Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως οι γυναίκες που έζησαν κυνηγώντας την αποδοχή και τον θαυμασμό της μητέρας τους, παρουσιάζουν συγκεκριμένες συμπεριφορές και κοινά τραύματα.
Αναπαράγοντας τη σχέση τους με την μητέρα τους
Δυστυχώς, τείνει να μας ελκύει αυτό που γνωρίζουμε, εκείνες οι καταστάσεις που ενώ τελικά μας κάνουν δυστυχισμένους, παρόλα αυτά είναι «βολικές» γιατί μας είναι οικείες. Ενώ τα άτομα που έχουν ασφαλή προσκόλληση βγαίνουν στον κόσμο αναζητώντας άτομα που έχουν παρόμοιες ιστορίες προσκόλλησης, ατυχώς το ίδιο κάνουν και εκείνα που έχουν αμφιθυμική και αποφευκτική προσκόλληση.
Αυτό μερικές φορές έχει σαν αποτέλεσμα την ακούσια αναπαραγωγή της σχέσης με τη μητέρα. Το σίγουρο είναι ότι παντρεύτηκα τη μητέρα μου, λέει μια γυναίκα, επιφανειακά ήταν εντελώς διαφορετικός από τη μητέρα μου αλλά τελικά μου φερόταν με πολύ παρόμοιο τρόπο, η ίδια τραμπάλα του να μην ξέρω πώς θα μου φερθεί. Όπως η μητέρα μου, ήταν κι αυτός πότε αδιάφορος και πότε περιποιητικός, φοβερά επικριτικός ή αόριστα υποστηρικτικός. Κατέληξε να πάρει διαζύγιο και από τον σύζυγο και από την μητέρα της.
Παρουσιάζουν χαμηλή αυτοπεποίθησης
Η γυναίκα που δεν ένιωσε την αγάπη και την αποδοχή της μητέρας της, μεγαλώνει με την πεποίθηση πως δεν είναι άξια να αγαπηθεί. Νιώθει συνεχώς πως αγνοείται, ότι δεν την ακούν ή ότι την κρίνουν διαρκώς. Με λίγα λόγια, υπάρχει πάντα στο κεφάλι της η φωνή της μητέρας της να της λέει πως δεν είναι αρκετά έξυπνη, όμορφη, ευγενική ή ικανή.
Μία φωνή που τις ακολουθεί παντού και πάντα, με αποτέλεσμα να υπονομεύουν οι ίδιες τα κατορθώματά και τα ταλέντα τους, μη μπορώντας να εισπράξουν από αυτά την αυτοπεποίθηση που χρειάζονται. Μία διαδικασία που μπορεί να συνεχίσει για πάντα, εκτός κι αν υπάρξει κάποια παρέμβαση.
Δεν εμπιστεύονται εύκολα
Όταν κάποιος μεγαλώνει χωρίς εμπιστοσύνη, τελικά ζει χωρίς να εμπιστεύεται τον εαυτό του. Κι όταν κάποιος δεν εμπιστεύεται τον εαυτό του, του είναι δύσκολο να εμπιστευτεί και τους άλλους. Γίνεται καχύποπτος απέναντι στη φιλία, την εκτίμηση ή την αγάπη που εισπράττει από τους άλλους και μονίμως ψάχνει να βρει μια αόρατη παγίδα.
Όπως αναφέρουν οι ψυχολόγοι στις έρευνές τους, «η αμφιθυμικά προσκολλημένη κόρη χρειάζεται συνεχή επιβεβαίωση ότι είναι εγγυημένη η εμπιστοσύνη». Για την ακρίβεια, αυτοί οι άνθρωποι βίωσαν ότι η αγάπη περιλαμβάνει εμμονή, επιθυμία για ανταπόδοση και ένωση, συναισθηματικά ύψη και βάθη και ακραία σεξουαλική έλξη και ζήλια. Η εμπιστοσύνη και η ανικανότητα να τεθούν όρια συνδέονται στενά.
Είναι πολύ ευαίσθητες
Είναι λογικό για μια γυναίκα που δεν αγαπήθηκε ποτέ ουσιαστικά, να μην μπορεί να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της ζωής. Μεγαλώνοντας, ακόμα κι αν φαίνεται σκληρή ή κυνική, αυτά είναι άμυνες για να καλύψει την βαθιά ευαισθησία της. Στην πραγματικότητα, της είναι δύσκολο να προσαρμοστεί, να σταθεί συναισθηματικά στα πόδια της και να αποκτήσει το προστατευτικό κέλυφος που θα την κάνει ευτυχισμένη.
Δυσκολεύονται να βάλουν τα όριά τους
Πολλές γυναίκες που έζησαν αναζητώντας την προσοχή και την αγάπη της μητέρας του, μεγαλώνοντας προσπαθούν διαρκώς να ευχαριστήσουν τους άλλους. Ο εαυτός τους και οι επιθυμίες τους μπαίνουν πάντα σε δεύτερη μοίρα. Το πρώτο τους μέλημα είναι να κάνουν τα πάντα ώστε να γίνουν αποδεκτές από τους άλλους, κερδίζοντας έτσι την προσοχή και την αγάπη τους.
Αυτό ισχύει συχνά και στις ερωτικές σχέσεις. Έρευνες ψυχολόγων βοήθησαν ώστε να διαχωριστούν όσες έχουν αποφευκτική προσκόλληση σε δύο κατηγορίες, στις «φοβισμένες» και στις «απορριπτικές». Και οι δύο αποφεύγουν τις στενές σχέσεις αλλά για διαφορετικούς λόγους. Αυτές που «φοβούνται» επιζητούν ενεργά τις στενές σχέσεις αλλά φοβούνται την οικειότητα σε όλα τα επίπεδα, οπότε είναι εξαιρετικά ευάλωτες και τείνουν στην προσκόλληση και στην εξάρτηση.
Πηγή: psychologynow.gr