Τώρα, λοιπόν, που το καλοκαιράκι μας κάνει τη χάρη να κεράσει κανένα 30άρι, επιτρέποντάς μας να ξεχυθούμε στην παραλία, έχουμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε τους θερινούς μας συνδαιτυμόνες και να καταλήξουμε σε απολύτως επισφαλή αλλά διασκεδαστικά συμπεράσματα και κατηγοριοποιήσεις.
Καθ’ ότι τον κουτσομπόλη πολύ εμίσησαν. Το κουτσομπολιό ουδείς.
Ξεκινάμε εμείς για να μην σας πουν κακούς:
Ο-δεν-σηκώνομαι-απ’ την-ξαπλώστρα-γονιός
Είναι αυτός ο τύπος που κάπως το ‘χει καταφέρει και η… παραλιακή του κατάσταση δεν έχει καμία διαφορά μ’ αυτήν πριν τα παιδιά. Αράζει στην ξαπλώστρα/ πετσέτα/ καρέκλα με τις ώρες, διαβάζει βιβλιαράκι, παίρνει έναν υπνάκο, λύνει σταυρόλεξα και γενικώς κάνει ζωή και κότα ενώ γύρω του έχει στηθεί ένα πανηγύρι με αμμοπόλεμο, φωνές, κουβαδάκια, κλάματα, παγωτά κολλημένα παντού κ.λπ. Είναι ο γονιός που συχνά διαλέγει παραλία με το βασικό, παιδοκεντρικό κριτήριο του «Έχει εκεί γύρω καμιά ταβέρνα να πιούμε καν'να ούζο;».
Ο-έλα-Λαλάκη-να-φας-το-κεφτεδάκι-σου-γονιός
Ξέρετε για τι μιλάμε. Το έχετε δει, το έχετε κοροϊδέψει και, την ίδια στιγμή, γνωρίζετε καλά πώς το έχετε κάνει. Αυτή η κατηγορία θα μπορούσε εναλλακτικά να λέγεται «Η Αθάνατη Ελληνίδα Μάνα πάει παραλία». Είναι η μαμά (η πλειοψηφία των μελών αυτής της κατηγορίας, ναι, είναι μαμάδες κι όχι μπαμπάδες) που έχει περισσότερα τάπερ παρά παιχνίδια στην τσάντα θαλάσσης της. Που αγαπά να μπουκώνει και που, αν χρειαστεί, θα κάνει πλονζόν στα βράχια για να δώσει στον γιο της αυτήν την τελευταία μπουκιά. Είναι η μάνα που, αν μπορούσε, θα στόλιζε κάθε ομπρέλα με σεμεδάκι και θα κερνούσε γλυκό του κουταλιού όλους τους λουόμενους. Είναι οργανωμένη, είναι αποφασισμένη, είναι η απόλυτη μάνα. Μείνε πλάι της και δεν θα πεινάσεις ποτέ.
Ο-έκανα-μια-πρόχειρη-μετακόμιση-γονιός
Όλοι λίγο-πολύ κοιτάζουμε το αυτοκίνητο φορτωμένο, λίγο πριν ξεκινήσουμε για την παραλία, και σκεφτόμαστε «Χριστέ μου, πού είναι η εποχή που πήγαινα για μπάνιο κρατώντας μόνο μια τσαντούλα;». Κάποιοι εξ ημών, όμως, χτίζουν το σπιτικό τους πρόχειρα, γιατί σαν την άνεση του σπιτιού σου δεν έχει. Οπότε, καλού-κακού παίρνεις μαζί σου για ένα 3ωρο μπάνιο: ομπρέλα, καρέκλες, σκαμπουδάκια, ξαπλώστρες, τραπεζάκι, ψυγειάκι, σκρίνιο, χημική τουαλέτα κ.ο.κ. Αγαπάει να καταλαμβάνει τον δωδεκαπλάσιο χώρο απ’ αυτόν που του αρμόζει και ξεκινάει να φεύγει (και να μαζεύει) μια με δύο ωρίτσες πριν την πραγματική ώρα αναχώρησής του.
Ο-δεν-μου-τελειώνουν-ποτέ-οι-μπαταρίες-γονιός
Είναι αυτοί οι γονείς που τους βλέπεις και τους φθονείς σιωπηλά. Αυτοί οι ενεργητικοί, παιχνιδιάρηδες, αθλητικοί, ορεξάτοι τύποι που τα κάνουν όλα και συμφέρουν χωρίς το κλασικό βλέμμα απόγνωσης που λέει «Γιατί, Θεέ μου, δε μ’ αφήνει να πάω λιγάκι να λιαστώ;». Λένε «ναι» σε κάθε παιχνίδι, είναι χαμογελαστοί, σε φόρμα, όμορφοι, νέοι, αγαπημένοι, με παιδιά πειθαρχημένα κι ευγενικά. Χτενίζεις με τα μάτια σου την παραλία. Ψάχνεις να βρεις το συνεργείο. Δεν μπορεί, γυρίζεται διαφήμιση. Ψάχνεις. Τίποτα. Αλλάζεις πλευρό και καταβροχθίζεις ακόμη ένα τοστάκι.
Ο-πιο-ενοχλητικός-κι-απ’τις-ρακέτες-γονιός
Τα παιδιά είναι παιδιά και θα κάνουν φασαρία –όλοι το ξέρουν αυτό. Επίσης όποιος θέλει σιωπή και περισυλλογή, μπορεί να πάει στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Όμως, υπάρχουν αυτοί οι γονείς που –πώς να το πούμε- δείχνουν να μην τρέφουν κανέναν σεβασμό για τον διπλανό και τον παραδιπλανό τους. Είναι η μαμά που ουρλιάζει «Γιαννάααααακη» αντί να σηκωθεί να πάει στον ένα μέτρο παραπέρα Γιαννάκη και ο μπαμπάς που έχει φέρει και τη μουσικούλα του μαζί έχοντας αποφασίσει ότι σήμερα όλοι θ’ ακούσουμε Βασίλη Καρρά. Αν η αγένεια είχε πρόσωπο, θα είχε τη φάτσα σου, αγαπητέ φασαριόζε γονιέ.