«H πεθερά μου ήταν ο πιο διακριτικός άνθρωπος του κόσμου, μέχρι που έγινε γιαγιά»

«H πεθερά μου ήταν ο πιο διακριτικός άνθρωπος του κόσμου, μέχρι που έγινε γιαγιά»

Η πεθερά είναι λαχείο, λένε κάποιοι πεθερόπληκτοι. Υπάρχουν εκείνες που σου κάνουν τη ζωή δύσκολη, αλλά υπάρχουν κι εκείνες που είναι καλύτερες κι από μανάδες. Μια τέτοια είχε η παρακάτω αναγνώστριά μας, μέχρι που έγινε μαμά και όλα άλλαξαν:

«Να πεθερά, να μάλαμα. 

Έτσι χαρακτήριζα την πεθερά μου, σχεδόν από την πρώτη μέρα που τη γνώρισα. Με καλοδέχτηκε αμέσως, με στήριζε, μου έδειχνε την αγάπη της και την ένιωθα σαν δεύτερη μάνα μου. Ήξερε τα όριά της χωρίς να χρειαστεί να τα συζητήσουμε ποτέ και δεν ανακατευόταν ποτέ στη σχέση μου με τον γιο της. Εν ολίγοις, ήταν ο πιο καλοσυνάτος και διακριτικός άνθρωπος στον κόσμο.  

Και μετά έμεινα έγκυος. 

Εννοείται πως παραμένει γλυκύτατη. Είναι ένας βαθιά ευγενικός και καλός άνθρωπος κι αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Το μόνο πρόβλημα είναι πως έχασε τη διακριτικότητά της! Χωρίς να το θέλει, επεμβαίνει στα πάντα: στις δουλειές του σπιτιού, στον γάμο μας, στη δουλειά μου και, φυσικά, στη φροντίδα του εγγονού της. 

Είναι συνέχεια μέσα στα πόδια μας. 

Μας επισκέπτεται καθημερινά, πρωί - μεσημέρι - βράδυ, και έχει άποψη για όλα. Πριν δυο μέρες, για παράδειγμα, ήρθε στις εννιά το πρωί και, μέχρι τις έντεκα, με είχε φέρει στα όριά μου. Για την ακρίβεια, είχα αποσυντονιστεί τόσο πολύ που έφυγα από το σπίτι! Πήγα να περπατήσω μήπως και αποφύγουμε τον καβγά. Και να γιατί: 

Μπαίνοντας στο σπίτι, μου έκανε παρατήρηση γιατί υπήρχαν χνούδια μπροστά στην εξώπορτα. "Το παιδί μπουσουλάει πλέον... Πρέπει να σφουγγαρίζεις πιο συχνά και πιο προσεχτικά. Δεν αρκεί η σφουγγαρίστρα, πρέπει στα γόνατα...". 

Έπειτα, με επέπληξε για τον μανάβη από τον οποίο ψωνίζω τα φρούτα και τα λαχανικά του μικρού. "Δεν είναι καλός αυτός... Να πηγαίνεις στον κυρ - Κώστα. Από εκεί ψώνιζα κι εγώ τα φρούτα του γιου μου όταν ήταν μικρός". Το ότι ο κυρ - Κώστας κοντεύει 90 ετών και μπερδεύει τ' αυγά με τα πασχάλια, δεν έχει καμία σημασία για εκείνη. 

Στη συνέχεια, δεν της άρεσε ο τρόπος που φτιάχνω τη φρουτόκρεμα. "Δεν την άφησες αρκετά στο μπλέντερ, θα πνιγεί το παιδί". Την ξαναρίχνω στο μπλέντερ και πατάω το κουμπί. "Πολύ την άλεσες, έγινε νιανιά! Πώς θα τη φάει τώρα το μωρό; Μετά γκρινιάζεις που τη φτύνει". 

Για να μην εκραγώ, της ανέθεσα να ταΐσει τον μικρό και πήγα στο γραφείο μου. Παρόλο που έχω άδεια μητρότητας από τη δουλειά, φροντίζω να διεκπεραιώνω τα πολύ επείγοντα ζητήματα για να μην χάσω τελείως την επαφή μου. "Πάλι δουλεύεις; Έτσι το 'χετε οι σημερινές μανάδες. Όλο δουλειά και τα παιδιά παρατημένα". Αφήνω τον υπολογιστή και επιστρέφω στην κουζίνα. "Γιατί άφησες τη δουλειά σου κορίτσι μου; Πήγαινε να τελειώσεις. Θα μείνω εγώ με τον μικρό. Έχεις καταφέρει τόσα πολλά, μην τα γκρεμίσεις όλα επειδή έκανε ένα παιδί. Μην κάνεις τα δικά μου λάθη".

Κι ενώ νομίζω πως βρίσκομαι στη ζώνη του λυκόφωτος και πως δεν υπάρχει κάτι άλλο να με ταράξει, μου έκανε κατήχηση για το ότι παραμελώ τον άντρα μου και θα τον χάσω. "Μα πώς τον παραμελώ καλέ μητέρα; Όταν δεν είναι στη δουλειά, είμαστε μαζί στο σπίτι", της είπα σαστισμένη. "Αυτό είναι το κακό. Ότι είστε όλη μέρα κλεισμένοι σπίτι και θα σας φάει η ρουτίνα", μου απαντά. "Δεν έχετε άδικο! Λέτε να κρατήσετε απόψε το μωρό να πάμε καμιά βόλτα;", τη ρωτάω. "Πάλι έξω θα βγείτε; Να πεις στον γιο μου να αφήσει τα σούρτα φέρτα και να μείνει σπίτι με τη γυναίκα του και το παιδί του", μου λέει αγανακτισμένη. 

Σε εκείνο το σημείο, έκανα μεταβολή και έφυγα από το σπίτι. Καθώς περπατούσα, γέλαγα και έκλαιγα ταυτόχρονα. Από τη μία ήθελα να της πω να μην ξανάρθει απρόσκλητη στο σπίτι μας, κι από την άλλη θυμόμουν τις ατέλειωτες ώρες που έχουμε περάσει μαζί, σαν μάνα και κόρη, και δεν μου πάει καρδιά. 

Μισή ώρα αργότερα, επέστρεψα στο σπίτι και τη βρήκα να κάθεται στο παιδικό δωμάτιο με τον εγγονό της. "Ήρθες αγάπη μου;", μου είπε με την πιο μελιστάλαχτη φωνή της. "Μη με ξεσυνερίζεσαι. Μεγαλώνω και τα χάνω. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερη νύφη από σένα. Είσαι η κόρη που δεν έχω και μην με παρεξηγείς αν καμιά φορά γίνομαι γκρινιάρα". 

Με έκλεισε στη ζεστή της αγκαλιά και, για την επόμενη μία ώρα, όλα κύλησαν ρολόι. Στη μία ώρα και ένα λεπτό, ξανάρχισε τα ίδια. Την να την κάνω όμως... Την αγαπώ σαν την μάνα που έχασα μικρή και, μέχρι τώρα, δυσκολεύομαι να βάλω τα όριά μου. Ίσως τα καταφέρω από αύριο...».  

v