«Δεν ερωτεύτηκα το παιδί μου με την πρώτη ματιά»

«Δεν ερωτεύτηκα το παιδί μου με την πρώτη ματιά»

Όταν μια γυναίκα μένει για πρώτη φορά έγκυος ακούει χιλιάδες συμβουλές, γνώμες κι αποφθέγματα από παντός είδους ειδήμονες. Ένα από τα χιλιάδες πράγματα που θα ακούσεις είναι το μωρό που μεγαλώνει στην κοιλιά σου, μόλις το αντικρίσεις, ή ακόμη, πολύ πριν έρθει στον κόσμο, θα το λατρέψεις. Όμως, για αρκετές μαμάδες η αγάπη αυτή χτίζεται σιγά-σιγά και μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Έτσι συνέβη στη Maya Haler και το εξομολογείται χωρίς περιστροφές και περιττές ντροπές «Όχι, δεν ερωτεύτηκα το παιδί μου με την πρώτη ματιά»...

«Τρεις ημέρες αφότου έσπασαν τα νερά μου, 20 ώρες μετά την εισαγωγή μου στο μαιευτήριο, μία ώρα αφού ξεκίνησαν οι πλήρεις συσπάσεις και 45 δευτερόλεπτα, περίπου, μετά την απειλή του γιατρού ότι, αν δεν βγει το παιδί τώρα θα πρέπει μου κάνει περινεοτομή, η κορούλα μου ξεπρόβαλλε: ροζ, λαμπερή, κλαμμένη, πανέμορφη.

Αλλά και ξένη.

Όταν είσαι έγκυος, όλοι σου λένε “θα δεις, θα δεις”, αλλά τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως τα περιγράφουν. Όλοι σου λένε για  τη στιγμή που πρωτοείδαν τα μωρά τους, όταν ένιωσαν ένα κύμα αγάπης να τους συνεπαίρνει κι ήξεραν πλέον ότι θα έδιναν και τη ζωή τους για ‘κείνο, αλλά και πώς αυτή ήταν η κορυφαία στιγμή στη ζωή τους. Εγώ, πάλι, δεν το βίωσα έτσι, αλλά δεν πειράζει, για μένα ήταν φυσιολογικό.

Η μαία σήκωσε το μωρό μου στον αέρα κι όπως το ακούμπησε στο στήθος μου, ο ομφάλιος λώρος κρεμόταν ακόμη απ’ την κοιλίτσα του. Ένιωσα τότε χαρά, ανακούφιση, δέος ακόμη… απ’ τα βάθη της ψυχής μου, μπρος στο γεγονός ότι κρατούσα στα χέρια μου ένα αληθινό παιδί, το ΔΙΚΟ ΜΟΥ παιδί, που στεκόταν εκεί γεμάτο ανάμικτα συναισθήματα με τα μικρά χεράκια του, τα χειλάκια και τα υγρά ξανθά του μαλλιά. Δέος, μπρος στο πώς αυτή η αόριστη ύπαρξη μέσα μου είχε μεταμορφωθεί σε αληθινό άνθρωπο κι εγώ ήμουν η μητέρα του.

Αυτό, όμως, που δεν ένιωσα εκείνη τη στιγμή, ούτε στην διάρκεια των πρώτων ημερών, ήταν το κύμα αγάπης για το οποίο μου είχαν πει. Ένιωσα περισσότερο σα νύφη σε προξενιό. Ήξερα καλά πως ο άνθρωπος που κρατούσα στα χέρια μου θα έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα ζωή μου, αλλά η γνωριμία μας ήταν ακόμη πολύ καινούργια. Του συνέστησα το στήθος μου. Έγινε αμέσως φαν, αν και, αρχικά, με λίγο αδέξιο τρόπο, χωρίς να ξέρει αν πρέπει να κλάψει ή να πιπιλίσει. Μου έκανε εντύπωση η δύναμη που έκρυβε στα κοκκινισμένα μπρατσάκια του, έτσι όπως τα χτυπούσε πάνω μου, και τα δαχτυλάκια του με τα οβάλ νυχάκια που έμοιαζαν σα να τους είχαν κάνει ένα περιποιημένο μανικιούρ.

Δε θυμάμαι να του είπα “γεια σου”, αλλά είμαι σίγουρη ότι το είπα μέσα μου. Γειά σου μωράκι.

Είμαι η μαμά σου και χαίρομαι πολύ που σε γνωρίζω.

Το ότι δεν ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά το συνειδητοποιήσα μερικούς μήνες αργότερα, όταν άρχισα να νιώθω μία αγάπη τέτοια, που η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει. Κατάλαβα τότε, πως το ευχάριστο συναίσθημα που ένιωσα όταν πρωτοείδα την κόρη μου δεν ήταν αυτό που μου περιέγραφαν λες και ξεπηδά απ’ τη μήτρα μαζί με το μωρό. Για μένα -και ίσως και για πολλούς ακόμη- η αγάπη για το παιδί μου έγινε μεγαλύτερη και βαθύτερη με το χρόνο. Την ένιωθα να ριζώνει μέσα μου όποτε φιλούσα τα μαγουλάκια της και καθώς την χάζευα να βυζαίνει το στήθος μου, απόλυτα συγκεντρωμένη και με τα φρυδάκια σουφρωμένα.



Τώρα πια, η αγάπη αυτή με συνεπαίρνει ολοκληρωτικά, δυσκολεύομαι να σκεφτώ πόσο αγαπώ την κόρη μου χωρίς να αναστατωθώ. Αλλά εκείνες τις μέρες, μετά τη γέννησή της, νομίζω πως οι ορμόνες μου κατεύθυναν αυτή την αγάπη προς τον άντρα μου. Ποτέ μου δεν τον είχα αγαπήσει τόσο πολύ, όσο τις μέρες που επιστρέψαμε σπίτι απ’ το μαιευτήριο σαν οικογένεια, καθώς τον έβλεπα να κοιμίζει την κορούλα μας στην αγκαλιά του και, όπως εγώ, έτσι κι εκείνος, να την ερωτεύεται μέρα με τη μέρα. (Η αλήθεια είναι πως ούτε κι εκείνον τον ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά, αλλά σιγά σιγά, ώσπου η αγάπη μας έγινε αναπόσπαστο μέρος της ζωής μου, σαν την ανάσα μου.)

Φυσικά, αν με ρωτούσατε, θα έλεγα ότι την κόρη μου την αγαπούσα πριν καν γεννηθεί και δεν θα ήταν ψέμα. Όλα όσα ένιωσα όταν, λανθασμένα, μου είπαν ότι απέβαλλα και ύστερα, στις 10 εβδομάδες, η κόρη μου ήταν μια χαρά, τα ένιωσα πραγματικά. Όποτε ένιωθα τις κλωτσιές και τις αγκωνιές της επάνω στη μήτρα μου, χάιδευα με το χέρι την κοιλιά μου, αναγνωρίζοντας τον ιδιαίτερο δεσμό μας. Και κάθε φορά που οραματιζόμουν το μωρό μου, το έβλεπα να μοιάζει με τη αδερφή μου, όταν εκείνη ήταν νεογέννητο: αδύνατη και χλωμή με πυκνή, μελαχρινή αφάνα. Η κόρη μου, βέβαια, γεννήθηκε με λεπτές τουφίτσες από ίσιο, ξανθό μαλλάκι. Ίσως αυτή η διαφορά να ήταν που με έκανε να αντιληφθώ ότι, πριν τη γέννα, είχα ερωτευτεί τις δικές μου προσδοκίες και όχι τον άνθρωπο που βγήκε τελικά από μέσα μου. Τις πρώτες μέρες, δε χόρταινα να την κοιτάζω, όχι επειδή την αγαπούσα τόσο πολύ, όσο επειδή ανυπομονούσα να τη γνωρίσω καλύτερα.

Σήμερα, μετά από εννέα μήνες που έχω ζήσει μαζί της, που κλαίμε, γελάμε, πηγαίνουμε στην τουαλέτα μαζί και μοιραζόμαστε το κρεβάτι μου, η αγάπη μου για ‘κείνη έχει φουντώσει όπως της Γκολντ στον “Βιολιστή στη Στέγη”, μέρα με τη μέρα, εβδομάδα με την εβδομάδα, από τη στιγμή που, αμήχανη και επιφυλακτική, την πρωτογνώρισα. Ποτέ δεν ένιωσα ότι η σχέση μου με το μωρό μου δεν ήταν ομαλή, μα ίσως ν’ ανησυχούσα περισσότερο αν δεν είχα διαβάσει για μία εμπειρία παρόμοια με τη δική μου στο βιβλίο “The Womanly Art of Breastfeeding” του Συνδέσμου Θηλασμού “La Leche League”. Βλέπετε, η συνήθης κι ενθουσιώδης περιγραφή της αυτοφυούς, στιγμιαίας αγάπης είναι ιδιαίτερα πειστική.

Πλέον γνωρίζω καλά πόσο πολύ αγαπώ την κόρη μου, αλλά, επί της ουσίας, τίποτε δεν έχει αλλάξει. Η σχέση μας ήταν υπέροχη πολύ πριν η αγάπη αυτή με συνεπάρει με τη ραγδαία εξέλιξή της.

Μετά από 9 ιδιαίτερους μήνες, όμως, μου αρέσει που το επιβεβαιώνω.»
 

v