Έπειτα γίνεσαι γονιός και προσγειώνεσαι. Όταν γίνεσαι μαμά, κάνεις πράγματα που δεν τα είχες φανταστεί ποτέ. Και το χειρότερο, τα απολαμβάνεις!
Δεν έχεις ποτέ καθαρό αυτοκίνητο. ΠΟΤΕ όμως!
Δεν μένεις ποτέ μόνη σου στην τουαλέτα. Επίσης ΠΟΤΕ όμως!
Τρως το φαγητό που λίγο πριν έφτυσε το αγγελούδι σου. (Δεν το παραδέχεσαι, αλλά το κάνεις).
Αργότερα, κάνεις το ίδιο με την τσίχλα του.
Σκουπίζεις μονίμως τα χέρια σου στα ρούχα σου.
Και τα παιδιά σου σκουπίζουν τα χέρια τους στα ρούχα σου.
Σκουπίζεις τα σάλια και τις μύξες του παιδιού με γυμνό χέρι κι έπειτα ψάχνεις για χαρτομάντηλο (αν δεν βρεις, έχεις την μπλούζα σου).
Μιλάς στο τηλέφωνο με τον πιο σημαντικό πελάτη σου ενώ αλλάζεις πάνα, μαγειρεύεις και ξεσκονίζεις ταυτόχρονα.
Έχεις τη σιδερώστρα όλη μέρα ανοιχτή, ως μόνιμο «στολίδι» του σαλονιού δίπλα από την βιβλιοθήκη.
Τρως το φαγητό που αφήνουν τα παιδιά διότι δεν έχεις κουράγιο να σερβίρεις τον εαυτό σου.
Εάν δεν αφήσουν φαγητό, τρως όρθια από την κατσαρόλα και… σ’ αρέσει!
Μαθαίνεις να ζεις με την ανησυχία πως κάτι έχεις ξεχάσει.
Βγάζεις την ύλη του δημοτικού για δεύτερη φορά – αυτή τη φορά την εμπεδώνεις κιόλας!
Λες όλες τις ατάκες που σου έλεγε κάποτε η μαμά σου, και που έδινες όρκο πως δεν θα τις πεις ποτέ στα δικά σου παιδιά.
Δεν έχεις ποτέ απόλυτα τακτοποιημένο σπίτι. ΠΟΤΕ όμως.
Γκρινιάζεις που δεν πας μια βόλτα μόνη σου, και αν ποτέ βγεις, γκρινιάζεις που δεν έμεινες με τα παιδιά σου που σου λείπουν.
Υποβαθμίζεις τις ανάγκες σου. Η έγνοια σου είναι εάν ο Γιαννάκης έβηξε ή αν η Αννούλα διάβασε.
Γκρινιάζεις που περνάνε όλα από τα χέρια σου, αλλά γκρινιάζεις κι όταν δεν περνάνε όλα από τα χέρια σου.
Σηκώνεις το δεκαπλάσιο βάρος απ’ ότι νόμιζες ότι μπορείς – εάν σου έλεγαν πριν μερικά χρόνια πως θα κρατούσες αγκαλιά ένα μωρό οχτώ κιλών συν δέκα τσάντες από το supermarket, μάλλον θα γέλαγες με κρότο!
Είσαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος, ακόμα κι όταν είσαι θυμωμένη, κουρασμένη ή σε… απόγνωση!