Ξύπνησα την Κυριακή, 24 Αυγούστου, νιώθοντας βαριά και ιδρωμένη. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και έριξα μια ματιά στο παιδικό δωμάτιο. Παρόλο που ήθελα ακόμα δυο εβδομάδες για να γεννήσω, ήταν όλα έτοιμα εδώ και καιρό. Το μόνο που έλειπε ήταν το νέο μέλος να γεμίσει το σπίτι μας και την καρδιά μας.
Η μέρα κύλησε βαριεστημένα αφού δεν έκανα τίποτα από όλα όσα συνήθιζα. Δεν βγήκα για περπάτημα, δεν έκανα τις καθιερωμένες μου δουλειές, ούτε πήρα τα συμπληρώματα που μου είχε γράψει ο γιατρός. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πως θέλω επιτέλους να γεννήσω. Μάλιστα, κάτι μέσα μου μού έλεγε πως, παρόλο που ήταν νωρίς, η μεγάλη μέρα είχε φτάσει. Περιφερόμουν σαν το φάντασμα στο σπίτι και περίμενα να σπάσουν τα νερά.
Προς μεγάλη μου απογοήτευση, όμως, δεν συνέβη τίποτα. Το βράδυ περίμενα μια φίλη μου η οποία έμεινε έως αργά ακούγοντάς με να γκρινιάζω για το ανεπιβεβαίωτο προαίσθημά μου. Λίγο αργότερα όμως, κι ενώ ήμουν ξαπλωμένη στην αγκαλιά του άντρα μου στον καναπέ, ένιωσα έναν πόνο που μου έκοψε την ανάσα.
«Ήρθε η ώρα» του είπα ψύχραιμα. Η ώρα ήταν 1 τα ξημερώματα και μέσα σε μια ώρα οι συσπάσεις είχαν εντατικοποιηθεί. Ξεκινήσαμε για την κλινική με εμένα να μουγκρίζω από τους πόνους. Δεν καταλάβαινα πολλά, μέχρι που είδα έναν τροχονόμο στο παράθυρο του αυτοκινήτου. «Έχετε περάσει τρία κόκκινα φανάρια» είπε στον αγχωμένο μέλλοντα μπαμπά που οδηγούσε. «Γεννάμε!» απάντησε εκείνος με έναν λυγμό στη φωνή, και πολύ γρήγορα φτάσαμε στο μαιευτήριο με τη συνοδεία της τροχαίας να μας ανοίγει τον δρόμο.
Μπήκα τρεκλίζοντας και κατευθύνθηκα προς την ρεσεψιόν. «Πάλι εσείς εδώ;» μου είπε γελώντας ο άνθρωπος που ήτα στην υποδοχή. Βλέπετε, ήταν η τρίτη φορά μέσα σε δύο μήνες που είχα πάει με πόνους νομίζοντας ότι γεννάω. «Σήμερα θα γεννήσω στ’ αλήθεια» του απάντησα προσβεβλημένη. «Σε δυο βδομάδες θα γεννήσετε στ’ αλήθεια» επέμενε εκείνος. «Πάμε στοίχημα;» πρόλαβα να πω κι ο πόνος ξαναχτύπησε αλύπητα.
Δεν πέρασε πολλή ώρα και βρισκόμουν ήδη σε ένα καροτσάκι και τις νοσοκόμες να με πηγαινοφέρνουν για τις απαραίτητες διαδικασίες. Οι πόνοι, πλέον, έρχονταν κάθε λεπτό και με μετέφεραν κατευθείαν στο χειρουργείο. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως, ενώ περίμενα πως θα γεννήσω από λεπτό σε λεπτό, έμεινα σε εκείνο το άβολο κρεβάτι κοντά δώδεκα ώρες. Οι συσπάσεις ήταν συνεχόμενες, μα τα νερά δεν είχαν σπάσει!
Στο διπλανό κρεβάτι ήταν μία κοπέλα που περίμενε επίσης το πρώτο της παιδί. Πονούσε κι εκείνη αρκετά οπότε δεν είπαμε και πολλά. Λίγο αργότερα την μετέφεραν στη διπλανή αίθουσα αφού είχε έρθει η ώρα της να γεννήσει. Παρά τους πόνους μου, την άκουσα να φωνάζει και να λέει κάτι ακατάληπτα λόγια που έμοιαζαν με βρισιές στον σύζυγό της. Τρόμαξα τόσο πολύ που άρχισα να παρακαλώ τον άντρα μου και την μαία να με πάνε σπίτι μου. Ξαφνικά, δεν ήθελα να γεννήσω!
Στο μεταξύ, κι ενώ είχε γεννήσει και η δεύτερη γυναίκα και πλέον ήταν δίπλα μου μια τρίτη μέλλουσα μαμά, αποφάσισα να κάνω επισκληρίδιο διότι η ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία μου δεν άντεχε άλλο πόνο. Είχε ήδη ξημερώσει και ο γυναικολόγος μου περίμενε να σπάσουν τα νερά. Λίγο πριν το μεσημέρι, άκουσα την τρίτη γυναίκα στη σειρά να φέρνει στον κόσμο το παιδί της ενώ εγώ τίποτα. Δίπλα μου, ήταν ξαπλωμένη μία γυναίκα χαμογελαστή και κεφάτη. Περίμενε το τρίτο παιδί της και είχε αποφασίσει να μην κάνει χρήση παυσίπονων φαρμάκων αφού γεννούσε γρήγορα!
Όπως καταλαβαίνετε, γέννησε κι εκείνη πολύ σύντομα και πλέον είχα μείνει μόνη να αναρωτιέμαι εάν θα γινόμουν ποτέ μαμά.
Λίγο πριν τις 3 το μεσημέρι, η μαία μου συνειδητοποίησε πως ο ομφάλιος λώρος είχε τυλιχτεί γύρω από το λαιμό του μωρού μου. Οι παλμοί του άρχισαν να πέφτουν κι έτσι αποφασίστηκε να επέμβουν οι γιατροί ώστε να σπάσουν τα νερά και να ετοιμαστεί το σώμα μου για τη γέννα. Όλα έγιναν γρήγορα και όπως έπρεπε, και γρήγορα ήμουν κι εγώ στη διπλανή αίθουσα έτοιμη να γεννήσω.
Από εκεί κι έπειτα, όλα ήταν εύκολα. Ακολούθησα τις οδηγίες του γιατρού και η στιγμή που θυμούνται όλες οι μαμάδες του κόσμου με συγκίνηση, ήταν γεγονός. Το μωρό μου ήταν υπέροχο και νιαούριζε! Αφού την σκούπισαν και την τύλιξαν με ένα κουβερτάκι, την ακούμπησαν στην αγκαλιά μου. Εκείνη, μικροσκοπική και πανέμορφη, σταμάτησε να κλαίει κι εγώ την έλουσα με τα δάκρυα ευτυχίας που έτρεχαν από τα μάτια μου.
Ήταν Δευτέρα, 24 Αυγούστου 2008 και ώρα 3:07 το μεσημέρι. Ήταν η μέρα που άλλαξε τη ζωή μου με έναν τρόπο που δεν είχα ποτέ φανταστεί. Ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου και δεν θα την έπαιρνα ποτέ πίσω!