθορμητισμό ενός παιδιού. Η πανέξυπνη ιδέα της Πηνελόπης Δέλτα να γράψει μία ιστορία ενηλικίωσης μέσα από τη φωνή και τα μάτια ενός σκύλου, καθηλώνει το ενδιαφέρον των παιδιών. Το αξιολάτρευτο σκυλάκι φεύγει από την ασφάλεια του σπιτιού του, γνωρίζει τον άγριο «έξω κόσμο», κάνει φίλο έναν αδέσποτο σκύλο και αντιμετωπίζουν μαζί τους κινδύνους. Όταν θα γυρίσει στην οικογένειά του, θα είναι έτοιμο πια να μπει στην κοινωνία των «μεγάλων». Τα «Χρυσά Κουπιά» έχουν μία άλλου είδους θεατρική «μαγεία». Το εκπληκτικό βιβλίο της Μαρίας Παπαγιάννη βάζει τα παιδιά να σκεφτούν την απώλεια και τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής. Είναι ένα έργο που πλημμυρίζει αισιοδοξία, φιλία, αλληλεγγύη, συμφιλίωση με το αναπόφευκτο και σεβασμό στις δυνάμεις της αιώνιας φύσης.
Έχετε ήδη κατά νου τις επόμενες παραστάσεις σας; Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Οι επόμενες παραστάσεις κάνουν «πανηγύρι» στο μυαλό μου (γέλια). Είναι πολλές οι ιδέες και τα σχέδια, αλλά θέλω να είμαι σίγουρη ότι οι τελικές επιλογές θα είναι αντάξιες του «Μάγκα» και των «Χρυσών Κουπιών», οπότε… τα ξαναλέμε την Άνοιξη.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Κι εγώ σας ευχαριστώ για τη συζήτηση.