Οι πιθανές αιτίες στις "ανεξήγητες" αποβολές

Οι πιθανές αιτίες στις ανεξήγητες αποβολές

Υπολογίζεται ότι σχεδόν οι μισές από όλες τις εγκυμοσύνες καταλήγουν σε αποβολή –πολλές, μάλιστα, μόλις δύο ή τρεις εβδομάδες μετά τη σύλληψη. Από τη στιγμή που η γυναίκα θα μάθει ότι είναι έγκυος, η πιθανότητα να αποβάλει είναι 15-20% και κατά πάσα πιθανότητα μέχρι την 10η εβδομάδα.

Αυτό είναι ένα πραγματικά δραματικό ποσοστό, αν αναλογιστεί κανείς πόσο έχει εξελιχθεί η επιστήμη σε θέματα γυναικολογίας. Το ερώτημα γιατί τόσες εγκυμοσύνες κινδυνεύουν να τερματιστούν πρόωρα έχει απασχολήσει εδώ και χρόνια ερευνητές και γιατρούς, ωστόσο σχετικά πρόσφατα κατάφεραν να δώσουν πιο ξεκάθαρες απαντήσεις.

Οι αποβολές μπορούν να συμβούν για πολλούς λόγους, όπως ορμονικά προβλήματα που μπορεί να επηρεάσουν το μείγμα των χημικών στο σώμα της μαμάς, κάποιο πρόβλημα υγείας που μπορεί να επηρεάζει το αναπαραγωγικό της σύστημα ή κάποια μόλυνση στο έμβρυο, όσο ακόμα αυτό είναι πολύ μικρό. Η παχυσαρκία και η υψηλή κατανάλωση καφεΐνης έχουν επίσης συνδεθεί με αποτυχημένες εγκυμοσύνες.

Ο ένοχος, ωστόσο, στις μισές σχεδόν αποβολές είναι κάτι πέρα από τον έλεγχο της μητέρας και συχνά εντελώς άσχετο με την υγεία ή τον τρόπο ζωής της. Οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες -η προσθήκη σε ή αφαίρεση από το φυσιολογικό σετ των 46 χρωμοσωμάτων, ή οι καλά «πακεταρισμένες» δέσμες του DNA στα κύτταρα του εμβρύου- είναι κατά βάση υπεύθυνες για τα μεγάλα ποσοστά αποβολών.

Για την ακρίβεια, έρευνες έχουν υπολογίσει ότι τα προβληματικά χρωμοσώματα ευθύνονται τελικά για τουλάχιστον 80% των «ανεξήγητων» αποβολών κατά τις πρώτες εβδομάδες, ειδικά όταν η γυναίκα είναι άνω των 35 ετών.

Η εξήγηση αυτή μπορεί να προκαλεί ανακούφιση σε κάποια ζευγάρια που προσπαθούν να κάνουν παιδί αλλά έχουν βιώσει αποβολές, με την έννοια ότι δεν ευθύνονται εκείνοι ή τα γονίδιά τους για τα χρωμοσωμικά ατυχήματα, ούτε επηρεάζεται έτσι η πιθανότητα να έρθει η στιγμή που θα έχουν μία απολύτως υγιή εγκυμοσύνη. Για άλλα ζευγάρια, βέβαια, η εξήγηση αυτή μπορεί αν ακούγεται ανησυχητική.

Παρ'όλα αυτά, οι άνθρωποι τεκνοποιούν εδώ και χιλιετίες. Δεν θα έπρεπε η διαδικασία να έχει τελειοποιηθεί μέχρι σήμερα; Γιατί πέφτουν ακόμα τόσα πολλά έμβρυα θύματα μοιραίων χρωμοσωμικών βλαβών;

Στις αρχές του 2011 ερευνητές κατάφεραν να ρίξουν λίγο φως σε αυτό, μελετώντας την σύλληψη σε ποντίκια (των οποίων η διαδικασία απόκτησης μωρών δεν διαφέρει πολύ από την ανθρώπινη) και παρατηρώντας τι συμβαίνει πριν το σπέρμα βρει το ωάριο. Σε άρθρο, λοιπόν, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Current Biology, οι επιστήμονες αναφέρουν ότι το πρόβλημα έγκειται στην διαδικασία δημιουργίας του κυττάρου του ωαρίου.

Φυσιολογικά, όταν τα κύτταρα των ωαρίων χωρίζονται και ετοιμάζονται να συναντήσουν το άλλο τους μισό, σχηματίζουν, τη μία δίπλα στην άλλη, δύο σειρές από 23 χρωμοσώματα (46 στο σύνολο) –έναν δρόμο, δηλαδή, δύο κατευθύνσεων στη μέση του κυττάρου. Όταν όλα τα άλλα είναι στη θέση τους, ένα χημικό σήμα ενημερώνει το κύτταρο ότι έχει έρθει η στιγμή να διασπαστεί και κάθε θυγατρικό κύτταρο καταλήγει με τα 23 του. Αργότερα, όταν εμφανίζεται το σπέρμα με τα δικά του 23 χρωμοσώματα, το γενετικό σετ συμπληρώνεται.

Συχνά, όμως, το σήμα αυτό, ονόματι «οδόφραγμα συνδεσμολογίας ατράκτου», αρπάζει ένα όπλο - με απλά λόγια- και λέει στο κύτταρο του ωαρίου να διασπαστεί πριν μπει σε σειρά οτιδήποτε άλλο. Αυτό σημαίνει ότι ένα θυγατρικό κύτταρο μπορεί ξαφνικά να έχει 24 χρωμοσώματα και ένα άλλο 22. Όπως και να έχει, αν το σπέρμα βρει στον δρόμο του κάποιο από αυτά τα ωάρια, τα «νούμερα» δεν θα βγαίνουν. Τα γονιμοποιημένα ωάρια θα αρχίσουν να διαχωρίζονται και να μεγαλώνουν, αλλά δε θα μπορούν να αντέξουν πολύ, με αποτέλεσμα την αποβολή.

Εξαίρεση αποτελεί όταν ο τελικός υπολογισμός τυγχάνει να περιλαμβάνει ένα επιπλέον χρωμόσωμα 21. Στην περίπτωση αυτή το έμβρυο μπορεί να αναπτυχθεί, αλλά το μωρό θα γεννηθεί με σύνδρομο Down. Καθώς η γυναίκα μεγαλώνει το χημικό σήμα, για το οποίο γίνεται λόγος, δείχνει να «κολλάει» περισσότερο (γι'αυτό οι χρωμοσωμικοί αυξάνονται όσο αυξάνεται η ηλικία της γυναίκας), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ένα τέτοιο πρόβλημα δε μπορεί να εμφανιστεί και σε μία γυναίκα στα είκοσί της.

Οι επιστήμονες αναρωτιούνται αν η εξέλιξη έχει επιτρέψει στα ωάρια που είναι ευάλωτα στο λάθος να «κατέβουν» επειδή είναι τόσο πολύτιμα: Καλύτερα να διαχωριστούν και να δοκιμαστεί η τύχη τους, παρά να μην διατεθούν καν και να παραμείνουν «δεμένα». Το σπέρμα, από την άλλη, δείχνει να έχει ένα πιο αεροστεγές σύστημα ποιοτικού ελέγχου.

Φυσικά, με το να γνωρίζουν την βιολογία που επηρεάζει μία εγκυμοσύνη δεν το κάνει πιο εύκολο για τα ζευγάρια να αντιμετωπίσουν μία αποβολή. Τα βοηθά, όμως, να εξηγήσουν γιατί οι αποβολές είναι τόσο κοινές και σε πολλές περιπτώσεις άσχετες με οτιδήποτε κάνει ή δεν κάνει η μαμά κατά τις πρώτες εβδομάδες.

Είναι πάντως γεγονός, όπως συμβουλεύουν οι ειδικοί, ότι για να αυξάνονται οι πιθανότητες μιας υγιούς εγκυμοσύνης θα πρέπει και οι γυναίκες να είναι υγιείς και να ξεκινούν τη λήψη βιταμινών πριν ακόμα μείνουν έγκυες. Εν τέλει, βέβαια, για πολλές εγκυμοσύνες υπάρχει μία αβρή και αυθαίρετη δύναμη της φύσης που αποφασίζει για την εξέλιξη των πραγμάτων και τότε το αν θα γεννηθεί ή όχι ένα μωρό παύει να είναι στο χέρι του ζευγαριού.

Πηγή: Babble

v