Η Θεωρία Παιγνίων είναι μία μαθηματική έννοια που στόχο έχει να αναλύει τις στρατηγικές σε ανταγωνιστικές καταστάσεις, στις οποίες το αποτέλεσμα της επιλογής/πράξης ενός από τους συμμετέχοντες εξαρτάται σημαντικά από τις επιλογές/πράξεις των άλλων συμμετεχόντων. Τα παιχνίδια με χαρτιά, για παράδειγμα, όπως το πόκερ ή το μπριτζ, λειτουργούν βάσει αυτής της θεωρίας –εξ ου και το όνομα Θεωρία Παιγνίων.
Με λιγότερο κυριολεκτική έννοια, η Θεωρία Παιγνίων μπορεί να εφαρμοστεί στα Οικονομικά και στην Ψυχολογία –δεν είναι, μάλιστα, λίγοι οι ψυχολόγοι που αναφέρονται σε αυτήν ως «η θεωρία των κοινωνικών συναναστροφών».
Τι σχέση έχει, όμως, η Θεωρία Παιγνίων με την τάση των παιδιών να νιώθουν διαρκώς αδικημένα;
Για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τα βασικά της ανθρώπινης φύσης και της τάσης μας να αγανακτούμε εύκολα: Ερευνητές βρήκαν ότι ο άνθρωπος κατά την εξέλιξή του στους αιώνες αποζητά να αντιμετωπίζεται δίκαια –μια προσδοκία που υπάρχει και ανάμεσα σε άλλα κοινωνικά ζώα. Σε πρόσφατη μελέτη επιστήμονες βρήκαν ότι τα παιδιά, ήδη από την ηλικία των 19 μηνών, κατανοούν την έννοια της δικαιοσύνης και δείχνουν να εκπλήσσονται από σκηνές κατάφωρης αδικίας, όπως π.χ. όταν σε ένα σκυλάκι δίνονται παιχνίδια, ενώ σε ένα άλλο όχι. Στην ηλικία των 7 δε κάποια παιδιά θα επιλέξουν να μην πάρουν καθόλου γλυκό από το να πάρουν ένα πολύ μεγαλύτερο από τους υπόλοιπους, αναφέρει άλλη μελέτη.
Ο Paul Raeburn, ένας από τους συγγραφείς του βιβλίου The Game Theorist’s Guide to Parenting, ισχυρίζεται ότι «Σε οποιαδήποτε μορφή ομάδας, πρέπει να είσαι προσεκτικός ώστε κάποιος άλλος να μην πάρει περισσότερα από εσένα, γιατί υπάρχει πάντα το αίσθημα της ζήλιας.»
Η επιθυμία, από την άλλη, να μην έχεις περισσότερα από τους άλλους μπορεί επίσης να εξηγηθεί. Πηγαίνοντας πίσω, στις κοινωνίες που βασίζονταν στην ιδέα του κυνηγού και του συλλέκτη, υπήρχαν συχνά περιστατικά έλλειψης. Το να μοιράζεσαι την τροφή σου όταν σου περισσεύει, αυξάνει την πιθανότητα οι άλλοι να μοιραστούν επίσης την τροφή τους, όταν δεν θα σου φτάνει. «Είναι παρόμοιο με την ιδέα της προκαταβολής –σου δίνει κάποιο συγκριτικό πλεονέκτημα», εξηγεί ο Raeburn.
«Δεδομένης της θεμελιώδους επιθυμίας του παιδιού να είναι η ζωή δίκαιη, είναι προτιμότερο να μην πηγαίνει ο γονιός κόντρα σε αυτό», συνεχίζει ο ίδιος. Αντιπροτείνει, λοιπόν, μία σειρά από παραδείγματα, τα οποία βασίζονται στην Θεωρία Παιγνίων και αποτελούν στρατηγικές, προκειμένου να εξηγούν οι γονείς στο παιδί τι είναι και τι δεν είναι δίκαιο, και να βάλουν ένα τέλος στις μικρές, καθημερινές τους μάχες:
«Εγώ κόβω, εσύ διαλέγεις»: Η κλασική στρατηγική για το μοίρασμα απλών πραγμάτων, όπως ένα μπισκότο, επιτρέπει στο κάθε παιδί να κάνει μια επιλογή. Ο ένας μοιράζει το επιθυμητό αγαθό και ο άλλος διαλέγει. Η διαδικασία αυτή, βέβαια, έχει περιορισμούς –αν το αντικείμενο που μοιράζεται έχει διαφορετική αξία για το κάθε παιδί ή αν υπάρχουν περισσότερα των δύο παιδιά. Τις περισσότερες φορές, πάντως, είναι αποτελεσματική.
«Ένα ο ένας, ένα ο άλλος»: Όταν τα παιδιά καλούνται να φέρουν σε πέρας μια δουλειά, π.χ. να καθαρίσουν κάτι που έριξαν, μπορείτε να προτείνετε «μαζεύεις ένα εσύ, και μετά ένα ο άλλος», λέει ο Raeburn, όμως σημειώνει «Αυτή η στρατηγική είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείται όταν πρόκειται για παιδιά κοντινής ηλικίας (γιατί αν έχουν μεγάλη διαφορά, το μεγαλύτερο μπορεί να δοκιμάσει να εκμεταλλευτεί το μικρότερο) ή αν είναι και τα δύο άνω των 7 ετών».
«Τυχαίος νικητής»: Όταν η οικογένεια καλείται να πάρει μια απόφαση που θα τους επηρεάσει όλους (π.χ. ποια ταινία να δουν, ποια δημητριακά να πάρουν, σε ποιο εστιατόριο να πάνε), μπορεί να γίνει το εξής: το κάθε μέλος γράφει σε ένα χαρτάκι την επιλογή του, τυλίγει το χαρτάκι και το βάζει σε ένα καπέλο. Ένα μέλος της οικογένειας (μπορεί να είναι απλά ο μεγαλύτερος σε ηλικία) επιλέγει ένα από τα διπλωμένα χαρτάκια και έτσι το ποιος θα κερδίσει επαφίεται στην τύχη.
«Δημοπρασία»: Ποιος θα επιλέξει ταινία για το βράδυ ή ποιος θα παίξει πρώτος με το iPad μόλις μπείτε στο πλοίο για τις καλοκαιρινές διακοπές; Η επιθυμία των παιδιών μπορεί να μπει σε δημοπρασία και αυτός που θα πλειοδοτήσει περισσότερα (π.χ. αυτός που θα στρώσει πρώτος το κρεβάτι του ή θα μαζέψει τα παιχνίδια του) θα είναι ο νικητής. Αν επιλέξετε αυτή την τακτική για πρώτη φορά, καλό είναι να παρακολουθήσετε πόσο δίκαια εξελίσσεται η «δημοπρασία». Πάντως τα περισσότερα παιδιά όχι μόνο βρίσκουν τη διαδικασία δίκαιη, αλλά έχουν να πάρουν και ένα σημαντικό μάθημα απ'αυτή: Ότι αν θέλουν να αξιώσουν κάτι, θα πρέπει να το κερδίσουν με το σπαθί τους (ή -καλύτερα- με τις δουλειές τους).
Οι παραπάνω στρατηγικές δεν υπόσχονται ότι θα σταματήσουν οριστικά τις γκρίνιες των παιδιών περί αδικίας. Τα παιδιά μπορεί πάντα να βρίσκουν έναν -παράλογο ή ασήμαντο για εμάς- λόγο να παραπονιούνται ή να θυμώνουν. Το ίδιο, όμως, δεν συμβαίνει πολλές φορές και με τους ενήλικες; Και εμείς δεν έχουμε θυμώσει όταν π.χ. κάποιος πήρε καλύτερη θέση από εμάς στο θέατρο;
Μερικές φορές, λοιπόν, είναι σημαντικότερο να δείχνουμε στο παιδί, ότι αναγνωρίζουμε και κατανοούμε την οπτική του και να προσπαθούμε να ικανοποιούμε τις ατομικές του ανάγκες, παρά να αγχωνόμαστε για το αν το κάθε παιδί θα πάρει ακριβώς το ίδιο πράγμα με το άλλο, ακριβώς την ίδια στιγμή.
Πηγή: well.blogs.nytimes.com