«Όταν ο γιος μου ήταν τριών ετών, θυμάμαι πως ένιωθα την πίεση να του αγοράσω πολλά και διάφορα δώρα για τα Χριστούγεννα. Ήξερα ότι οι παππούδες θα έρχονταν για να δουν τα δεκάδες πακέτα που θα χώναμε, η γυναίκα μου κι εγώ, κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ήξερα ότι θα ήθελαν να προσθέσουν σε αυτή τη στοίβα και τα δικά τους όμορφα δώρα. Όλα αυτά, όμως, μου φαίνονταν… υπερβολικά. Όχι μόνο σε εμένα, αλλά και στον γιο μου. Πόσα δώρα, δηλαδή, χρειάζεται ένα τρίχρονο παιδί;
Έτσι, επαναστάτησα. Αρχές Δεκέμβρη, πήγα στο τοπικό κατάστημα ηλεκτρικών ειδών, αλλά δεν μπήκα μέσα. Πήγα από πίσω, στις αποθήκες και έψαξα στα σκουπίδια. Εκεί βρήκα το τέλειο δώρο για τον γιο μου. Μία γιγάντια κούτα ψυγείου! Την έχωσα στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου και όταν έφτασα σπίτι την τύλιξα με χαρτί εφημερίδας και μία φαρδιά κόκκινη κορδέλα. Το πρωί των Χριστουγέννων, ο γιος μου ξύπνησε και βρήκε ένα φανταστικό δώρο: Ένα τεράστιο άδειο κουτί και ένα πακέτο πλενόμενους μαρκαδόρους.
Δεν έχω τίποτα εναντίον των δώρων, αλλά αυτό που πραγματικά χρειαζόταν αναπτυξιακά ο γιος μου δεν θα το έβρισκα στα καταστήματα. Στην ηλικία του χρειαζόταν κάτι που θα τον διέγειρε πνευματικά. Χρειαζόταν ευκαιρίες ώστε να γίνει πιο δραστήριος, πιο δημιουργικός και για να μάθει να λύνει προβλήματα. Όσο περισσότερο σκεφτόμουν τι πραγματικά θα εκτιμούσε ο γιος μου, τόσο λιγότερο λογικό μου φαινόταν να στέκομαι στις ουρές των μαγαζιών για να του πάρω το καλύτερο παιχνίδι που κυκλοφορούσε αυτή τη στιγμή στην αγορά.
Το κουτί εκείνο μετενσαρκώθηκε πολλές φορές. Στην αρχή έγινε σπίτι: κόψαμε μία πόρτα ώστε να μπορεί να μπουσουλάει και να μπαίνει μέσα. Ύστερα το γυρίσαμε στο πλάι και έγινε διαστημόπλοιο. Αργότερα έγινε η οροφή ενός κάστρου, κάτω από το οποίο κοιμήθηκε. Και τελικά, όταν ξεμείναμε από ιδέες, ένα απόγευμα που χιόνιζε, μετατράπηκε σε ένα εξαιρετικό έλκηθρο. Τελικά κατέληξε στον κάδο της ανακύκλωσης, αλλά μέχρι τότε είχε διδάξει στον γιο μου ορισμένα σημαντικά μαθήματα ζωής.
Φυσικά, δεν ήταν εύκολο να αποφύγω την κατακραυγή των παππούδων. Δεν είναι ότι είπαν πολλά, αλλά μπορούσα να το καταλάβω από το βλέμμα τους και τα -όχι ιδιαίτερα διακριτικά- σχόλιά τους: «Α, αυτό του πήρες όλο κι όλο;», είπε η θεία του γιου μου όταν ήρθε τα Χριστούγεννα στο σπίτι μας για φαγητό.
Δεν θα αρνηθώ ότι ένιωσα λίγο ένοχος για το έξυπνο κατά τ’άλλα δώρο μου, αλλά το ξέχασα πολύ γρήγορα όταν είδα τον γιο μου να το απολαμβάνει και σχεδόν να αγνοεί όλα τα υπόλοιπα παιχνίδια που αραδιάστηκαν μπροστά του.
Όχι, δεν είμαι κατά των αγορών. Στην πάροδο των ετών ο γιος μου έχει λάβει αρκετά αξιόλογα δώρα. Έχει περάσει ατελείωτες ώρες διασκέδασης με μία πλαστική μπουλντόζα που του έφτανε μέχρι τη μέση. Και αργότερα, αυτός και η αδερφή του τρελάθηκαν στο χοροπηδητό, όταν τους βάλαμε ένα τραμπολίνο στον κήπο. Όταν πλέον έφτασε στην εφηβεία πήρε κάποια gadgets και αργότερα του δίναμε χρήματα, ώστε να μπορεί να αγοράζει μόνος του ό,τι ήθελε, είτε κάποιο ρούχο είτε κάτι δώρα που μερικές φορές με παραξένευαν, π.χ. ένα όπλο για paintball. Όταν μεγάλωσε ακόμα περισσότερο, τα δώρα έγιναν μικρότερα και (όπως κάθε γονιός ξέρει) πιο ακριβά. Στα 16 του, για παράδειγμα, ένα καινούργιο smartphone ήταν ό,τι χρειαζόταν για να του “φτιάξει” τις γιορτές. Όσο συμβατικά κι αν ακούγονται όλα αυτά τα δώρα, θα παρατηρήσετε ότι απέφυγα να αναφερθώ σε παιχνιδο-κονσόλες ή σε παιχνίδια που τείνουν να προωθούν μη υγιείς συμπεριφορές και τον καθιστικό τρόπο ζωής.
Τα παιχνίδια που ήμουν πραγματικά περήφανος όταν του έδωσα ήταν αυτά που:
1. Κράτησαν το παιδί μου δραστήριο και κοινωνικό.
2. Το βοήθησαν να εκφραστεί και να αναδείξει τη δημιουργικότητά του.
3. Το βοήθησαν να καταλάβει την αξία του χρήματος, ή του έδωσαν ευκαιρίες να κατακτήσει ορισμένες ικανότητες (όπως το να αγοράζει σωστά ρούχα και να κάνει οικονομία) που θα χρειαστεί αργότερα στη ζωή του.
Αναρωτιέμαι πόσα είναι αυτά τα παιχνίδια στα ράφια των καταστημάτων που πραγματικά πληρούν τις παραπάνω προδιαγραφές.
Παραδέχομαι ότι έχω και έναν ακόμα λόγο που σας μιλώ για το θέμα αυτό. Πρόσφατα πέρασα δύο μέρες με κάποιους από τους ευφυέστερους ανθρώπους αυτού του κόσμου, να συζητάω για το πώς μπορούμε να ενισχύσουμε την ευμάρεια των παιδιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν σας κρύβω ότι σοκαρίστηκα: Υπάρχουν διάσημοι παιδοψυχολόγοι, ειδικοί στα ανθρώπινα δικαιώματα, γιατροί που έχουν αφιερώσει ολόκληρη την καριέρα τους στο να μελετούν τους μικροοργανισμούς του εγκεφάλου μας, νευρολόγοι που έχουν εξελίξει την επιστήμη της επιγενετικής και την νευροπλαστικότητας, φορείς χάραξης πολιτικής και συνήγοροι του παιδιού. Και ενώ όλοι συμφωνούσαμε ότι τα παιδιά χρειάζονται τα βασικά, κανείς καθόλου δεν ανάφερε το πρόβλημα του κατακλυσμού των δώρων που θα λάβουν πολλά παιδιά, σε χώρες υψηλών εισοδημάτων, αυτή την εποχή του χρόνου.
Ακόμα χειρότερα, αυτό που συμφωνήσαμε όλοι ότι χρειάζονται τα παιδιά (ύστερα από τα βασικά, όπως τροφή, εκπαίδευση και σύστημα υγείας) ήταν ευκαιρίες για να μάθουν τι σημαίνει συμπόνια, να νιώθουν ταυτόχρονα συνδεδεμένα και ανεξάρτητα, να μπορούν να εξασκούν την αίσθηση του ελέγχου και να κινούν το σώμα τους. Παγκοσμίως ανησυχήσαμε για τον καθιστικό τρόπο ζωής και για τις κακές κυβερνητικές πολιτικές. Προβληματιστήκαμε με όλους αυτούς τους λιανοπωλητές που πουλάνε στους γονείς ψεύτικες υποσχέσεις με προϊόντα του τύπου “Πώς θα κάνετε το μωρό σας Αϊνστάιν”. Ανταλλάξαμε ιστορίες καινοτόμων προγραμμάτων που δίνουν στα παιδιά ευκαιρίες να αφηγηθούν τις ιστορίες τους, θυμίζοντάς μας τι πραγματικά χρειάζονται.
Ενθυμούμενος, λοιπόν, εκείνη την άδεια κούτα ψυγείου, είμαι βέβαιος ότι ήμουν σε καλό δρόμο τελικά.
Στη συζήτηση εκείνη ακουσα, επίσης, να λέγεται ότι είναι κατά κάποιον τρόπο καθήκον μας να καταναλώνουμε. “Τα άδεια κουτιά που διασώζονται από τα σκουπίδια δεν κοστίζουν τίποτα και σίγουρα δεν βοηθούν την οικονομία μας να αναπτυχθεί.” Δεν είμαι τόσο σίγουρος γι’αυτό. Μου διαφεύγει το πώς ακριβώς ωφελεί τους ανθρώπους σε τοπικό επίπεδο μία μεγάλη plasma τηλεόραση ή ένα πολυδιαφημισμένο πλαστικό παιχνίδι. Τον περασμένο μήνα, πριν παραβρεθώ σε εκείνη τη συνάντηση των ειδικών, βρισκόμουν στο Βιετνάμ. Όσο ήμουν εκεί οδήγησα στον βιομηχανοποιημένο βορρά και είδα ένα εργοστάσιο της LG που είχε μήκος περίπου 800 μέτρων. Περίπου 30.000 άνθρωποι δουλεύουν εκεί –τα μικρά μηχανάκια τους είναι παρκαρισμένα έξω, κάτω από πλαστικά στέγαστρα τόσο μεγάλα όσο δύο γήπεδα ποδοσφαίρου. Ο μέσος μισθός των εργατών εκεί είναι λιγότερα από 200 ευρώ/μήνα. Όσο κι αν ακούω κάποιους να μιλούν για επαναδιαπραγμάτευση των εμπορικών συμφωνιών, πιστεύει κανείς πραγματικά ότι οι δουλειές αυτές θα επιστρέψουν ποτέ στον δυτικό κόσμο; Στην Αγγλία και στη Βόρεια Αμερική; Κι αν γινόταν αυτό, θα ήμασταν διατεθειμένοι να πληρώνουμε τις τηλεοράσεις και τα διάφορα ηλεκτρονικά δώρα που κάνουμε τις μέρες των Χριστουγέννων τρεις φορές πάνω από όσο τα πληρώνουμε τώρα; Αναρωτιέμαι, όλη αυτή η υπερκατανάλωση, θα βοηθήσει πραγματικά την κοινωνία μου;
Πού ήταν το κακό, λοιπόν, στο να χαρίσω στον γιο μου ένα κουτί για τα Χριστούγεννα; Εγώ δεν βλέπω κανένα κακό. Αντίθετα, προτιμώ να σκέφτομαι αν το δώρο μου έδωσε στο παιδί μου αυτό που πραγματικά χρειαζόταν: Έναν πιο εναλλακτικό τρόπο ζωής.»
Πηγή: psychologytoday.com