Μέσα στο διάστημα των εννιά μηνών της εγκυμοσύνης, το ενδιαφέρον μου για αυτές τις τελείες με ώθησε να εμβαθύνω στο θέμα του νέου μου ρόλου, του ρόλου της μαμάς. Προσπάθησα να προβλέψω τη μελλοντική εξέλιξη τούτης της τελείας, (μιας ή δύο δεν είχε σημασία εκείνη τη στιγμή) και τότε η κοιλιά μου έγινε το λευκό χαρτί. Απέκτησε μεγάλη αξία για μένα, όχι για τους γραμμωτούς κοιλιακούς που δεν είχα καταφέρει και ποτέ να φτιάξω, ούτε για τον υπέροχο ομφαλό μου που κάποτε άνοιγαν σαμπάνιες για χάρη του επιδέξιοι εραστές. Η κοιλιά μου, που έφερνε τις δύο συγκεκριμένες τελείες, θα γινόταν το έδαφος που θα διαμόρφωνε την πρώτη σχέση μου με τα παιδιά μου, γι’ αυτό και μόνο το λόγο ήταν ιδιαιτέρως σημαντική για μένα.
Αν θέλουμε να σκεφτούμε σοβαρά τον σημερινό ρόλο της μητρότητας και να λειτουργήσουμε αποτελεσματικά μέσα σ’ αυτόν, πρέπει να σκεφτούμε και να βελτιωθούμε εμείς οι ίδιες ως γυναίκες-μαμάδες, ως γυναίκες-σύζυγοι, ως γυναίκες-επαγγελματίες, ως γυναίκες-φίλες, ως γυναίκες-σχεδιάστριες των τελειότερων τελειών. Αν δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό σωστά, πώς μπορούμε να ξέρουμε αν θα γίνουμε καλύτερες ή χειρότερες μανούλες; Θα κλείσω την πρώτη γνωριμία μας με μια συμβουλή που μου έδωσε η δική μου μαμά και με ακολουθεί πάντα: «είτε νομίζεις ότι ξέρεις, είτε νομίζεις ότι δεν ξέρεις, μπορείς κι εσύ να ζωγραφίσεις έστω μια τελεία. Προσπάθησε κι ό,τι βγει!».
Β.