«Δένομαι με το μωρό μου δεν σημαίνει απαραίτητα θηλάζω και κοιμάμαι μαζί του»

«Δένομαι με το μωρό μου δεν σημαίνει απαραίτητα θηλάζω και κοιμάμαι μαζί του»

Η αναπτυξιακή ψυχολόγος και ερευνήτρια σε θέματα παιδικής ανάπτυξης Diana Divecha, Ph.D. περιγράφει: «Πριν λίγο καιρό μία φίλη μου έγινε για πρώτη φορά μαμά. Επιχείρησε να γεννήσει στο σπίτι με τη βοήθεια μιας μαίας, όμως έπειτα από πολλές ώρες προσπαθειών, το μωρό γύρισε με το κεφάλι πάνω και η διαδικασία έγινε σχεδόν επικίνδυνη, οπότε ξεκίνησαν για το μαιευτήριο, όπου η μικρή Sylvie γεννήθηκε τελικά -γερή και δυνατή- με καισαρική. Η νέα οικογένεια επέστρεψε 3 μέρες μετά στο σπίτι, όπου η μαμά συνέχισε να θηλάζει, όμως 6 εβδομάδες αργότερα έπαθε μία σοβαρή μόλυνση στον έναν μαστό και παρά τις ηρωικές της προσπάθειες να αντλήσει γάλα με το θήλαστρο ο πόνος ήταν ανυπόφορος, χρειάστηκε να πάρει και αντιβίωση, οπότε αναγκάστηκε τελικά να δώσει στη μικρή ξένο γάλα. Ένιωσε τρομερή απογοήτευση και τύψεις. “Βρες έναν άλλον τρόπο για να δεθείς με το μωρό σου”, τη συμβούλευσε η παιδίατρος.

»Ευτυχώς η Sylvie κοιμόταν εύκολα. Βολεύτηκε αμέσως σε μια μικρή κούνια, δίπλα στο κρεβάτι της μαμάς της, όμως καθώς εκείνη ανησυχούσε ότι δεν “δένεται” αρκετά με το μωρό της, αποφάσισε να την πάρει δίπλα της, ώστε να κοιμούνται μαζί. Ήταν αδύνατο. Η μικρή ήταν μονίμως ανήσυχη και κοιμόταν ήρεμα μόνο όταν έμπαινε ξανά στην κούνια της. Η μαμά της ανησυχούσε τρομερά για τη σχέση τους.»

Όπως εξηγεί η Divecha σε ένα εκτενέστατο άρθρο της, η εν λόγω μαμά δεν είναι η μόνη που έχει να αντιμετωπίσει δυσκολίες και ανησυχίες όπως οι παραπάνω. Ως αναπτυξιακή ψυχολόγος, όμως, δεν μπορεί να αφήσει μαμάδες όπως εκείνη να υποφέρουν από ενοχές. Γιατί, όπως λέει, «παρόλο που κάθε μία από τις παραπάνω πρακτικές -τοκετός στο σπίτι, θηλασμός, συγκοίμηση- έχουν τα πλεονεκτήματά τους, καμία δεν σχετίζεται με το ασφαλές δέσιμο ή την προσκόλληση που νιώθει το μωρό με το άτομο που το φροντίζει, ούτε βέβαια αποτελούν προγνωστικά της πνευματικής υγείας και ανάπτυξής του.»

Ένας άλλος αναπτυξιακός ψυχολόγος από το Πανεπιστήμιο της Minnesota, ο Alan Sroufe, που έχει μελετήσει το θέμα για περισσότερα από 40 χρόνια, συμπληρώνει «Το δέσιμο με το μωρό δεν απαιτεί μια σειρά από “κόλπα”. Η προσκόλληση είναι μια σχέση στις υπηρεσίες της ρύθμισης και εξερεύνησης των συναισθημάτων του μωρού. Είναι η βαθιά, αμετάβλητη εμπιστοσύνη που νιώθει το μωρό στην διαθεσιμότητα και ανταπόκριση αυτού που το φροντίζει.»

Τι είναι αυτό που αγχώνει τόσο πολύ τις μαμάδες;

Τα τελευταία 80 χρόνια, όπως εξηγεί η Divecha, οι αναπτυξιολόγοι έχουν οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι κάποιες μικρο-δυναμικές που λαμβάνουν χώρα στη σχέση φροντίδας ενός μωρού και ενός ενήλικα έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, με συγκεκριμένους τρόπους, στο τι άνθρωπος θα γίνει αυτό το μωρό. Κατέληξαν, λοιπόν, στην «προσκόλληση» ως αναγκαία προκειμένου το μωρό να νιώθει ασφάλεια και σιγουριά, χαρά και ηρεμία και μια γερή βάση από την οποία να αρχίζει να ανακαλύπτει τον κόσμο, όμως δεν μετέφεραν σωστά στον κόσμο τι ακριβώς σημαίνει αυτό και πώς να το «χτίσει» ένας γονιός. Εν τω μεταξύ, πολλοί καλοπροαίρετοι παιδίατροι μετέτρεψαν τον αγγλικό όρο «attachment parenting» σε ολόκληρη φιλοσοφία που προωθεί έναν τρόπο ζωής με συγκεκριμένες πρακτικές (θηλασμός, συγκοίμηση, μόνιμη σωματική προσκόλληση του μωρού πάνω στη μαμά και συναισθηματική ανταπόκριση) που όμως δεν έχει αποδεχθεί ότι πράγματι δημιουργούν ένα ασφαλές δέσιμο με το μωρό. Ως εκ τούτου, όλο αυτό το κίνημα έχει προκαλέσει σύγχυση (και στρες και ενοχές) γύρω από την έννοια «δέσιμο» ή «προσκόλληση».

Σαφώς κάποιες από τις πρακτικές που περιγράφονται παραπάνω είναι ωφέλιμες, για λόγους όμως διαφορετικούς από το «δέσιμο». Ωστόσο, πολλοί γονείς, όπως η παραπάνω μαμά, τις έχουν ενστερνιστεί τόσο έντονα που πραγματικά υποφέρουν αν, για κάποιον λόγο, δεν καταφέρουν να ανταποκριθούν σε αυτές.

Οι δε επικριτές του «attachment parenting», φτάνοντας στο άλλο άκρο, λένε ότι προωθεί τη δομή της συντηρητικής, χριστιανικής, πατριαρχικής οικογένειας που απαιτεί η γυναίκα να μένει στο σπίτι και να είναι άρρηκτα δέσμια των επιθυμιών του μωρού της. Επιπλέον, αυτή η φιλοσοφία της προσκόλλησης έχει για κάποιο λόγο συνδεθεί στη συνείδηση των γονιών με έναν τρόπο ζωής που περιλαμβάνει, επίσης, οργανικά τρόφιμα, υφασμάτινες πάνες, απόρριψη των εμβολίων και διδασκαλία στο σπίτι (στην Αμερική, τουλάχιστον). Τίποτα από αυτά, όμως, λέει ο Sroufe, δεν αποτελεί την ουσία.

Ποια είναι, λοιπόν, η ουσία;

«Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από την σχέση προσκόλλησης», λέει ο ίδιος και αναφέρεται σε ένα από τα σπουδαιότερα συμπεράσματα των πολυετών μελετών του, το οποίο παραδόξως είναι ότι το παιδί που έχει αναπτύξει δεσμούς ασφάλειας από νωρίς στη ζωή του, θα γίνει πιο ανεξάρτητο αργότερα, σε αντίθεση με το παιδί που δεν είχε ποτέ μία τόσο δεμένη σχέση με τη μητέρα του.

Πώς θα χτίσουμε, λοιπόν μία τέτοια σχέση με το παιδί μας; Ο Sroufe λέει ότι «Το μωρό χρειάζεται να ξέρει ότι είναι αφάνταστα σημαντικό. Ο δε φροντιστής του πρέπει να ασχολείται μαζί του, να το προσέχει, να είναι τρυφερός και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του. «Από εκεί και πέρα», λέει ο ειδικός, «το ίδιο το μωρό θα σου πει τι να κάνεις. Με τα περιορισμένα επικοινωνιακά μέσα που έχει, δεν είναι δύσκολο να το καταλάβεις: Αν δυσφορεί, κάτι θέλει. Αν έχει τεντωμένα τα χέρια του, θέλει αγκαλιά. Κι αν δεν καταλάβεις καλά με την πρώτη τι θέλει, θα συνεχίσει να στο δείχνει μέχρι να το καταλάβεις».

Και πώς θα καταλάβουμε ότι το μωρό μας νιώθει πραγματικά δεμένο μαζί μας; Σύμφωνα με την Divecha, δεν είναι εύκολο να το διαπιστώσει κανείς αυτό μέχρι το μωρό να γίνει τουλάχιστον 9 μηνών, ωστόσο κάποιες ενδείξεις που θα σας καθησυχάσουν είναι οι παρακάτω:

0-3 μηνών:

  • Η φυσιολογία του μωρού (η ομαλή λειτουργία του οργανισμού του, δηλαδή) τώρα ομαλοποιείται, καθώς έχει ένα κυλιόμενο πρόγραμμα ταΐσματος, ύπνου και ξύπνιου. Με το να ανταποκρίνεται η μητέρα στις ανάγκες του μωρού, σε διαφορετικές φάσεις αυτού του κύκλου, βοηθά ώστε να νιώσει αυτό σταθερότητα.
  • Στη φάση αυτή το μωρό δεν έχει ακόμα σαφή προτίμηση σε κάποιο πρόσωπο.
  • Όταν είναι ξύπνιο και ήρεμο, το μωρό ενδιαφέρεται να βλέπει πρόσωπα και να ακούει φωνές γύρω του.

4-8 μηνών:

  • Οι προσπάθειες της μητέρας να ηρεμήσει το μωρό είναι συνήθως αποτελεσματικές (προσοχή, όμως: το να μη μπορεί να το καλμάρει δεν σημαίνει ότι το μωρό νιώθει ανασφάλεια μαζί της –μπορεί να έχει κάποιο άλλο πρόβλημα).
  • Η μητέρα (ή όποιος φροντίζει το μωρό) έχει θετικές αλληλεπιδράσεις με το μωρό και νιώθουν και οι δύο ευχάριστα με αυτές.
  • Το μωρό έχει ήρεμες φάσεις κατά τις οποίες ενδιαφέρεται για τον κόσμο γύρω του και όσο μπορεί (σωματικά) πειραματίζεται και ανακαλύπτει (κοιτάζει, πιάνει, μπαμπαλίζει, αρχίζει να μπουσουλάει).
  • Το μωρό αρχίζει να διακρίνει άτομα και να δείχνει προτιμήσεις. Απευθύνει τα περισσότερα συναισθήματά του στο άτομο που το φροντίζει, ωστόσο ενδιαφέρεται και για τους ξένους.
  • Δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα πρόσωπα που βλέπει συχνά και δη στα αδέρφια.

9 μηνών:

  • Το μωρό δείχνει σαφή προτίμηση στο άτομο που το φροντίζει.
  • Είναι επιφυλακτικό με τους ξένους, αν και αυτό εξαρτάται από το ταμπεραμέντο του.
  • Δυσφορεί εύκολα όταν αποχωρίζεται το άτομο που το φροντίζει, ωστόσο και αυτό έχει να κάνει με το ταμπεραμέντο του.
  • Καλμάρει, όμως, εξίσου εύκολα μετά τον αποχωρισμό και μπορεί να επανέλθει στο παιχνίδι ή τις ανακαλύψεις του.

9 μηνών-3 ετών:

  • Το παιδί δείχνει σαφώς συναισθηματικά δεμένο με το άτομο που είναι το βασικό πρόσωπο της ζωής του.
  • Παραμένει κοντά με το άτομο αυτό, όμως δημιουργεί και στενές σχέσεις με άλλα άτομα γύρω του, π.χ. με τη γιαγιά ή τα αδέρφια.

Από αυτή την ηλικία και μετά, το δέσιμο με τον γονιό εξελίσσεται με πολλούς ακόμα τρόπους, ειδικά από τη στιγμή που το παιδί θα αρχίσει να μιλά, να θυμάται κ.ο.κ.

Καταλήγοντας στο άρθρο της η Divecha, καθώς και οι υπόλοιποι επιστήμονες στους οποίους αναφέρεται σε σημεία, λέει ότι για να νιώσει δεμένο στη μαμά και ασφαλές το μωρό, χρειάζεται να μάθει να αυτο-ρυθμίζεται με δύο τρόπους: Αυτόματα, δηλαδή να ηρεμεί μόνο του ή να χρησιμοποιεί το μυαλό και το σώμα του για να ρυθμίζει τα συναισθήματά του, και διαδραστικά, δηλαδή απευθυνόμενο σε άλλους για να το βοηθήσουν να ηρεμήσει. Αυτό το διπλό νήμα αυτοδυναμίας αλλά και εξάρτησης/εμπιστοσύνης στους άλλους, το οποίο ξεκινά ήδη από τους πρώτους μήνες της ζωής, γίνεται ιδιαίτερα σημαντικό κατά τα δύο πρώτα χρόνια και συνεχίζει να είναι, με λιγότερο εμφανείς τρόπους, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου.



Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνει η ψυχολόγος, η μητέρα δεν χρειάζεται να είναι 100% συντονισμένη με το μωρό της, καθώς και το να βιώσει αυτό ένα σύντομο στρες (δεδομένου ότι έπειτα από λίγο θα κερδίσει ξανά την προσοχή της), αποτελεί σημαντικό μέρος της εξέλιξής του. Το στρες είναι μέρος της ζωής, άρα αυτό που πρέπει να κάνει ο γονιός είναι να αναπτύξει ένα σύστημα μέσω του οποίου το μωρό να μπορεί να το διαχειρίζεται.

Οι ειδικοί τονίζουν την τεράστια αγωνία που νιώθουν όλοι οι γονείς για να κάνουν το καλύτερο για το παιδί τους και πόσο σημαντικό είναι να δέχονται υποστήριξη σε αυτήν τους την προσπάθεια, ιδιαίτερα από το κράτος που θα έπρεπε να παρέχει σοβαρή άδεια μητρότητας, έμμισθη και για τουλάχιστον έναν χρόνο. Κατά τα άλλα, λέει η Divecha, απολαύστε το μωρό σας. Αφήστε το ένστικτό σας ελεύθερο, να λειτουργήσει όπως ξέρει καλύτερα, και επιτρέψτε και στο μωρό σας να σας τραβήξει κοντά του, με αυτά τα μεγάλα εκφραστικά ματάκια του και τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια του, και να σας οδηγήσει στις ανάγκες του.

v