« 'Νωρίτερα σήμερα που γέλαγες στο κρεβάτι... Έδειχνες σαν χαζή.'
Με αυτά της τα λόγια, η μητέρα μου γκρέμισε την αυτοπεποίθησή μου. Κάθε φορά που γελούσα, ύστερα από αυτό, έβαζα αυτόματα το χέρι μου πάνω από το στόμα μου για να κρύψω τα μεγάλα κενά ανάμεσα στα δόντια μου. Έκλεινα τα μάτια μου για να μασκαρέψω το γεγονός ότι το γέλιο τα έκανε να μικραίνουν και να τονίζουν έντονα τα στρογγυλά μάγουλά μου.
Πιθανότατα δεν εννοούσε ότι έδειχνα πάντα σαν χαζή όταν γελούσα. Μπορεί να έφταιγε ότι γελούσα με κάτι που η ίδια δεν έβρισκε αστείο. Δεν θα το μάθω ποτέ –ποτέ δεν βρήκα το θάρρος να πάω και να την ρωτήσω πριν πεθάνει. Ακόμα κι αν ήταν εδώ τώρα, δεν νομίζω ότι θα είχα τα κότσια να της εκφράσω το παράπονο και την απορία μου. Την απορία γιατί έδειχνα σαν χαζή και κυρίως για ποιο λόγο θεώρησε ότι ήταν σωστό να ασκήσει μία τέτοια κριτική σε ένα παιδί.
Ακόμα κι αν δεν είχε κάνει αυτή την δήλωση, βέβαια, είμαι σίγουρη ότι θα είχα περάσει διάφορες άλλες φάσεις χαμηλής αυτοπεποίθησης. Αναπτύχθηκα γρήγορα ως κορίτσι και το στήθος μου φούσκωσε απότομα, με αποτέλεσμα να σταυρώνω διαρκώς τα χέρια μου μπροστά από το μπούστο μου ή να κρύβομαι πίσω από τις φίλες μου. Μου είχαν βγάλει το παρατσούκλι 'γυαλαμπούκα΄ όταν ήμουν μικρότερη, επειδή φορούσα γυαλιά, και αυτό με έκανε να ντρέπομαι αφάνταστα. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την γενικότερη τάση που είχα να σκέφτομαι και να αναλύω μόνη μου τα πάντα, πιθανώς να με οδήγησαν σε ένα δύσβατο μονοπάτι αυτοκριτικής και υπερβολικού χρόνου μπροστά στον καθρέφτη.
Ωστόσο, η σκληρή αυτή παρατήρηση, προερχόμενη από τα χείλη του ανθρώπου με τον οποίον περνούσα σχεδόν όλο τον χρόνο μου, στοίχειωσε το μυαλό μου, κρύφτηκε σε κάποια γωνία του και εμφανιζόταν κάθε φορά που χαλάρωνα λίγο. Δεν ξέρω πώς να γελάω χωρίς να καμουφλάρω κάπως το πρόσωπό μου –κοιτάζω κάτω, στο πάτωμα, καλύπτω το πρόσωπο με τα χέρια μου, ή σφίγγομαι για να μην γελάσω με την καρδιά μου.
Έχουν περάσει 15 χρόνια από τότε που η μητέρα μου είπε αυτές τις λέξεις, όμως ακόμα τις θυμάμαι.
Τώρα κοιτάζω τον γιο μου που παίζει στο πάτωμα. Είναι ολοστρόγγυλος, με τα μπουτάκια του και τις δίπλες στα μπρατσάκια του, ένα γλυκό, αξιαγάπητο παιδάκι που ακόμα και οι ξένοι θαυμάζουν. Έχει όμορφα μάτια, ολόιδια με τα δικά μου. Στο δικό μου πρόσωπο, βλέπω αυτά τα μάτια με μαύρους κύκλους από κάτω ή απεριποίητα φρύδια από πάνω. Στο δικό του πρόσωπο, όμως, δείχνουν τέλεια.
Το γέλιο του είναι ο πιο υπέροχος ήχος που έχω ποτέ ακούσει. Όταν γελάει, τα μάτια του κλείνουν σχηματίζοντας δύο μικρές γραμμούλες και κουνιέται η κοιλίτσα του, ενώ εκείνος είναι όλο χαρά. Γελάει με τις γάτες που τρέχουν μέσα στο σπίτι και με τα παιδικά στην τηλεόραση. Λατρεύω να τον ακούω να γελάει.
Θα αποτύχω κάποιες στιγμές ως μαμά. Πιθανώς να χάσω την υπομονή μου και να φωνάξω κάποιες φορές, ενώ δεν θα πρέπει. Μπορεί να ξεχάσω, μια βροχερή μέρα, να πάρω μαζί το αδιάβροχό του, πηγαίνοντάς τον στον σχολείο. Ξέρω ότι σε κάποιον βαθμό, θα απογοητεύσω τον γιο μου.
Όμως ποτέ, ποτέ δεν θα τον κάνω να αμφισβητήσει το γεγονός ότι είναι το πιο υπέροχο πλάσμα που έχω δει ποτέ στην ζωή μου!»
Πηγή: scarymommy.com