«Φροντίζοντας ένα ενήλικο παιδί που μπαινοβγαίνει στο ψυχιατρείο»: μια μητέρα εξομολογείται

«Φροντίζοντας ένα ενήλικο παιδί που μπαινοβγαίνει στο ψυχιατρείο»: μια μητέρα εξομολογείται

Απ’ τη στιγμή που γινόμαστε γονείς, ξεκινά μια περιπέτεια γεμάτη όμορφες στιγμές, αλλά και δυσκολίες. Για κάποιους μάλιστα, αυτές οι δυσκολίες συνιστούν έναν πραγματικό γολγοθά που δεν σταματούν να ανεβαίνουν. Αυτή είναι η εμπειρία των γονιών με παιδιά που αντιμετωπίζουν χρόνιες ψυχικές ασθένειες, οι οποίες απαιτούν αστείρευτη υπομονή και απίστευτο κουράγιο απ’ όλη την οικογένεια.

Όπως αυτή η γυναίκα που μοιράζεται μαζί μας όσα βιώνει με τον γιο της, ο οποίος, όταν χάνει τα λογικά του, στρέφει όλη τη δύναμη της οργής του εναντίον των γονιών του...

«Η πρώτη φορά που είδα τον γιο μας με χειροπέδες ήταν στα 17 του, λίγους μήνες πριν αποφοιτήσει απ’ το σχολείο.

Εκείνη την ανοιξάτικη νύχτα, σταθήκαμε στην εξώπορτα και, αμίλητοι απ’ το σοκ, είδαμε τους αστυνομικούς να “μπαγλαρώνουν” τον γιο μας πριν τον μεταφέρουν στην πλησιέστερη ψυχιατρική πτέρυγα.

Δυστυχώς, δεν είχαμε άλλη επιλογή – δεν ξέραμε τι άλλο να κάνουμε. Τους προηγούμενους μήνες τον είχαμε δει να αλλάζει εντελώς συμπεριφορά, να γίνεται ένα αγρίμι με τρομερές μεταπτώσεις που δεν ξέραμε πως να διαχειριστούμε. Τον παρακαλούσαμε, τον μαλώναμε, το παρακαλούσαμε ξανά και φτου κι απ’ την αρχή.

“Είναι από το άγχος” λέγαμε ο ένας στον άλλον για παρηγοριά, αλλά σύντομα καταλάβαμε ότι ήταν κάτι πιο σοβαρό και ο ψυχίατρος που τον είδε το επιβεβαίωσε. Σύντομα, οι απρόκλητες αντιδράσεις έγιναν ξεσπάσματα θυμού τα οποία οδήγησαν σε παραληρήματα και απειλές. Εκείνο το βράδυ, νιώσαμε για πολλοστή φορά να φοβόμαστε το ίδιο μας το παιδί. Έπρεπε να γίνει κάτι. Μιλήσαμε με τον γιατρό του και ακολουθήσαμε τη διαδικασία…

Ευτυχώς, οι αστυνομικοί που ήρθαν να τον πάρουν είχαν εξειδίκευση σε περιπτώσεις ψυχικά ασθενών. Ήταν ήρεμοι και ήξεραν πως να τον ηρεμήσουν κι εκείνον. Αργά και μεθοδικά, τον έπεισαν να τους ακολουθήσει χωρίς φασαρίες. Μόνο οι χειροπέδες πρόδιδαν τι πραγματικά συνέβαινε.



Όταν πήγαμε στο νοσοκομείο, ο γιος μας δεν ήθελε να μας δει. Μιλήσαμε με τους ειδικούς για τα διαδικαστικά, αλλά και για το πρόβλημα του παιδιού μας και περάσαμε τη νύχτα στις καρέκλες του διαδρόμου. 

Μετά από τις πρώτες επαφές με το νοσοκομείο, είχαμε την εντύπωση πως πρόκειται για κάτι παθολογικό που μπορεί να ξεπεραστεί εν καιρώ. Σύντομα, όμως, προσγειωθήκαμε στην πραγματικότητα του να έχεις έναν δικό σου άνθρωπο με ψυχική ασθένεια.

Καθώς οι μέρες έγιναν μήνες και οι μήνες έγιναν χρόνια, γίναμε κι εμείς ειδικοί, μέσα από την εμπειρία μας. Τις αμέτρητες επισκέψεις των αστυνομικών, τις αξημέρωτες νύχτες στο ψυχιατρείο και τις διάφορες θεραπείες που υπόσχονται πολλά, αλλά αποδίδουν ελάχιστα.

Και φυσικά, τις μεταπτώσεις του γιου μας, τη βίαιη συμπεριφορά του, τις απειλές και τις βρισιές που με τον καιρό άρχισα να παίρνω τοις μετρητοίς. Να θυμώνω, δηλαδή, με έναν άρρωστο άνθρωπο. Γιατί, πολύ απλά, το όριο μεταξύ ασθένειας και κακής συμπεριφοράς, είναι τόσο, μα τόσο δυσδιάκριτο.

“Είναι πανέξυπνος”, μου λένε κατά καιρούς γιατροί και ψυχοθεραπευτές. “Το ξέρω”, τους απαντώ και κουνώ το κεφάλι μου συγκαταβατικά. Τι μπορείς να απαντήσεις σε κάτι τέτοιο;

Έχει περάσει πολύ καιρός από εκείνη την πρώτη νύχτα στο νοσοκομείο κι έχουμε υπομείνει πολλά απ’ το παιδί μας – λόγια και πράξεις που πληγώνουν ανεπανόρθωτα έναν γονιό. Και είναι δύσκολο να χαρείς τις ήρεμες περιόδους όταν είσαι διαρκώς σε εγρήγορση για την επόμενη κρίση. Κάνουμε όμως ότι μπορούμε για να δημιουργήσουμε όμορφες αναμνήσεις, να δώσουμε στον γιό μας όση αγάπη μπορούμε μήπως και απαλύνουμε και το δικό του βάσανο μαζί με το δικό μας.

Στο κάτω κάτω, είναι το σπλάχνο μας και τον λατρεύουμε, ακόμη κι όταν χάνει τα λογικά του… Και ίσως τότε, είναι που μας χρειάζεται ακόμη πιο πολύ!»

v