«Πέρασα μπροστά απ’ την πόρτα της κρεβατοκάμαράς του για να σβήσω το φως. Καθώς άγγιζα τον διακόπτη, το βλέμμα μου έπεσε στο κρεβάτι του και σκέφτηκα: Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι το μικρό μου αγοράκι. Είναι ένας νεαρός άντρας.
Μια στιγμή, όμως. Ας μη βιαζόμαστε. Χρειάζομαι ένα δευτερόλεπτο να καταλάβω τι συνέβη. Χρειάζομαι λίγο χρόνο για να τον αποχαιρετήσω.
Είναι το μόνο που κάνω από τότε που γεννήθηκε κι έτσι το ξέρω καλά πως, ένα παιδί παγιδευμένο ανάμεσα σε δύο κόσμους -του μικρού αγοριού και του έφηβου-, όπου να ‘ναι, φεύγει απ’ τα χέρια μου. Από τότε που χωρούσε ολόκληρος στο ένα μου χέρι, πριν γίνει ο χαμογελαστός μπόμπιρας που δεν πήγαινε πουθενά χωρίς την αγαπημένη του στολή και ένα, τουλάχιστον, παιχνίδι στο χέρι κι ύστερα που πήγε σχολείο και δεν σταματούσε να τρέχει παντού και να εξερευνά τα πάντα κάνοντας την καρδιά μου να σπάει, δεν υπήρξε στιγμή που να μην την απόλαυσα περιμένοντας με ανυπομονησία την επόμενη. Αλλά νιώθοντας και μια μικρή θλίψη για την προηγούμενη, που δεν θα ξαναρχόταν.
Δεν είναι πολύ καιρός που ευχόμουν να έχω ένα μόνο καλοκαίρι ακόμη με το αγοράκι μου σ’ αυτή την τέλεια -για μένα- ηλικία. Δεν ήθελα με τίποτα να σταματήσει ο μικρούλης μου να είναι μικρός. Η ευχή μου πραγματοποιήθηκε κι ακόμη ένα καλοκαίρι πέρασε γεμάτο από αγορίστικη τρέλα. Ύστερα, αναπόφευκτα, πέρασε στο επόμενο στάδιο της ζωής του. Μεγάλωσε. Και μεγάλωσα κι εγώ μαζί του. Δεν ήταν θέμα επιλογής. Ή μεγαλώνεις ή μένεις πίσω.
Είμαι πάλι ενθουσιασμένη με την καινούργια μας εμπειρία. Τον βλέπω να γίνεται ένας υπέροχος έφηβος που αλλάζει ραγδαία από μέρα σε μέρα. Ξεπετάχτηκε ήδη σε ύψος πάνω από μένα, η φωνή του βάρυνε, το γέλιο του ακούγεται διαφορετικά, μέχρι και ο τρόπος σκέψης του μοιάζει αλλιώτικος. Αν είναι δυνατόν να μιλάμε για πολιτική και να γνωρίζει για τι πράγμα μιλάει. Μεγαλώνει, προχωράει μπροστά κι αφήνει πίσω την παιδική του ηλικία καθώς εξερευνά τις δυνατότητές του. Αν υπήρχε σχέδιο, αυτό είναι. Και μάλλον το εκτελώ σωστά, γιατί είναι ήδη ένας υπέροχος άνθρωπος καθ’ οδόν για να γίνει ένας μεγαλοπρεπής άντρας.
Βέβαια, νομίζω ότι θα μου λείψει εκείνο το χαμογελαστό πιτσιρίκι, οι μαγικές ιδέες ενός εξάχρονου, τα αυτοκινητάκια, τα φρούρια, το αγοράκι μου. Σε κάθε στάδιο, ο αποχαιρετισμός με βοηθούσε να θυμάμαι τι άφηνα πίσω και τι είχα να πάρω στη συνέχεια. Το αγόρι μου όμως μεγαλώνει κι αυτό είναι ένα υπέροχο, μαγικό πράγμα. Και στ’ αλήθεια, έχουμε τόσες περιπέτειες μπροστά μας.
Είμαι τυχερή όμως, γιατί ακόμη με θεωρεί αρκετά “κουλ” ή, τουλάχιστον, έτσι δείχνει. Και θέλει ακόμη να περνάμε χρόνο μαζί, είναι ο κολλητός μου στις περιπέτειες, μόνο που τώρα τις προτείνει εκείνος. Μ’ αφήνει μόνη πιο συχνά για να βρεθεί με τους φίλους του, αλλά, κάθε φορά και χωρίς να ντρέπεται όποιον είναι εκεί, γυρίζει για ένα φιλί και μια “καληνύχτα”. Ακόμη ζητά τη γνώμη μου πριν καταλήξει στη δική του.
Κάπου κάπου, μου κρατάει το χέρι πριν περάσουμε το δρόμο. Δεν έχω καταλάβει αν είναι για να νιώθει εκείνος ασφαλής ή για να προστατέψει εμένα. Ό,τι κι αν είναι, του το κρατώ κι εγώ.»
Πηγή: Huffingtonpost.com