«Αυτός έχει σίγουρα κόμπλεξ ανωτερότητας…»
Η φράση κόμπλεξ ανωτερότητας δεν χρησιμοποιείται στην αργκό. Για την ακρίβεια, ο ψυχίατρος Άλφρεντ Άντλερ, ο οποίος υπήρξε και μαθητής του Φρόιντ, είναι ο πρώτος που αναγνώρισε, κατέγραψε και ονομάτισε το σύμπλεγμα υπεροχής/ ανωτερότητας και κατωτερότητας λίγο λιγότερο από έναν αιώνα πριν.
Πώς συνδέεται με το σύμπλεγμα κατωτερότητας
Ακούγεται παράδοξο, όμως το σύμπλεγμα ανωτερότητας συνδέεται άρρηκτα με το σύμπλεγμα κατωτερότητας. Πρόκειται για έναν μηχανισμό άμυνας κατά τον οποίο το άτομο προσπαθεί να συγκαλύψει τα αισθήματα μειονεξίας που νιώθει. Με λίγα λόγια, τα άτομα αυτά επιλέγουν να μην αφήσουν το σύμπλεγμα κατωτερότητας και την έλλειψη αυτοπεποίθησης να τους νικήσει. Αντίθετα, τα κρύβουν με κάθε τρόπο και προσπαθούν να αντισταθμίσουν ό,τι τους λείπει με συμπεριφορές που πιστεύουν ότι τους «ανεβάζουν» στα μάτια των άλλων. Συνήθως, όμως, ο περίγυρός τους κουράζεται και τους απομακρύνει.
Με ποιες συμπεριφορές εκδηλώνεται
Το σύμπλεγμα ανωτερότητας δεν κρύβεται και οι συμπεριφορές με τις οποίες εκδηλώνεται είναι λίγο –πολύ αναμενόμενες. Η καταγραφή τους ωστόσο θα σας βοηθήσει να τις αναγνωρίσετε, να τις αποκωδικοποιήσετε και να καταλάβετε τι κρύβεται από πίσω τους.
-Τα άτομα με σύμπλεγμα ανωτερότητας επιζητούν συνεχώς την αποδοχή των γύρω τους. Νιώθουν καλά με τον εαυτό τους μόνο όταν αυτά που λένε γίνονται προκαλούν τον θαυμασμό των υπόλοιπων.
- Δεν αναγνωρίζουν τα λάθη τους και πιστεύουν πως έχουν πάντα δίκιο. Θεωρούν τα λάθη πηγή αδυναμίας, γι’ αυτό και δεν τα παραδέχονται ποτέ. Αντίθετα, δικαιολογούν τις πράξεις τους από τη δική τους πάντα οπτική και επιμένουν ότι πάντα έχουν κάνει τη σωστή επιλογή και όλοι οι άλλοι κάνουν λάθος.
- Συγκρίνουν συνεχώς τον εαυτό τους με τους άλλους. Μπορεί να μην το εξωτερικεύουν αλλά έστω και ενδόμυχα, μπαίνουν συνεχώς σε αυτόν τον πειρασμό και μάλιστα πολλές φορές νιώθουν ότι υστερούν σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
-Διακόπτουν συνέχεια τις συζητήσεις. Είτε γνωρίζουν ένα θέμα είτε όχι, είτε συμμετέχουν ήδη στην κουβέντα είτε όχι, πάντα θα έχουν κάτι να πουν και πάντα θα προβάλλουν τις απόψεις τους ακόμα κι αν έχουν καθόλου επιχειρήματα.
- Είναι σκληροί και αδιάφοροι απέναντι στα προβλήματα των άλλων. Δεν έχουν αναπτύξει την συμπόνια και την ενσυναίσθηση και δεν ενδιαφέρονται για ό,τι περνούν οι υπόλοιποι.
- Περηφανεύονται συνέχεια για όσα έχουν καταφέρει ή μάλλον για όσα πιστεύουν ότι έχουν καταφέρει. Σε ό,τι κι αν κάνουν, δίνουν πάντα μια υπεραξία και το παρουσιάζουν πολύ μεγαλύτερο και σημαντικότερο απ’ ότι πραγματικά είναι.
-Πάντα φταίει κάποιος άλλος ή κάτι άλλο για τις αποτυχίες τους. Οι ίδιοι δεν φταίνε ποτέ αν κάτι πάει στραβά με τους στόχους που έχουν βάλει και συνήθως το διατυμπανίζουν για να μην μην χαρακτηριστούν αποτυχημένοι.
-Έχουν πολλές εναλλαγές στη διάθεσή τους. Προσπαθούν να σκεφτούν και να προβλέψουν τα πάντα και πολεμούν συνεχώς με την έλλειψη αυτοπεποίθησης και τα αισθήματα κατωτερότητας αλλά και τη «βιτρίνα» που προσπαθούν να στήσουν γύρω τους. Η σύγχυση αυτή προκαλεί τις συχνές διακυμάνσεις στη διάθεσή τους.
Πόσο διαφέρει από την αυτοπεποίθηση;
Ένα άτομο με αυτοπεποίθηση δεν υποβιβάζει τους υπόλοιπους, δεν μιλά συνεχώς για τον εαυτό του και δεν έχει ανάγκη να καυχιέται για όσα έχει (ή δεν έχει!) καταφέρει. Αφήνει τις πράξεις του να μιλήσουν για εκείνον και αυτή είναι μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ ενός ανθρώπου που πιστεύει στον εαυτό του και ενός ανθρώπου που πολεμά να πιστέψει στον εαυτό του.
Υπάρχει τρόπος να καταπολεμηθεί;
Μπορείς να προσπαθήσεις να μιλήσεις στο άτομο αυτό προσεγγίζοντάς το με ηρεμία, ψυχραιμία και πολύ λεπτούς χειρισμούς. Ωστόσο, και πάλι θα πρέπει να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην έκφραση και τα λόγια που θα χρησιμοποιήσετε έτσι ώστε να μην αισθανθεί θιγμένος και να μην νιώσει ότι του επιτίθεστε. Μπορείτε να του προτείνετε να ζητήσει τη βοήθεια ενός ψυχοθεραπευτή που θα τον συμβουλεύσει, θα τον καθοδηγήσει και θα τον βοηθήσει να καταπολεμήσει τη ρίζα του προβλήματός του: την έλλειψη αυτοπεποίθησης.