«Ο φόβος είναι οδηγός και προστάτης, βάζει όρια, προφυλάσσει και χρειάζεται να τον σεβόμαστε. Ο φόβος είναι σαν ένα λιοντάρι που διώχνει μακριά ό,τι εν δυνάμει τραυματικό και λειτουργεί σαν φύλακας. Υπάρχουν όμως φορές που αυτό το λιοντάρι μπορεί να βρυχάται προς τον εαυτό του και τότε υπάρχει πρόβλημα», λέει η κ. Σαράντη, εννοώντας ότι ορισμένες φορές αντί ο φόβος να προφυλάσσει (π.χ. αν πηδήξω από εδώ θα χτυπήσω), κάνει δύσκολη τη ζωή του ατόμου –του παιδιού στην προκειμένη περίπτωση.
Ο ρόλος του γονιού στον παιδικό φόβο
Στο ερώτημα σε ποιες περιπτώσεις αναπτύσσουν τα παιδιά φόβους και αγωνίες και τι ρόλο παίζει τότε ο γονιός, η ειδικός εξηγεί ότι η πρώτη περίπτωση είναι ο φόβος να είναι αποτέλεσμα της κτητικής συμπεριφοράς των γονέων. Δηλαδή γονείς που κρατούν το παιδί «δικό τους» και εξαρτημένο από αυτούς, με αποτέλεσμα να καλλιεργούν τον φόβο και την αδυναμία και να μην προσφέρουν στο παιδί τους την εμπιστοσύνη που χρειάζεται το ίδιο για να σταθεί αυτόνομο. Η εξάρτηση από το παιδί που οδηγεί στην εξάρτηση του παιδιού από τον γονέα και η υπερπροστασία οδηγούν το λιονταράκι ενάντια στο παιδάκι.
Παραδείγματος χάριν, αναφορικά με τον πολύ συχνό φόβο πολλών παιδιών για το σκοτάδι ή για «μπαμπούλες» στο δωμάτιό του, η κ. Σαράντη επισημαίνει: «Απαγορεύεται να κοιμάστε με τα παιδιά σας. Το επιτρεπτό χρονικό διάστημα είναι οι πρώτοι έξι μήνες με μέγιστο χρόνο το πρώτο έτος ζωής! Ύστερα το παιδί χρειάζεται τον χώρο του, ακόμη κι αν αντιστέκεται. Δώστε του το δικό του χώρο-χρόνο με τον εαυτό του, αφήστε το να καθίσει στην κούνια του πιάνοντας τα ποδαράκια του καθώς θα κάνει ήχους και λογάκια διότι εκείνη την ώρα δημιουργεί σχέση με τον εαυτό του.
Η δεύτερη περίπτωση είναι η αυστηρότητα και η τιμωρία, λέει η κ. Σαράντη. Ένα παιδί που ακούει μόνο «μη» και συνεχώς δέχεται λεκτική επίθεση για ό,τι κάνει με δική του πρωτοβουλία είναι ένα πλάσμα που στην ζωή του δεν θα τολμήσει, από τον φόβο της τιμωρίας και της απόρριψης. Ένα παιδί που καταπιέζεται και τιμωρείται θα γίνει μόνο ακόλουθος κι όχι ηγέτης.
Επίσης, τονίζει η ειδικός, απαγορεύεται και η σύγκριση με άλλα παιδιά. Φράσεις, όπως «Κοίτα τι κατάφερε ο αδελφός σου! Εσύ γιατί δεν είσαι έτσι;», δεν θα πρέπει ποτέ να λέγονται στο παιδί. Το κάθε παιδί είναι διαφορετικό και ελεύθερο να είναι ο εαυτός του ως προς τα ταλέντα του, τους τρόπους που μπορεί να χρησιμοποιεί για να προσεγγίζει την ζωή, τα μαθήματα, τους ανθρώπους και την ίδια την σκέψη και τα συναισθήματα.
Απαγορεύεται η υποτίμηση, συμπληρώνει η ίδια. Επιτρέπεται μόνο η εκτίμηση και σε περίπτωση συμπεριφοράς μη αποδεκτής από τον γονέα τότε επέρχεται διάλογος ή σε πολύ μικρά παιδάκια απόσπαση προσοχής από τη μη αποδεκτή συμπεριφορά σε μια εναλλακτική αποδεκτή συμπεριφορά. Δηλαδή, αν για παράδειγμα το μικρό παιδί θέλει να βάλει το χέρι στην πρίζα, του λέτε ότι θα τραυματιστεί και θα πονέσει ή ότι θα κάνει "βα βα" και το παίρνετε από την πρίζα και πηγαίνετε μαζί του να παίξετε κάποιο παιχνίδι. Δεν του λέτε ποτέ φράσεις όπως «μα καλά, χαζό είσαι και πας να βάλεις το χέρι στην πρίζα;».
Αυτονόητο είναι, όπως επισημαίνει η παιδοψυχολόγος, ότι προκειμένου να προστατευθεί το παιδί από φόβους και φοβίες απαγορεύεται η σωματική βία, η λεκτική βία, η ψυχική βία και η σεξουαλική βία. Ψυχική βία είναι το να πει κάποιος στο παιδί του «κάτσε φρόνιμος/η αλλιώς θα σε φάει ο λύκος». Το παιδί χρειάζεται να καταλάβει τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους πρέπει να κάτσει φρόνιμο –π.χ. γιατί βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που επιβάλλει ησυχία (π.χ. στην εκκλησία). Με τον φόβο του «λύκου» ή του «μπαμπούλα» δεν επιτυγχάνεται αυτό, αλλά ένα παιδί που θα αναπτύσσει έτσι μη ρεαλιστικούς φόβους.
Η τρίτη περίπτωση, λέει η κ. Σαράντη, είναι ο «φοβικός γονέας» που φυσικά κάνει «φοβικό» και το παιδί. Ο γονέας λειτουργεί σαν πρότυπο κι έτσι ανάλογα με την συμπεριφορά του απέναντι στην ζωή το παιδί θα ταυτιστεί και θα φερθεί ανάλογα.
Η τέταρτη περίπτωση είναι το βίωμα ενός τραύματος. Η κ. Σαράντη συμβουλεύει τους γονείς, «σε περίπτωση που συμβεί σε ένα παιδί ένα τραύμα σωματικό ή ψυχικό φροντίστε να το βοηθήσετε να το ξεπεράσει και δείξτε ψυχραιμία. Η στάση σας θα παίξει τον κυριότερο ρόλο για το πώς θα ενδοβάλει το παιδί σας το όποιο τραυματικό γεγονός και ανάλογα θα μπορέσει να το επεξεργαστεί». Σκεφτείτε, για παράδειγμα, πώς μπορεί να αντιδράσατε σε ένα τρακάρισμα ή κάποια φορά που κλειστήκατε στο ασανσέρ και πώς συμπεριφερθήκατε στην αντίδραση του παιδιού; Αρχίσατε να φωνάζετε; Σας έπιασε πανικός; Δείξετε υπερβολικό ζήλο στο να ηρεμήσετε το παιδί; Όλα αυτά αποτυπώνονται έντονα στη μνήμη του παιδιού.
Γονείς με αυτοπεποίθηση = θαρραλέα παιδιά
Συνεπώς, καταλήγει η ειδικός, για να μεγαλώσουν οι γονείς γενναία, με αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό τους παιδιά, θα πρέπει:
- να είναι επαρκείς στον ρόλο τους και να νιώθουν οι ίδιοι εμπιστοσύνη στον εαυτό τους
- να μην προσπαθούν να κάνουν το παιδί «κτήμα τους», αλλά να το αντιλαμβάνονται σαν μια εξέλιξη της σχέσης τους και ένα πλάσμα που ανήκει στον εαυτό του, αλλά με δική τους την ευθύνη της ανατροφής του
- να σέβονται την οντότητα του παιδιού τους και να του επιτρέπουν να είναι ο εαυτός του
- να ενισχύουν τη μοναδικότητα και την διαφορετικότητά του
- να στέκονται δίπλα στο παιδί και να μην το "καταβροχθίζουν" ή να το παραμελούν
- να αγαπιούνται μεταξύ τους, να αγαπούν το παιδί τους και να βλέπουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους
- να κάνουν διάλογο χωρίς να κρίνουν
- να είναι ψύχραιμοι
- να είναι τρυφεροί και διαχυτικοί
- να έχουν την οικογένεια που δημιούργησαν ως προτεραιότητα
- να αγαπούν τον εαυτό τους
- να ζητούν συγνώμη
- να μη βάζουν «ταμπέλα» στο παιδί τους
- να αλλάζουν τα δεδομένα τους για να κάνουν χώρο στο παιδί τους
- να τολμούν να ζητήσουν βοήθεια αν καταλαβαίνουν ότι κάτι που δεν λειτουργεί κατάλληλα είναι οι ίδιοι.