Ας αφήσουμε τα παιδιά να πέσουν, για να μάθουν να σηκώνονται

Ας αφήσουμε τα παιδιά να πέσουν, για να μάθουν να σηκώνονται

Δεν είναι αλήθεια ότι η τάση των σύγχρονων γονιών είναι η υπερπροστασία και η αγωνιώδης κάλυψη κάθε ανάγκης των παιδιών πριν καν αυτή παρουσιαστεί; Μια μαμά και δασκάλα γράφει γι’ αυτό το σημείο των καιρών μας και… βάζει τα πράγματα στη θέση τους.

«Έγινα γονιός και καθηγήτρια σε Γυμνάσιο τον ίδιο χρόνο. Κατά την πρώτη δεκαετία της ανατροφής των γιων μου και της διδασκαλίας των εκατοντάδων μαθητών μου, ξεκίνησα να έχω την υποψία ότι κάτι ήταν πολύ λάθος. Μόνο όταν ο μεγαλύτερος γιος μου μπήκε στο Γυμνάσιο έγινε ξεκάθαρη η πηγή του προβλήματος: οι σημερινοί υπερπροστατευτικοί γονείς που σώζουν τα παιδιά τους από κάθε λάθος έχουν υποτιμήσει την ανεξαρτησία, την ανταγωνιστικότητα και τις ακαδημαϊκές δυνατότητες μιας ολόκληρης γενιάς.

Έχουμε καταλήξει να διδάσκουμε τα παιδιά μας να φοβούνται την αποτυχία –και, κάνοντάς το αυτό, μπλοκάρουμε τον σιγουρότερο δρόμο για την επιτυχία τους. Από αγάπη και ανάγκη να προστατεύσουμε την αυτοεκτίμησή τους, διορθώνουμε κάθε λακούβα στον δρόμο τους, στερώντας τους το πολυτιμότερο μάθημα της παιδικής ηλικίας: ότι τα λάθη κι οι αποτυχίες είναι πολύ σημαντικές εμπειρίες που μπορούν να τα διδάξουν πώς να είναι πολυμήχανα, καινοτόμα, επίμονα και ανθεκτικά στις αναποδιές.

Δεν είχα την πρόθεση να μεγαλώσω παιδιά αβοήθητα! Αντιθέτως, ήθελα πάντα να έχουν τον χρόνο και το κουράγιο να δοκιμάζουν νέα πράγματα, να ανακαλύπτουν νέα όρια και να βγαίνουν έξω απ’ ό,τι τους είναι βολικό. Όμως με κάποιο τρόπο, κάποτε, η ιδανική παιδική ηλικία όπως την είχα φανταστεί, έγινε κάτι άλλο: ένας αγώνας με το μαχαίρι στο λαιμό για την πρωτιά. Η πίεση για επιτυχία αρχίζει πια από πολύ μικρή ηλικία.

Όσο πιο επιτυχημένα γίνονται τα παιδιά μας ως μαθητές, μουσικοί, αθλητές τόσο πιο επιτυχημένους θεωρούμε τους εαυτούς μας.



Οι μοντέρνοι γονείς καταδυναστεύονται από φόβο. Οι κίνδυνοι μοιάζει να καραδοκούν σε κάθε γωνιά. Μικρόβια ανθεκτικά στα φάρμακα, παιδιά-θύτες στα σχολεία, άδικοι δάσκαλοι, αδίστακτοι παιδόφιλοι. Επομένως, όταν βάζουμε τα παιδιά μας για ύπνο χωρίς μώλωπες, τραύματα ή ψυχικές πληγές, έχουμε για ακόμη μία μέρα τα αποδεικτικά στοιχεία ότι είμαστε επιτυχημένοι γονείς.

Ίσως την επόμενη μέρα, τ΄ αφήσω να πάνε με τα πόδια σχολείο –λέμε στους εαυτούς μας. Ίσως αύριο τ’ αφήσω να κάνουν μόνα τους τις ασκήσεις μαθηματικών τους. Σήμερα, πάντως, θα πάρουν “άριστα”.

Όταν το αύριο έρθει και μαζί του καταφτάσουν και οι ευθύνες, οι ελευθερίες και οι κίνδυνοι της ενήλικης ζωής, τα υπερπροστατευμένα παιδιά δεν θα μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά καμιά απ’ αυτές τις δυσκολίες. Είναι ζωτικής σημασίας να δώσουμε στα παιδιά μας την εμπειρία της διαχείρισης της αυτονομίας τους, ούτως ώστε να αποκτήσουν κοινωνικές ικανότητες –απ’ το πώς να πληρώνουν έναν λογαριασμό ή να συμπληρώνουν μια αίτηση μέχρι να παίρνουν σοβαρές αποφάσεις και να κάνουν υγιείς επιλογές.

Κάθε φορά που δένω τα κορδόνια του μικρού μου γιου –αντί να του μάθω πώς να το κάνει μόνος του- ενισχύω την άποψή του ότι είναι μια “αποστολή ” πολύ δύσκολη γι’ αυτόν.

Είμαι όσο ένοχος είναι σχεδόν κάθε γονιός. Διευρύνω κι ενισχύω την εξάρτηση των παιδιών μου από ‘μένα, για να νιώθω καλύτερα σε σχέση με το τι είδους γονιός είμαι. Κάθε φορά που φτιάχνω και πακετάρω κολατσιό για τον γιο μου ή του πηγαίνω στο σχολείο το τετράδιο που ξέχασε σπίτι, καθησυχάζω το μητρικό μου ένστικτο. Αγαπώ, επομένως προσφέρω. Προσφέρω, επομένως αγαπώ.



Όχι, δεν είναι πάντα εύκολο να τ’ αφήνουμε να χάνουν και να πέφτουν. Οι κίνδυνοι και οι συνέπειές τους αυξάνονται όσο μεγαλώνουν τα παιδιά μας. Το κακό δέσιμο των κορδονιών, θα δώσει τη θέση του στις λάθος σπουδές ή σε μια κακή δουλειά.

Ο χρόνος που διαθέτουμε για να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης κι αυτοπεποίθησης είναι λίγος, αλλά είναι αρκετός!

Η δουλειά μας να “φτιάξουμε” ενήλικες που πατούν γερά στα πόδια τους είναι χρονοβόρα, αλλά ξεκινάει με κάτι απλό. Πρέπει να δώσουμε στα παιδιά μας αυτονομία, να τους επιτρέψουμε να νιώσουν ικανά και να σιγουρευτούμε ότι ξέρουν ότι τα στηρίζουμε μεγαλώνοντας.»

*Το κείμενο προέρχεται από άρθρο του Guardian και είναι απόσπασμα του βιβλίου «Το δώρο της αποτυχίας», της Jessica Lahey

v