«Ο γιος μου είναι ένα παλικάρι μέχρι εκεί πάνω, υγιέστατο και μορφωμένο, που ετοιμάζεται όπου να ‘ναι να κάνει τη δική του οικογένεια. Δόξα τω Θεώ, καταφέραμε με τον μπαμπά του να μην του λείψει τίποτα. Κι εκείνος, όμως, ήταν το καλύτερο παιδί που θα μπορούσε να θέλει μια μητέρα: ευγενικός, σεμνός και πάντα έτοιμος να μας δείξει πόσο πολύ μας αγαπά, με μια καλή κουβέντα, ένα δώρο ή μια ζεστή αγκαλιά.
Και ειλικρινής! Ο γιος μας μάς έλεγε πάντα πως νιώθει και τι σχέδια έχει και δεν φοβόταν να μας αψηφήσει ή να κάνει αυτό που εκείνος θεωρούσε σωστό, ακόμη κι αν εγώ ήθελα να σκέφτεται πιο προσεκτικά και να λαμβάνει υπ’ όψιν κι εμάς πριν πάρει τις αποφάσεις του.
Σίγουρα, όμως, θα υπάρχουν πράγματα που δεν μας έχει πει και δεν θα μας πει ποτέ, όπως υπάρχουν πράγματα που κι εγώ δεν θα του πω ποτέ.
Δεν θα του πω, ας πούμε, ότι η σύλληψή του έγινε μετά πάρα πολλές προσπάθειες, τόσες που το σεξ με τον πατέρα του είχε γίνει πια μια αγγαρεία και το άγχος που περάσαμε κόντεψε να μας οδηγήσει στον χωρισμό.
Ούτε ότι με το που γεννήθηκε έπεσα σε βαθιά επιλόχειο κατάθλιψη, μια κατάσταση απ’ την οποία ένιωθα για καιρό πως δεν θα καταφέρω να βγω ποτέ. Και ότι δεν πήρα ποτέ τα χάπια που μου πρότεινε ο γιατρός από φόβο μην περάσει κάτι σ’ εκείνον μέσα απ’ το γάλα μου.
Και δεν θα του πω πως:
– Όταν ο γιατρός μου είπε ότι το πρόβλημα υγείας που είχε παρουσιάσει ως βρέφος οφειλόταν σε κάτι που συνέβη κατά την κύηση, πέρασα εβδομάδες ολόκληρες να ξαναζώ με το μυαλό μου την εγκυμοσύνη μου ώστε να εντοπίσω με ποιον τρόπο το προκάλεσα.
– Στα δύο του χρόνια, που δεν έτρωγε σχεδόν τίποτα εκτός από ζυμαρικά, γέμιζα με ομελέτα τις πένες του για να φάει και κάτι άλλο.
– Μίσησα τη γιαγιά του – την πεθερά μου – όταν του είπε πως πρέπει να μάθει να πηγαίνει στην τουαλέτα, αλλιώς όλοι θα τον κοροϊδεύουν γιατί θα βρωμάει. Και την αγάπησα όταν τον παρηγόρησε στην πρώτη του ερωτική απογοήτευση – στα πέντε του – λέγοντας ότι αυτό το κορίτσι δεν του αξίζει γιατί «είναι ένα τίποτα μπροστά του!»
– Όταν με παρακάλεσε να μην πω σε κανέναν για τα παιδιά που τον κοροϊδεύουν μιμούμενα το τικ του, εγώ τηλεφώνησα στη δασκάλα του και στις μανάδες των παιδιών.
– Όταν πήγε στο δημοτικό, πάρκαρα συχνά απέναντι απ’ το προαύλιο και τον παρακολουθούσα, μην τυχόν και μου φανεί μοναχικός, ανασφαλής ή φοβισμένος.
– Όταν έκανε την πρώτη του σχέση, καθάριζα το δωμάτιό του πριν έρθουν μαζί, άλλαζα τα σεντόνια και τσέκαρα ακόμη και αν υπάρχουν προφυλακτικά στο συρτάρι του για κάθε ενδεχόμενο.
– Έμεινα μαζί με τον πατέρα του για να μην βιώσει ένα διαζύγιο πριν φύγει απ’ το σπίτι, ακόμη και όταν η σχέση μας μου είχε γίνει αβάσταχτη.
– Όταν τον ξεπροβοδίζαμε καθώς έφευγε για το πανεπιστήμιο, πήρα ένα ηρεμιστικό για να μην καταρρεύσω απ’ την αγωνία μου και έκανα μήνες να αφήσω την πόρτα του δωματίου του ανοικτή για να μη βλέπω ότι λείπει.
Δεν θα του τα πω ολ’ αυτά γιατί θα τα βιώσει απόλυτα όταν εκείνος και η σύντροφός του γίνουν κι αυτοί γονείς.
Και τις χαρές και τις αγωνίες!»