«Υπάρχει άραγε καλύτερο στήριγμα για ένα παιδί που είναι εσωστρεφές, υπερβολικά αγχώδες ή παρουσιάζει μαθησιακές δυσκολίες από τα ίδια του τ’ αδέρφια; Έχει σκεφτεί κανείς να αξιοποιήσει αληθινά αυτό το αστείρευτο ανθρώπινο κεφάλαιο; Είναι μια σκέψη που κάνω τελευταία με αφορμή την δική μου οικογένεια.
Η μεσαία μου κόρη είναι εξαιρετικά εσωστρεφής και αγχώδης. Δεν έχει διαγνωστεί με κάποιο μαθησιακό πρόβλημα, αλλά το στρες δεν την αφήνει να κάνει το καλύτερο που μπορεί, ενώ της είναι πολύ δύσκολο να ανοιχτεί και να κάνει παρέα με άλλα παιδιά.
Εκεί, λοιπόν, που έμοιαζε αβοήθητη και αρχίσαμε να εξετάζουμε τι μπορούμε να κάνουμε για να βγει απ’ αυτήν την ανατροφοδοτούμενη κατάσταση, τα δύο αδέρφια της – ο μικρότερος και ο μεγαλύτερός μας – πήραν μια αναπάντεχη και υπέροχη πρωτοβουλία: αποφάσισαν να τη βοηθήσουν έμπρακτα.
Για παράδειγμα, το κορίτσι μας δυσκολεύεται πολύ να σηκωθεί στον πίνακα και να λύσει μια άσκηση αριθμητικής. Ακόμη και αν ξέρει πώς, όλα σβήνουν με το που θα σηκωθεί απ’ το θρανίο, ενώ αν δεν ξέρει, το άγχος την καταβάλλει και δεν μπορεί ν’ αρθρώσει λέξη. Ο μεγάλος μας, λοιπόν, που είναι ατρόμητος, πήρε έναν μαυροπίνακα που έχουμε στο σπίτι και άρχισε να παίζει με την αδερφή του για να της δείξει ότι όλο αυτό δεν είναι κάτι φοβερό. Εκείνος έκανε τον δάσκαλο και έβαλε τον μικρό να κάνει τους μαθητές από κάτω.
Δεν ξέρω αν όλο αυτό θα έχει αποτέλεσμα, αλλά και μόνο που την είδα να γελάει καθώς έλυνε ασκήσεις και ο αδερφός της μιλούσε με δασκαλίστικη φωνή, η καρδιά μου ηρέμησε για λίγο.
Στο μεταξύ, το ένδιαφέρον είναι ότι τα παιδιά μας δεν αγαπιούνται και τρελά μεταξύ τους. Όπως όλα τ’ αδέρφια, περνούν αρκετό χρόνο μαλώνοντας και παρενοχλώντας το ένα το άλλο. Φυσιολογικό, θα μου πείτε... Ναι, αλλά απ’ ότι φαίνεται, το ίδιο φυσιολογικό είναι και να τρέξουν πρώτα, από ένστικτο, όταν ένα αδερφάκι τους χρειάζεται τη βοήθειά τους.
Κάπως έτσι, ο μικρούλης μας – ο πιο κοινωνικός της τριάδας – αποφάσισε μια μέρα να βοηθήσει την κόρη μας να κάνει φίλους. Ήμασταν στην πλατεία και αντί να παίξει μπάλα με τα άλλα ζιζάνια της γειτονιάς, έπιανε κουβέντα σε κοριτσάκια και αγοράκια που ήταν μεγαλύτερα από ‘κείνον και τα έφερνε να γνωρίσουν την αδερφή του. Εκείνη, φυσικά, ντρεπόταν, αλλά δεν είναι πια τόσο μικρή που να μπορεί να κρυφτεί πίσω μου για ν’ αποφύγει την κουβέντα. Δεν έτρεξε κιόλας σαν παλαβή να παίξει μαζί τους, αλλά ένα χαμόγελο έμαθε να το σκάει.
Αναρωτήθηκα τότε, αν τα παιδιά που έχουν ιδιαιτερότητες οι οποίες χρήζουν κάποιου είδους βοήθειας ή αντιμετώπισης, περνούν πάρα πολύ χρόνο με ενήλικες και πολύ λιγότερο με άλλα παιδιά. Και αν τελικά, αυτό να δεν είναι τόσο αποτελεσματικό όσο ελπίζουμε. Ίσως τα αδέρφια ή οι φίλοι, με τον αυθορμητισμό, τον ενθουσιασμό και το αγνό βλέμμα τους να μπορούν να προσφέρουν πολλά στον αγώνα ενός παιδιού να ξεπεράσει τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει.
Επιπλέον, οι ενήλικες ξέρουν μεν πώς πρέπει να μιλήσουν στο παιδί και πώς να το καθοδηγήσουν έξω απ’ το “τούνελ” αλλά, εκ των πραγμάτων, δεν προβάλλουν αληθινά εμπόδια ή προκλήσεις που θα του δώσουν την ευκαιρία να δοκιμαστεί και να δυναμώσει.
Τα παιδιά, όμως, το αντιμετωπίζουν σαν ίσο, το βοηθούν, αλλά το ανταγωνίζονται κιόλας γιατί έτσι κάνουν όλα μεταξύ τους. Του δίνουν, αλλά απαιτούν κιόλας από ‘κείνο και αυτό μοιάζει πιο ισορροπημένο και πιο κοντά στην πραγματικότητα από την προστατευμένη, κλινική προσέγγιση των μεγάλων.
Ειδικά τα αδέρφια, έχουν τη δυνατότητα να φτιάξουν έναν μικρόκοσμο που «προπονεί» ένα παιδί για τα πιο δύσκολα και το εξοικειώνει με καταστάσεις που θα αντιμετωπίζει σε όλη του τη ζωή. Τουλάχιστον, αυτό ευχόμαστε εμείς οι γονείς για να νιώθουμε ότι τα παιδιά μας δεν είναι μόνα τους χωρίς εμάς.
Δεν ξέρω τι άλλο θα αντιμετωπίσει το κορίτσι μας καθώς μεγαλώνει, αφού κάθε στάδιο στην ανάπτυξή του φέρνει καινούργιες προκλήσεις και νέα άγχη. Ελπίζω, όμως, τ’ αδέρφια της να τη στηρίζουν πάντα, με τρυφερότητα και ενθουσιασμό, όπως κάνουν και σ’ αυτήν την πρώτη δύσκολη περίοδο της ζωής της.»