«Στην πρώτη καραντίνα ξαφνιαστήκαμε αρκετά και ζοριστήκαμε λίγο που έπρεπε να κλειστούμε στο σπίτι, αλλά γρήγορα το είδαμε ως ευκαιρία να περάσουμε χρόνο μαζί. Και όντως, είχαμε καιρό να μιλήσουμε τόσο με τα παιδιά, να παίξουμε επιτραπέζια και να φάμε όλοι μαζί με την ησυχία μας, σαν οικογένεια.
Ίσως γι’ αυτό, στο άκουσμα του 2ου lockdown δεν ίδρωσε και τόσο το αυτί μας. Σκεφτήκαμε, μάλιστα, πως χειμώνα καιρό δεν είναι κι άσχημα να κάνουμε λίγο... “κοκούνινγκ” που είπε κι ο Κούλης.
Ε, λοιπόν, λογαριάσαμε – εγώ δηλαδή που είμαι η αισιόδοξη του σπιτιού – χωρίς τον ξενοδόχο. Αυτό το lockdown, ειδικά με το που άρχισε η τηλεκπαίδευση, καμία σχέση δεν έχει με το προηγούμενο. Από τη μία, δεν σταμάτησαν τα πάντα, και ειδικά η εκπαίδευση των παιδιών που είναι εκ των πραγμάτων πολύ σημαντική. Απ’ την άλλη, όμως, η τηλεκπαίδευση με σχολείο και φροντιστήρια κάθε μέρα, αποδιοργάνωσε εντελώς το πρόγραμμα του σπιτιού. Και το χειρότερο... κάρφωσε τα παιδιά μπροστά σε μία οθόνη για το μεγαλύτερο μέρος του 24ώρου.
Φυσικά, δεν ήθελα να χάσουν κι άλλες διδακτικές ώρες ούτε να σταματήσουν τα μαθήματα μουσικής που αγαπάνε τόσο πολύ. Νιώθω, όμως, ότι τόσες ώρες ώρες μπροστά σε οθόνες δεν θα μας βγουν σε καλό. Ήδη όταν έρχεται το βράδυ, τα παιδιά είναι εξουθενωμένα και δεν έχουν βγει καν απ’ το σπίτι.
Με λίγα λόγια, τρέφονται πολύ καλά και αράζουν όπου τους βολεύει, ενώ και τα μαθήματα, δεν είναι τόσο πιεστικά όσο μέσα στην τάξη. Κι όμως, μετά από τόση έκθεση σε λάπτοπ, τάμπλετ και κινητά – ας μην ξεχνάμε ότι και το διάλειμμά τους πάλι σε μια οθόνη το περνάνε – τα ματάκια τους είναι λες κι έχουν ξενυχτήσει 2 μέρες σερί. Καθόμαστε το βράδυ να χαλαρώσουμε όλοι μαζί κι εκείνα είναι εξαντλημένα κι αποχαυνωμένα, χωρίς καμία όρεξη να περάσουν λίγο χρόνο μαζί μας.
Που, στην πρώτη καραντίνα, περίμεναν πως και πως να τελειώσουμε με τις δουλειές μας για να αράξουμε όλοι μαζί.
Τώρα, κουρασμένα όπως είναι, το μόνο που θέλουν είναι να μιλήσουν με κανένα φίλο τους, να παίξουν κανένα απ’ αυτά τα online παιχνίδια, να δουν καμιά ταινία ή να χαζέψουν στα social media μέχρι να γλαρώσουν τελείως και ν’ αποκοιμηθούν. Και το λέω κυριολεκτικά, γιατί έχω πιάσει και τους δύο γιους μου να κοιμούνται πάνω στο πληκτρολόγιο – και όχι μόνο μία φορά.
Κάποτε είχαμε ξεκάθαρα όρια στη χρήση οθονών και τα τηρούσαμε ευλαβικά. Τώρα, πως να πεις στα παιδιά σου ότι δεν μπορούν να χαλαρώσουν όπως τους αρέσει μετά από τόση υπερπροσπάθεια; Δεν σου πάει η καρδιά, όσο κι αν ανησυχείς. Και λες, δε βαριέσαι, θα περάσει όλο αυτό και θα επανέλθουμε στους φυσιολογικούς μας ρυθμούς.
Θα επανέλθουμε, όμως;
Ή θα μας μείνουν αμανάτι αυτές οι άτιμες οι οθόνες ως η κύρια ενασχόλησή μας κάθε λεπτό της μέρας και θα τις έχουμε ακόμη και για… μαξιλάρια; Ελπίζω πως όχι, γιατί δεν αντέχω να βλέπω τα παιδιά μου να χαραμίζουν τα καλύτερά τους χρόνια μ’ αυτόν τον τρόπο...»