Το λάθος που κάνουμε όταν δίνουμε «τελεσίγραφα» στο παιδί
Πολλές φορές για να αναγκάσουμε ένα παιδί να κάνει αυτό που του λέμε, καταφεύγουμε στη λύση του τελεσίγραφου με τη μορφή «Αν δεν… δεν θα...». Του λέμε, δηλαδή, πως αν δεν κάνει αυτό που πρέπει τότε δεν θα γίνει κάτι που λαχταρά ή δεν θα απολαύσει κάτι που του δίνουμε συνήθως και του αρέσει. Αυτό, όμως, ακούγεται περισσότερο σαν απειλή και λιγότερο σαν συνθήκη συνεργασίας και δεν μπορεί να προσδώσει στο αίτημά μας για συμμόρφωση του παιδιού τον ανταποδοτικό χαρακτήρα που χρειαζόμαστε σ’ αυτήν την περίπτωση.
Με λίγα λόγια, δεν εξυπηρετεί τον σκοπό μας να χρησιμοποιούμε αρνητικές φράσεις και ευθείες απαγορεύσεις που ακούγονται, τελικά, σαν προκαθορισμένες τιμωρίες.
Το λάθος που κάνουμε όταν λέμε στο παιδί ότι έχει να κερδίσει κάτι
Άλλες φορές πάλι, προσπαθούμε να δελεάσουμε το παιδί συνδέοντας αυτό που ζητάμε από εκείνο με κάτι που ακούγεται σαν ανταμοιβή, λέμε, δηλαδή, «Αν…, τότε…». Έτσι, βάζουμε, μεν, τις βάσεις για μια συνθήκη στην οποία το παιδί μπορεί να προσαρμοστεί μόλις καταλάβει πώς λειτουργεί αυτή, αλλά του δημιουργούμε και την εντύπωση πως υπακούει για να κερδίσει κάτι. Κατ’ επέκταση, αντιλαμβάνεται πως αν δεν θέλει πια να κερδίσει αυτό που του δίνουμε, δεν χρειάζεται και να κάνει και αυτό που του ζητάμε.
Είναι όμορφο να προτρέπουμε αντί να επιβάλλουμε, αλλά όταν η προτροπή μας λειτουργεί με όρους ανταμοιβής, αποτυγχάνουμε να μεταδώσουμε στο παιδί αυτό που πραγματικα θέλουμε, να μας ακούει επειδή είμαστε οι γονείς του και θέλουμε το καλό του.
Η μέθοδος «Όταν/Τότε» βάζει τα πράγματα στη θέση τους
Με γνώμονα το ότι η τιμωρία είναι απευκταία και η ανταμοιβή κρύβει κινδύνους, η γκουρού της θετικής πειθαρχίας Έιμι Μακρίντι, προτείνει στους γονείς να χρησιμοποιούν ένα φραστικό σχήμα που υποδηλώνει τη σειρά με την οποία πρέπει να γίνονται τα πράγματα, αντί για μια συνθήκη που αφήνει το ενδεχόμενο της συμμόρφωσης ανοιχτό. Λέγοντας «Όταν…, τότε…» δημιουργούμε μια συνθήκη που είναι ικανή και αναγκαία. Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει το δεύτερο σκέλος χωρίς το πρώτο (ούτε καν ως ενδεχόμενο).
Έτσι, μαθαίνουμε στο παιδί ότι όλα έχουν προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορούμε να αγνοούμε και γαλουχείται σταδιακά ιδέα ότι η ανταμοιβή είναι κάτι που έρχεται οργανικά, όταν κάνουμε αυτό που πρέπει και όχι αποτέλεσμα μιας συμφωνίας. Λέγοντας π.χ. «Όταν θα πλύνεις τα χέρια σου, τότε θα φας το γλυκό σου», το παιδί αντιλαμβάνεται το πλύσιμο των χεριών ως προαπαιτούμενο για να απολαύσει ένα γλυκό, αλλά και για να φάει γενικότερα.
Για να λειτουργήσει όλο αυτό, βέβαια, είναι πολύ σημαντικό να μην υψώνουμε τους τόνους, αλλά να μιλάμε στο παιδί με ηρεμία και σταθερή φωνή, δείχνοντας ότι αυτό που λέμε είναι αδιαπραγμάτευτο. Και φυσικά, αν έχουμε κι άλλα παιδιά, πρέπει να εφαρμόζουμε τη μέθοδο με συνέπεια και όσο πιο ακριβοδίκαια γίνεται για να μη νιώσει κανένα πως ευνοούνται τα άλλα και επιστρέψει στην πρότερη συμπεριφορά για να μας πικάρει.