Η υπερπροστατευτικότητα μεγαλώνει παιδιά φυγόπονα, ανεύθυνα, δυστυχισμένα και ηττοπαθή που αδυνατούν να σταθούν στα πόδια τους και να αυτονομηθούν. Και την ευθύνη την έχουν στο μέγιστο οι γονείς που αδυνατούν να ξεχωρίσουν το λεπτό σημείο που χωρίζει την ωφέλιμη φροντίδα από την υπερβολική προστασία. Σε πρακτικό επίπεδο, το λεπτό αυτό σημείο ορίζεται από πολλές καθημερινές συμπεριφορές μας τις οποίες είναι καλό να προσέχουμε.
Να μην επεμβαίνουμε σε δραστηριότητες που μπορούν να κάνουν τα παιδιά μόνα τους
Είναι φυσιολογικό να μην αφήνουμε ένα παιδί που μόλις έκανε τα πρώτα του βήματα να μεταφέρει ένα γυάλινο ποτήρι από το ένα δωμάτιο στο άλλο. Είναι πολύ πιθανό να παραπατήσει, να πέσει, να σπάσει το ποτήρι και να κοπεί. Ωστόσο, κάποια στιγμή φτάνει ο καιρός που τα βήματά του είναι αρκετά σταθερά και μπορεί να ελέγξει τις κινήσεις του σε περίπτωση ατυχήματος. Είναι παράλογο, λοιπόν, να απαγορεύουμε σε αυτά τα παιδιά να πάρουν το γυάλινο ποτήρι από το σαλόνι να το πάνε στην κουζίνα από φόβο, και ειδικά όταν τα παιδιά το ζητούν για να αποδείξουν (κυρίως στον εαυτό τους) πως μεγάλωσαν και μπορούν να κάνουν όλο και περισσότερα πράγματα.
Δυστυχώς, άθελά μας, τους στερούμε το μεγαλύτερο δώρο που θα μπορούσαμε να τους κάνουμε: την αυτοπεποίθηση. Νιώθουν έλλειψη εμπιστοσύνης και συμπεραίνουν πως δεν είναι ικανά, δεν αξίζουν, δεν μπορούν. Τα συναισθήματα αυτά, δυστυχώς, φωλιάζουν μέσα του και τελικά δείχνει απρόθυμο να κάνει οτιδήποτε από φόβο μήπως αποτύχει. Μήπως δεν το κάνει καλά.
Να μην επεμβαίνουμε στην διεκπεραίωση των προσωπικών τους ευθυνών
Όταν ένα παιδί του δημοτικού είναι άρρωστο και δεν πάει στο σχολείο, είναι λογικό να καλέσουμε έναν συμμαθητή του για να του δώσει τα μαθήματα που έχασε. Είναι παράλογο, όμως, να ζητάμε επανειλημμένα από συμμαθητές του διευκρινήσεις για το μάθημα που έγινε στην τάξη όταν το παιδί λίγες ώρες πριν ήταν στο σχολείο.
Στην περίπτωση αυτή, το παιδί μαθαίνει πως, ακόμα κι αν δεν είναι προσεκτικό την ώρα του μαθήματος, η μαμά ή ο μπαμπάς θα αναλάβουν την ευθύνη και θα βρουν τρόπο να καλύψουν το δικό του κενό. Αυτό, από την μεριά του γονιού, παύει να είναι φροντίδα και γίνεται υπερβολική προστασία. Δεν αφήνει το παιδί του να καταλάβει πως οι πράξεις του έχουν επιπτώσεις, πως είναι υπεύθυνο για τις σχολικές του επιδόσεις και πως τα λάθη μας, καλώς ή κακώς, «πληρώνονται»… Όταν, λοιπόν, βγει αργότερα στην κοινωνία, δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί με ωριμότητα και σύνεση ούτε στις υποχρεώσεις του, αλλά ούτε και στις επιπτώσεις που ενδεχομένως να υποστεί.
Να μην επεμβαίνουμε στην διαχείριση των συναισθημάτων τους
Ο συναισθηματικός κόσμος των παιδιών είναι πλούσιος, άστατος και με πολλές εναλλαγές. Πολλές φορές νιώθουν συναισθήματα πρωτόγνωρα, τα οποία δεν μπορούν ούτε να ονοματίσουν αλλά ούτε και να διαχειριστούν. Ο ρόλος του γονιού είναι δύσκολος αφού προσπαθεί να μαντέψει αλλά και να βοηθήσει το παιδί να εκφραστεί. Συχνά, στην προσπάθειά μας να προστατεύσουμε το παιδί από πληγές και ψυχικά τραύματα, μπαίνουμε ανάμεσα σε εκείνο και τα συναισθήματά του και δεν το αφήνουμε να βρει τους δικούς του τρόπους να τα διαχειριστεί.
Για παράδειγμα, εάν αντιληφθούμε πως το παιδί μας ασκεί ή δέχεται κάποια μορφή bullying στο σχολείο, έχουμε χρέος να επέμβουμε και να το προστατεύσουμε. Ωστόσο, εάν μία φορά τσακωθεί με τους συμμαθητές του (και φυσικά πρόκειται για μεμονωμένο και συμπτωματικό συμβάν) και γυρίσει σπίτι κλαίγοντας και υπερβάλλοντας, καλό είναι να μην πάρουμε θέση και να μην ανακατευτούμε αλλά να το συμβουλεύουμε. Αρκεί να είμαστε δίπλα του για να το ακούσουμε και να το αγκαλιάσουμε, αλλά μέχρι εκεί. Την στιγμή που θα σηκώσουμε το τηλέφωνο για να μαλώσουμε την μαμά και το παιδί που «πείραξαν» το αγγελούδι μας και μάλιστα μπροστά του, έχουμε υπερβεί την φροντίδα κι έχουμε περάσει στην υπερπροστατευτικότητα.
Εν κατακλείδι…
Εάν επιθυμούμε να μεγαλώσουμε παιδιά που δεν θα εξαρτώνται από εμάς και, το σημαντικότερο, να είναι ευτυχισμένα, καλό είναι να προσέχουμε τις καθημερινές συμπεριφορές και πράξεις μας και να τους αφήνουμε όσο αέρα χρειάζονται για να αναπνέουν και να μεγαλώνουν. Εξάλλου, αυτός δεν είναι ο ρόλος και ο στόχος μας;