«Θυμάμαι την μαμά μου να μου λέει ξανά και ξανά: ''Kάτια, δεν χωράνε δυο καρπούζια σε μια μασχάλη!'' ή ''Κάτια, αν συνεχίσεις σ’ αυτούς τους ρυθμούς θα καταρρεύσεις!''. Φυσικά, δεν είχα πάρει τα λόγια της τοις μετρητοίς. Την θεωρούσα εκτός από υπερπροστατευτική και υπερβολική!
Πίστευα πώς τα κατάφερνα μια χαρά. Το σπίτι μου ήταν καθαρό, τα παιδιά μου ταϊσμένα και διαβασμένα και στον άντρα μου δεν έλειπε ούτε το ζεστό φαγητό, ούτε το σιδερωμένο πουκάμισο. Και στη δουλειά μου, όμως, τα πράγματα κυλούσαν ομαλά.
Όταν ερχόμουν αντιμέτωπη με τις υποχρεώσεις και τα προβλήματα της καθημερινότητας, μονολογούσα στον εαυτό μου το προσωπικό μου μάντρα: ''Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω!'' Και κάπως έτσι κυλούσαν οι μέρες, οι εβδομάδες και τα χρόνια…
Μέχρι που πριν από λίγο καιρό, κάτι άλλαξε μέσα μου. Δεν ξέρω τί ακριβώς, αλλά δεν μπορούσα να ανταποκριθώ στην καθημερινότητά μου. Ένιωθα κουρασμένη όχι μόνο σωματικά, αλλά και ψυχολογικά.
Ξαφνικά, δεν έβρισκα κουράγιο να σφουγγαρίσω ή να πλύνω τα πιάτα. Δυσκολευόμουν με το διάβασμα των παιδιών και ξεσπούσα τα νεύρα μου πάνω τους. Με τον άντρα μου ένιωθα να απομακρυνόμαστε και οι κουβέντες που ανταλλάσσαμε τα βράδια ήταν λιγοστές.
Ξαφνικά, τίποτα δεν γινόταν σωστά! Η άλλοτε οργανωμένη μας οικογένεια έμοιαζε με ακυβέρνητο πλοίο. Και τότε συνειδητοποίησα κάτι που έπρεπε να είχα αντιληφθεί νωρίτερα.
Είχα καλομάθει την οικογένειά μου τόσο πολύ στο να είναι όλα στην εντέλεια, που όταν δεν άντεχα να το κάνω πια, όλοι είχαν παραιτηθεί.
Τα παιδιά μου είχαν ''φορτώσει στον κόκορα'' τα μαθήματά τους, ο άντρας μου δεν σήκωνε ούτε το μικρό του δαχτυλάκι σε οτιδήποτε αφορούσε το σπίτι και όλοι περίμεναν από εμένα να ‘’επανέλθω’’ για να μπουν τα πράγματα σε μια τάξη.
Παραδόξως, μόνο στην δουλειά δεν αντιμετώπιζα προβλήματα και αυτό γιατί το έβρισκα ως διέξοδο. Προτιμούσα να δουλεύω, παρά να είμαι ''δούλα'' στο ίδιο μου το σπίτι.
Το ποτήρι ξεχείλισε όταν ο άντρας μου, μού είπε ότι κάτι πρέπει να γίνει με τα παιδιά και το σπίτι. Τότε έγινε το μεγάλο ''μπαμ''! Ξέσπασα όπως δεν είχα ξεσπάσει ποτέ. Έκλαιγα και φώναζα από απόγνωση και απελπισία. Τώρα που το σκέφτομαι, ευτυχώς που έλειπαν τα παιδιά απ’ το σπίτι.
Εκείνος είχε μείνει στήλη άλατος και απλώς με κοίταζε-όταν ηρέμησα για λίγα λεπτά, η απάντησή του ήρθε για να με αποτελειώσει:''θες βοήθεια! Θα σε βοηθήσω!''Ο άνθρωπος που επέλεξα να περάσω όλη μου τη ζωή μαζί, αποφάσισε να με βοηθήσει μόνο όταν με είδε να σέρνομαι.
Και κάπως έτσι κατάλαβα τι σημαίνει για μια μαμά και σύζυγο να φτάνει στα όριά της και να καταρρέει. Η κούραση την γονατίζει σωματικά, η αδιαφορία των αγαπημένων της ωστόσο, την τσακίζει ψυχολογικά.
Πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να ''επανέλθουμε'' οικογενειακώς, όμως τα καταφέραμε. Όλοι πλέον είναι κύριοι του εαυτού τους, βοηθούν ισότιμα στο σπίτι και εγώ είμαι πιο ήρεμη!
Έπαψα να αναλαμβάνω τις υποχρεώσεις άλλων.
Σταμάτησα να έχω υπερβολικές απαιτήσεις τόσο από εμένα, όσο και απ’ τα παιδιά μου.
Προτίμησα να περνάω ποιοτικό χρόνο με τον άντρα μου, παρά να του σιδερώνω τα πουκάμισα.
''Συν Αθηνά και χείρα κίνει'' που λένε και οι αρχαίοι! Ναι, όλες μας θα καταρρεύσουμε κάποια στιγμή. Το θέμα είναι να ξανασηκωθούμε πιο δυνατές!»