Τα μωρά που συμμετείχαν στην έρευνα που διεξήχθη απ’ το Πανεπιστήμιο του Λουντ στη Σουηδία ανταποκρίθηκαν περισσότερο με το βλέμμα ή το χαμόγελο σε εκείνους που μιμήθηκαν τις γκριμάτσες ή τους ήχους τους, απ’ ότι σ’ εκείνους που τα προσέγγισαν με άλλους τρόπους. Μάλιστα, τους προσέγγισαν κι εκείνα και «έπαιξαν» μαζί τους κάνοντας μιμήσεις με τη σειρά τους.
Οι ερευνητές συνάντησαν πολλά διαφορετικά μωρά 6 μηνών στα σπίτια τους, σε οικείο περιβάλλον. Εκεί επιχείρησαν να επικοινωνήσουν με τα μωρά, είτε μιμούμενοι γκριμάτσες και κινήσεις είτε μόνο κινήσεις, χωρίς ν’ αλλάξουν γκριμάτσα, είτε κάνοντας κάτι άλλο από αυτό που έκανε το παιδί. Αυτή η αντίδραση είναι και η πιο συνήθης των γονιών που τείνουν να εκλαμβάνουν τις κινήσεις του παιδιού ως αιτήματα για κάτι που χρειάζονται ή επιθυμούν.
Η ανταπόκριση των μωρών στην πιστή μίμηση αποδείχθηκε πολύ πιο ενθουσιώδης και αποτελεσματική. «Το να μιμείσαι ένα μωρό δείχνει να τραβά το ενδιαφέρον του περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλύτερη επικοινωνία», λέει η ερευνήτρια Γκαμπριέλα-Αλίνα Σαούτσιουκ και συνεχίζει, «οι μαμάδες έμειναν έκπληκτες όταν είδαν τα μωρά τους να παίζουν μιμητικά παιχνίδια με έναν άγνωστο χαμογελώντας».
Επιπλέον, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα μωρά τους «δοκίμαζαν» επαναλαμβάνοντας κινήσεις για να πιστοποιήσουν ότι τα μιμούνται και έδειχναν να το καταλαβαίνουν ακόμη και χωρίς εναλλαγές στην έκφραση του ερευνητή.
Σύμφωνα με την έρευνα, είναι εμφανές ότι τα μωρά, από 6 μηνών και πάνω, αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την αμφίδρομη λειτουργία της μίμησης και, σταδιακά, της συμπεριφοράς τους.
Μένει να μάθουμε, λένε οι ερυνητές, από ποιο σημείο κι έπειτα, αυτή η αντίληψη χρησιμοποιείται απ’ το παιδί για να μάθει ποιες είναι οι κοινωνικές νόρμες του περιβάλλοντός του ή να κατανοήσει τον γενικότερο αντίκτυπο που έχει η αλληλεπίδραση με ένα άλλο άτομο.