H κουτσομπόλα γιαγιά
Πέρασες όλο τον χρόνο προσπαθώντας να αγνοήσεις τη μισάνοιχτη πόρτα στο τέλος του διαδρόμου και την ανατριχιαστική σιλουέτα στο χώρισμα του μπαλκονιού, αλλά ο Αύγουστος είναι άλλη πίστα. Η κουτσομπόλα γιαγιά, που έμαθες να αποφεύγεις το φαρμακερό βλέμμα της σαν τον Νίο και να απλώνεις τα βρακιά σου μακριά απ’ το οπτικό της πεδίο, είναι εδώ και δεν σκοπεύει να βαρεθεί επειδή εσύ θες να χαλαρώσεις.
Ο ντιτζέι
Έχεις υπομείνει αρκετές φορές τις μουσικές επιλογές του ντιτζέι της γειτονιάς, αλλά τα καλοκαίρια δούλευε πάντα σεζόν και έπαιρνε μαζί και τα «γεμάτα» μπάσα του. Γαλήνευε ο τόπος, με λίγα λόγια, αλλά αυτό δε συνέβη και φέτος, αφού με την «εμπλοκή» του κορονοϊού δεν του κάθισε η καλή δουλειά που κυνηγούσε στη Μύκονο και αποφάσισε να δοκιμάσει τα καινούρια του remix πάνω στους γείτονές του.
Ο Μπομπ ο μάστορας
Αύγουστος, για άλλους ο μήνας των διακοπών και για άλλους ο μήνας των ανακαινίσεων. Ειδικά για τον μαστροχαλαστή της γειτονιάς σου που, πιστεύοντας ότι έχει μείνει ολομόναχος, δεν διστάζει να δουλέψει ακόμη και κομπρεσέρ μέσα στο καταμεσήμερο. Η μοναδική σου ελπίδα; Η γυναίκα και τα παιδιά του… Έλα όμως που τη βρήκε τη λύση. Έστειλε τα γυναικόπαιδα για μπάνια με τους παππούδες για να γκρεμίζει ανενόχλητος.
Ο αθεράπευτος γκρινιάρης
Τον συναντάς, θες δε θες, άλλοτε στην είσοδο να χαζεύει για 103η φορά τον πίνακα με τα κοινόχρηστα κι άλλοτε στον κάδο των σκουπιδιών να σιχτιρίζει όλους αυτούς που τον γεμίζουν πριν προλάβει να φέει τα δικά του. Τον συναντάς παντού να γκρινιάζει για τα πάντα, αλλά το χειρότερο απ’ όλα είναι να στριμωχτείς μαζί του στο παλιό αργοκίνητο ασανσέρ μέσα στην κάψα του Αυγούστου και να μην ξέρεις από που να φύγεις.
Η πολυλογού του διαδρόμου
Θυμάσαι το επεισόδιο του Ροζ Πάνθηρα που μόλις πατάει το πόδι του στο δρόμο τα αυτοκίνητα περνάνε σαν τρελά και μόλις το σηκώνει η κίνηση σταματάει; Όχι; Ε, τότε θα έχεις σίγουρα μια γειτόνισα που μόλις γυρίσεις το πόμολο να ανοίξει η πόρτα εμφανίζεται από τη γωνία του διαδρόμου, το ασανσέρ ή τις σκάλες και σου πιάνει την κουβέντα χωρίς σταματημό, ώσπου να κόψει το γάλα που μόλις ψώνισες.