Πώς λειτουργεί η κετογονική δίαιτα
Η πρόσληψη περισσότερων θερμιδών από λίπη και πρωτεΐνες και λιγότερων θερμιδών από υδατάνθρακες έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή κετόνων στον οργανισμό, μία κατάσταση γνωστή και ως κέτωση. Ως κέτωση ορίζουμε την κατάσταση κατά την οποία ο οργανισμός δεν έχει αρκετή γλυκόζη διαθέσιμη για να χρησιμοποιήσει ως καύσιμο και στρέφεται έτσι στη χρήση κετόνων. Οι κετόνες είναι μόρια οξέων που παράγονται και συσσωρεύονται στο σώμα κατά τον μεταβολισμό των λιπών. Επομένως ο στόχος της δίαιτας είναι να προσπαθήσουμε να κάψουμε το ανεπιθύμητο λίπος, αναγκάζοντας τον οργανισμό να μεταβολίσει το λίπος για την ενέργεια που χρειάζεται και όχι στους υδατάνθρακες.
Τα υπέρ της κέτωσης
- Προστατεύει τα «μονοπάτια» του νευρικού συστήματος, περιορίζοντας σημαντικά τις επιληπτικές κρίσεις στα παιδιά.
- Οδηγεί σε γρήγορη απώλεια βάρους, μειώνοντας το αίσθημα της όρεξης και προκαλώντας κορεσμό.
- Ενισχύει την απώλεια λιπώδους, αλλά όχι μυϊκού ιστού.
- Συμβάλλει στον καλύτερο έλεγχο του ζαχάρου, σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Οι πιθανοί κίνδυνοι της κέτωσης
Μέχρι ο οργανισμός να συνηθίσει τη συγκεκριμένη δίαιτα απαιτείται μια περίοδος προσαρμογής μερικών ημερών ή και εβδομάδων. Στη φάση αυτή, η οποία χαρακτηρίζεται συχνά ως κετο-γρίπη (keto flu), μπορεί να εκδηλωθούν συμπτώματα όπως η κόπωση, η πνευματική σύγχυση, οι μυϊκές κράμπες, η διάρροια ή η ναυτία.
Η χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων έχει επίσης σαν αποτέλεσμα να πέφτει το σάκχαρο του αίματος σε χαμηλά επίπεδα κι έτσι να παρατηρείται έλλειψη ενέργειας, κακή διάθεση, αλλά και επίμονη πείνα ή λιγούρα.
Μια από τις πιο κλασικές «παρενέργειες» της κετογονικής δίαιτας είναι η κακοσμία του στόματος (χαλίτωση) κι αυτό γιατί η ακετόνη, μία από τις κετόνες που παράγονται κατά τον μεταβολισμό των λιπαρών, κάνει την αναπνοή να μυρίζει δυσάρεστα.
Μακροπρόθεσμα, η κετογονική δίαιτα μπορεί επίσης να συμβάλει στον σχηματισμό λίθων στο ουροποιητικό (πέτρες στα νεφρά) ή στην αποδυνάμωση των οστών (οστεοπενία, το στάδιο που προηγείται της οστεοπόρωσης), καθώς η χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων σε συνδυασμό με την υψηλή πρόσληψη λιπαρών και πρωτεϊνών μπορεί να οδηγήσει σε «διαρροή» ασβεστίου από τα οστά. Παράλληλα, όταν ο οργανισμός βρίσκεται σε κατάσταση κέτωσης το pH των ούρων γίνεται πολύ όξινο κι έτσι εξαντλούνται τα αποθέματα ασβεστίου του οργανισμού, ενώ η καταπόνηση των νεφρών αυξάνει τον κίνδυνο για λιθίαση.
Εν κατακλείδι
Κοιτώντας τα επιστημονικά δεδομένα που υπάρχουν μέχρι σήμερα, θα λέγαμε πως η κετογονική δίαιτα δεν είναι αποτελεσματικότερη από κάθε είδους άλλη διατροφή σε βάθος του χρόνου. Δεν οδηγεί σε μεγαλύτερη απώλεια βάρους, ούτε και σε καλύτερο έλεγχο μεταβολικών παραγόντων (λιπίδια, ζάχαρο αίματος). Ακόμη και σε αθλητές φαίνεται πως δεν βελτιώνει την απόδοση. Εάν δεν επιθυμείτε την παροδική ή γρήγορη απώλεια κιλών, ή δεν ακολουθείτε τις συμβουλές κάποιου γιατρού, η κετογονική δίαιτα δεν υπερτερεί ενός ισορροπημένου διατροφικού προτύπου.
Αν σκέφτεστε να την ξεκινήσετε, η συμβουλή του γιατρού και του διατροφολόγου είναι απαραίτητη, ώστε να αξιολογηθούν οι πιθανοί κίνδυνοι και τα πιθανά οφέλη που θα προκύψουν ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε οργανισμού και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας κάθε ανθρώπου μεμονωμένα.