«Τα παιδιά μπορούν να αντιληφθούν ότι οι παππούδες έχουν αδυναμίες με το παραμικρό, ακόμα και από το σε ποιο από τα εγγόνια θα δώσουν πρώτα ένα μπισκότο», λέει η παιδοψυχολόγος και συγγραφέας Linda Sonna, Ph.D. «Αν οι παππούδες πράγματι ξεχωρίζουν κάπως τα παιδιά, π.χ. αν διαρκώς επαινούν το ένα για την καλή του συμπεριφορά, αλλά όχι το άλλο, ή αν χαρίζουν περισσότερα δωράκια σε κάποιο, ακόμα κι αν το κάνουν εντελώς ασυναίσθητα, αυτό μπορεί να βλάψει τη μεταξύ τους σχέση», συνεχίζει.
Και επειδή οι γονείς είναι οι πρώτοι στους οποίους θα παραπονεθούν τα παιδιά, όταν αντιληφθούν αυτή τη διαφοροποίηση, υπάρχει κίνδυνος σταδιακά να διαταραχτεί και η σχέση γονιών-παππούδων.
Γιατί οι παππούδες ξεχωρίζουν τα εγγόνια
Η λέξη θα μπορούσε να είναι «αδυναμία». Περί ανθρώπινης αδυναμίας να κρατηθούν κάποια προσχήματα πρόκειται, όταν για παράδειγμα η γιαγιά δείχνει να είναι πιο τρυφερή με κάποιο εγγόνι ή -ακόμα χειρότερα- περνά σε χαρακτηρισμούς, του τύπου «το μικρό είναι πιο ήσυχο, ενώ το μεγάλο είναι διαολάκι».
Οι λόγοι που οι παππούδες μπορεί να δείχνουν προτίμηση σε ένα εγγόνι μπορεί να είναι πολλοί: Το εγγόνι έχει το όνομά τους, τους μοιάζει εξωτερικά ή τους θυμίζει το παιδί τους στην αντίστοιχη ηλικία. Μπορεί ακόμα να μην τους κουράζει τόσο όσο το άλλο, γιατί ίσως είναι πιο συνεργάσιμο ή είναι ακόμα μωρό, ή μπορεί -αν πρόκειται π.χ. για εγγόνια που είναι ξαδέρφια μεταξύ τους- απλά να είναι πιο κοντά σε ένα από αυτά, να μένουν μαζί του, να το «μεγαλώνουν».
Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς
«Αν οι γονείς αντιληφθούν κάτι τέτοιο θα πρέπει να αναρωτηθούν: είναι τόσο εμφανές που να γίνεται επιζήμιο;», μας λέει η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια κ. Ρομίνα Σαλούστρου. «Έχει νόημα τότε να σκεφτούμε, ότι η διαφορετικότητα των σχέσεων που αναπτύσσονται μέσα στην ευρύτερη οικογένεια μπορεί να είναι και κάτι θετικό. Γιατί γεγονός είναι, ότι δεν σχετιζόμαστε το ίδιο με όλους τους ανθρώπους. Το κάθε παιδί είναι μια ξεχωριστή οντότητα, με διαφορετική θέση μέσα στην οικογένεια και ανάλογα με αυτήν αλλάζουν οι δυναμικές της κάθε σχέσης με τα υπόλοιπα μέλη», συμπληρώνει η ίδια.
Και συνεχίζει «Δεν πρόκειται, λοιπόν, για αδυναμία των παππούδων, αλλά για γνώμη. Για παράδειγμα, αν οι παππούδες δείχνουν πιο εκδηλωτικοί με το νέο μωρό στην οικογένεια, αυτό συμβαίνει γιατί σε ένα μωρό, μόνο με τη σωματική επαφή και το χάδι μπορείς να δείξεις την αγάπη σου, ενώ σε ένα μεγαλύτερο παιδί η αγάπη εκφράζεται το ίδιο εύκολα με λόγια.
»Επιπλέον, αν για παράδειγμα, οι παππούδες πάρουν μία σοκολάτα στο μεγάλο παιδί, αλλά όχι στο μωρό, αυτό δεν είναι κακό, γιατί εξ ορισμού υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα δύο παιδιά που καλό είναι να μην τις παραβλέπουμε. Ο ηλικιακός διαχωρισμός, αν τα αδέρφια έχουν κάποια χρόνια διαφοράς μεταξύ τους, είναι μία από αυτές. Έτσι, ένα μωρό δεν πρέπει να φάει σοκολάτα, επειδή έφαγε το μεγάλο αδερφάκι του, και δεν μπορεί γενικότερα να έχει τις ελευθερίες που έχει το μεγάλο –όπως και το μεγάλο δεν τις είχε όταν ήταν μωρό.
»Και είναι χρήσιμο και για το παιδί να βιώνει τέτοιες μικρές ακυρώσεις, ώστε να προσδιορίζει μόνο του την θέση του μέσα στην οικογένεια και να μην το “παίρνει η μπάλα”, μαζί με το άλλο αδερφάκι. Να αντιλαμβάνεται, δηλαδή, τη μοναδική, ξεχωριστή του οντότητα και ότι λόγω αυτής δέχεται κάποια διαφορετική αντιμετώπιση –όχι, βέβαια, περισσότερη ή λιγότερη αγάπη.»
Αν, ωστόσο, το παιδί εκφράσει το παράπονο ότι νιώθει αδικημένο από τους παππούδες, η κ. Σαλούστρου συμβουλεύει: «Το καλύτερο που έχουν να κάνουν οι γονείς είναι να μην “κουκουλώσουν” το συναίσθημα, παρά να μιλήσουν ανοιχτά γι’αυτό και να εξηγήσουν στο παιδί ότι δεν ισχύει αυτό που φοβάται (π.χ. ότι η γιαγιά αγαπάει το αδελφάκι ή ξαδελφάκι περισσότερο). Μπορούν ακόμα να πουν στο παιδί κάτι όπως “ευχαριστώ που μου μίλησες γι’αυτό που σε απασχολεί και μου το επισήμανες” και να το διαβεβαιώσουν ότι θα λύσουν το πρόβλημα.»
Αναφορικά με τους παππούδες, είναι σημαντικό να γίνει μια καλή συζήτηση –χωρίς, βέβαια, να είναι μπροστά τα εγγόνια. «Δεν χρειάζεται να έχει τη μορφή υπόδειξης», λέει η ειδικός. «Αρκεί να εξηγήσουν οι γονείς πώς μπορεί ένα παιδί να ακούσει και να καταλάβει διαφορετικά κάτι από αυτά που θα πουν ή θα κάνουν οι παππούδες και να επηρεαστεί από αυτό. Οι παππούδες, κατά κανόνα, είναι πρόθυμοι να ακούσουν κάτι τέτοιο, γιατί σε καμία περίπτωση δεν θέλουν σκόπιμα να στεναχωρούν κάποιο εγγόνι τους.»
Κι αν η κατάσταση δεν βελτιώνεται;
Μπορεί, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ένας στοιχειώδης διαχωρισμός ανάμεσα στα εγγόνια να μην είναι κάτι επιζήμιο, όμως όταν γίνεται σε πιο ακραίο βαθμό, π.χ. όταν οι παππούδες χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς και ταυτότητες του τύπου «είσαι κακό παιδί, ενώ η αδερφή σου καλή» ή «ο μεγάλος είναι έξυπνος, όχι σαν τον μικρό», τότε η παρέμβαση των γονιών πρέπει να είναι πιο άμεση. «Και ο λόγος είναι, ότι τέτοιες ταμπέλες από ανθρώπους που το παιδί θα πρέπει κανονικά να εμπιστεύεται και με τους οποίους περνά τόσο πολύ χρόνο, είναι πιθανό να το στιγματίσουν και να ανακάμψουν την πρόοδό του».
Σε τέτοιες περιπτώσεις, λοιπόν, συμβουλεύει η κ. Σαλούστρου, θα πρέπει και πάλι να γίνει η συζήτηση που αναφέραμε παραπάνω και παράλληλα, ειδικά αν οι γονείς νιώσουν ότι δεν βγάζει πουθενά, να αναλάβουν οι ίδιοι να δείξουν στο παιδί, ότι αυτά που λένε οι παππούδες δεν ισχύουν. «Οι γονείς τότε θα πρέπει, χωρίς πολλά λόγια, να φροντίσουν το παιδί και να ικανοποιήσουν την ανάγκη του εμπειρικά, με τις πράξεις τους. Να το δυναμώσουν υποδεικνύοντάς του, μέσα από καθημερινά παραδείγματα, γιατί δεν είναι όλα αυτά που λένε οι παππούδες ότι είναι –π.χ. “Κοίτα πόσο σωστά έκανες αυτές την άσκηση! Είδες πόσο έξυπνος είσαι;” Στόχος είναι το παιδί να καταλάβει ότι αυτά που λένε οι παππούδες είναι η γνώμη τους και όχι αυτό που ισχύει πραγματικά. Και είναι στο χέρι των γονιών να το πείσουν γι’αυτό.»
Εξάλλου, αν πράγματι οι γονείς κρίνουν ότι ο διαχωρισμός που βιώνει κάποιο από τα παιδιά είναι κάτι ιδιαίτερα επιβαρυντικό για την ψυχολογία του, τότε ίσως πρέπει να εξετάσουν και το αν έχει νόημα να περνά τόσες ώρες με τους παππούδες καθημερινά. Όπως είπαμε και στην αρχή, όταν μια τέτοια κατάσταση φτάσει στα άκρα, είναι αναπόφευκτο οι σχέσεις στην οικογένεια να μπουν σε κίνδυνο.
Για τους παππούδες που μπορεί να μας διαβάζουν…
Αν «κατηγορηθήκατε» ότι δείχνετε μεγαλύτερη αδυναμία σε κάποιο εγγόνι, ακούστε με προσοχή τι έχουν να σας πουν –τόσο τα παιδιά σας όσο και τα εγγόνια σας. Γνωρίζουν πολύ καλά πόσο τα αγαπάτε και πόσο νοιάζεστε γι’αυτά και αυτός είναι ο λόγος που ουσιαστικά, ζητούν τη βοήθειά σας για να λύσουν το πρόβλημα. Το καλύτερο που εσείς έχετε να κάνετε είναι να υποσχεθείτε στον εαυτό σας μια νέα αρχή. Προσπαθήστε να αφιερώσετε ατομικό χρόνο με το κάθε σας εγγόνι ξεχωριστά (ειδικά αυτό που νιώθει αδικημένο) και όταν το κάνετε, φροντίστε να το… ανεβάσετε στα ουράνια! Εσείς ξέρετε πώς να το κάνετε αυτό, καλύτερα από τον καθένα. Κάντε σκοπό της ζωής σας, το κάθε σας εγγόνι να νιώθει την ίδια θέρμη που βγάζει ο τεράστιος ήλιος της αγάπης σας.